Συμπληρώνονται 60 χρόνια από την ομόφωνη Απόφαση 186 του Συμβουλίου Ασφαλείας της 4ης Μαρτίου 1964 με την οποία τα Ηνωμένα Έθνη αναμίχθηκαν στο Κυπριακό και εγκαθιδρύθηκε στο νησί η Ειρηνευτική Δύναμη του ΟΗΕ (ΟΥΝΦΙΚΥΠ)  με την έγκριση της κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η εξέλιξη αυτή εν μέσω της τουρκοανταρσίας είχε χαιρετιστεί και εξακολουθεί να θεωρείται ως σωτήρια για την Κυπριακή Δημοκρατία, καθώς με αυτή η διεθνής κοινότητα αναγνώριζε ρητώς την κυβέρνησή της, παρά την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από τα πολιτειακά όργανα. Αυτό όμως έγινε αυστηρά σε συμμόρφωση με το άρθρο 7 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, που απαγορεύει την ανάμιξη του διεθνούς Οργανισμού στις εσωτερικές υποθέσεις  των κρατών μελών χωρίς τη συγκατάθεσή τους. 

Υπό αυτό το πρίσμα, τείνει  να παραβλέπεται ότι  η έγκριση της απόφασης 186 δεν είναι αποκλειστική επιτυχία της Κυπριακής Κυβέρνησης, αλλά ίσως περισσότερο της Βρετανίας. Η τελευταία, με αιφνιδιαστικό ελιγμό είχε διεμβολίσει την εκκρεμούσα προσφυγή της Κύπρου στο Συμβούλιο Ασφαλείας για καταγγελία των απειλών της Τουρκίας να εισβάλει στο νησί και κατάργηση της Συνθήκης Εγγυήσεως, με αποτέλεσμα το Κυπριακό να ενταχθεί ως διακοινοτικό πρόβλημα στο Κεφάλαιο  6 του Καταστατικού Χάρτη που διέπει την ειρηνική επίλυση  των διαφορών, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.

Βρετανικό κεκτημένο

 Έκτοτε οι Βρετανοί θεωρούν την Απόφαση 186 ως δικό τους κεκτημένο, το οποίο περιφρουρούν παντοιοτρόπως. Επί του πεδίου ελέγχουν την  ΟΥΝΦΙΚΥΠ αφού διαθέτουν το μεγαλύτερο απόσπασμα και προσφέρουν τη λογιστική μέριμνα μέσω των Βάσεών τους, ενώ συχνά η διοίκηση της Δύναμης ανήκει στους Βρετανούς, όπως συνέβη και κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής.

Στο πολιτικό πεδίο  οι Βρετανοί έχουν την πρωτοβουλία των χειρισμών ως μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας. Ως γνωστό έχουν αναλάβει αυτεπάγγελτα να συντάσσουν και να προωθούν τα ψηφίσματα για το Κυπριακό που υιοθετεί το Συμβούλιο Ασφαλείας. Αυτό το παραδέχτηκε για πρώτη φορά επίσημα ο σημερινός Βρετανός Ύπατος Αρμοστής Ιρφάν Σιντίκ, ο οποίος σε συνέντευξή του στο αγγλόφωνο περιοδικό GOLD λίγο μετά την άφιξή του στο νησί, παινεύτηκε ότι η Βρετανία «είναι ο κονδυλοφόρος (penholder) των σχετικών με την Κύπρο ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών».

Αξίζει να σημειωθεί ότι στις δύο προηγούμενες ειρηνευτικές επιχειρήσεις του ΟΗΕ, στη Μέση Ανατολή (UNEF) το 1956 και στο Κογκό (ONUC) το 1960, είχε τεθεί ως θέμα αρχής η μη συμμετοχή μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, για λόγους ασφαλώς κοινής λογικής. Η παραβίαση αυτού του κανόνα στην περίπτωση της Κύπρου μόλις 3-4 χρόνια αργότερα με την ανάθεση ηγετικού ρόλου στην ΟΥΝΦΙΚΥΠ μιας  μεγάλης δύναμης που όχι μόνο ήταν μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας αλλά και πρώην αποικιακή δύναμη και εγγυήτρια της φιλοξενούσας χώρας, επέπρωτο να έχει καταλυτικές επιπτώσεις στην εκτέλεση της αποστολής της.

Οι όροι εντολής

 Η φιλοσοφία της Απόφασης 186 ήταν απλή και πρακτική: Τερματισμός των συγκρούσεων και δημιουργία ομαλότητας, στα πλαίσια της οποίας ο κοινά αποδεκτός μεσολαβητής του Γενικού Γραμματέα θα υπέβαλλε έκθεση για επίλυση του προβλήματος.

Για το σκοπό αυτό, η Απόφαση αναγνώριζε την ευθύνη της Κυπριακής Κυβέρνησης για αποκατάσταση και διατήρηση του νόμου και της τάξης και τερματισμό των συγκρούσεων. Προς την ίδια κατεύθυνση ήταν και οι όροι εντολής της  ΟΥΝΦΙΚΥΠ: «Παρεμπόδιση των συγκρούσεων και συμβολή, ως καταστεί αναγκαίο, στη διατήρηση και αποκατάσταση του νόμου και της τάξης για επιστροφή σε ομαλές συνθήκες». Μάλιστα, ο τότε Γενικός Γραμματέας Ου Θάντ τόσο μεγάλη σημασία απέδιδε σ’ αυτό ώστε στις 29 Απρίλιου 1964 ανακοίνωσε σειρά από συγκεκριμένα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων της ελευθερίας κινήσεως σε όλο το νησί και της σταδιακής μείωσης των οχυρωματικών θέσεων. 

Ήδη, όμως, από την αρχή της Απόφασης και πριν ακόμα αφιχθούν στην Κύπρο οι Κυανόκρανοι, υπήρχαν συνεχείς προστριβές μεταξύ του Προέδρου Μακαρίου και της Διοίκησης των έκτακτων Βρετανών ειρηνευτών, γιατί οι τελευταίοι ενεργούσαν χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την Κυβέρνησή του.

Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε και μετά την εγκαθίδρυση της ΟΥΝΦΙΚΥΠ στην Κύπρο. Παρά την εντολή να συμβάλει στην επιστροφή σε ομαλές συνθήκες, η ΟΥΝΦΙΚΥΠ δεν έκανε απολύτως τίποτε για να φύγουν οι διαχωριστικοί φραγμοί που είχαν μπει ανάμεσα στις δύο κοινότητες κατά την άσκηση ειρηνευτικών καθηκόντων από τους Άγγλους, ειδικότερα στην «Πράσινη Γραμμή» της Λευκωσίας. Απεναντίας, και σε περιπτώσεις ακόμα που απομακρυνόταν έστω και ένας αμμόσακκος από θέση που είχαν δημιουργήσει οι Βρετανοί, οι τελευταίοι αξίωναν να ξαναμπεί αμέσως στη θέση του. 

Κάτω από τη βρετανική επιρροή, αντί για επιστροφή σε ομαλές συνθήκες, η Δύναμη συνέβαλε στη συντήρηση και παγίωση του διαχωρισμού, καλύπτοντας και ενίοτε βοηθώντας έμπρακτα τη βίαιη μετακίνηση των Τουρκοκυπρίων σε θύλακες του βορρά από την τρομοκρατική οργάνωση ΤΜΤ σε συνεργασία και με τις Βρετανικές μυστικές υπηρεσίες. Ως γνωστό, η κατάσταση αυτή κορυφώθηκε με την απόπειρα της Τουρκίας να σχηματίσει στρατιωτικό προγεφύρωμα στην Τηλλυρία και με τον φονικό βομβαρδισμό των αμάχων της περιοχής από την πολεμική της αεροπορία τον Αύγουστο του 1964.