Διότι, Βρετανέ και Γερμανέ πολίτη, είναι πολλά τα λεφτά, είναι δισεκατομμύρια που δίδει η σατραπεία. Στο βιβλίο του «Η πορεία μιας εποχής», ο Μιλτιάδης Χριστοδούλου παραθέτει αυτολεξεί την ιστορική δήλωση του Βρετανού πρωθυπουργού, Λόιντ Τζώρτζ, ημερομηνίας 7 Ιουλίου 1920, δύο χρόνια μετά το πέρας του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου, ότι «οι Τούρκοι ήταν αναξιόπιστοι και παρηκμασμένοι. Ο Τούρκος υπήρξε συνεχής πηγή ανωμαλίας στην Ευρώπη και στην Ασία. Υπήρξε ενόχληση και κατάρα… υπήρξε διαβόητος στο ότι όπου πήγε έφερε την ερήμωση… δεν δικαιούται να έχει λύπηση». Η Τουρκία του Μουσταφά Κεμάλ, του Ετζεβίτ και του Ερντογάν και του αρχικατάσκοπου Χακάν Φιντάν δεν διαφέρει ποσώς από την πραγματιστική περιγραφή του τότε Βρετανού πρωθυπουργού.

Αντίθετα, η σημερινή ηγεσία της Τουρκίας παραβιάζει κατάφωρα τις αρχές του κράτους δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα ακόμα και των Τούρκων πολιτών και τη δημοκρατία. Και μάλιστα δεν επιδεικνύει ποσώς πρόθεση να υιοθετήσει τις αρχές και τις αξίες της Ευρώπης. Παρ’ όλα αυτά, σήμερα οι ηγέτες της Ευρώπης, στα πλαίσια της διπλωματίας του οικονομικού οφέλους και ενάντια στις αρχές που με βερμπαλισμό διακηρύττουν, χαρακτηρίζουν τους Τούρκους ως στρατηγικούς των εταίρους και σπεύδουν στη σατραπεία για να επωφεληθούν από την πίτα που μοιράζει ο νεο-σουλτάνος. Ο οποίος προβαίνει σε θηριώδεις αγορές μαχητικών αεροσκαφών Eurofighters με το αζημίωτο, βεβαίως, εφόσον πιέζει για ένταξη της Άγκυρας στο πρόγραμμα SAFE ώστε να επωφεληθεί χρηματοδοτήσεων και διμερών συνεργασιών. 

Η αυξανόμενη εξάρτηση της Βρετανίας από την Τουρκία, από την εποχή της παρακμής της αυτοκρατορίας της και της αποσύνθεσης της, καθόρισε τελεσίδικα την εξωτερική πολιτική του Λονδίνου υπέρ των διεκδικήσεων της Άγκυρας με αρνητικές επιπτώσεις στην περιοχή μας, την Κύπρο και το όραμα του λαού της. Ως σύμβολο της στρατηγικής σχέσης μεταξύ Βρετανίας και Τουρκίας χαρακτήρισε ο Τούρκος πρόεδρος, Ρ. Τ. Ερντογάν τη συμφωνία την οποία υπέγραψε με τον Βρετανό πρωθυπουργό, Κιρ Στάρμερ, στην Άγκυρα για την αγορά 20 μαχητικών Eurofighter Typhoon, ύψους πέραν των 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Πλήρη ικανοποίηση εξέφρασε και ο Βρετανός πρωθυπουργός ο οποίος διαβεβαίωσε τους πολίτες ότι από την πώληση ενισχύεται η αμυντική βιομηχανία της χώρας τους και επωφελείται η οικονομία της με την διατήρηση και επαύξηση των θέσεων εργασίας στις 20.000.

Τον δρόμο προς τα Σούσα – την Άγκυρα, πήρε και ο Γερμανός καγκελάριος, Φρίντριχ Μέρτς, όπου με βάση τη θετική του ατζέντα προώθησε τη στρατηγική εταιρική σχέση Γερμανίας -Τουρκίας, σηματοδοτώντας  την απαρχή μιας νέας σχέσης μεταξύ των δυο χωρών. Παρά τη σκιά που δημιουργήθηκε εξ αιτίας των αντικρουόμενων θέσεων Μέρτς – Ερντογάν για το θέμα της Γάζας. Ο Φρίντριχ Μέρτς δεν παρέλειψε να εκθειάσει το ρόλο της Τουρκίας στη διατήρηση, δήθεν, της ειρήνης στη Μέση Ανατολή ενώ παράλληλα την χαρακτήρισε ως βασικό στρατηγικό εταίρο της Γερμανίας στα πλαίσια του ΝΑΤΟ. Στο πορτοφόλιο της «θετικής ατζέντας» του Γερμανού καγκελαρίου περιλαμβανόταν και η απόφαση της κυβέρνησης του για «πιθανή» υποστήριξη στην πρόσβαση της Τουρκίας στο πρόγραμμα SAFE μέσω συνεργασίας  σε έργα άμυνας. Όπερ ερμηνεύεται από πολιτικούς αναλυτές ότι ουσιαστικά η Γερμανία υποστηρίζει την ένταξη της Άγκυρας στο πρόγραμμα παρά το γεγονός ότι δεν πληροί τα κριτήρια. Το ισχύον casus belli κατά της Ελλάδος, η κατοχή της Κύπρου, η παρεμπόδιση υλοποίησης έργων της Ε.Ε. στην Ανατολική Μεσόγειο, οι απειλές του Χακάν Φιντάν κατά ορατών τε και αοράτων εχθρών, υπονοώντας το σχήμα Ελλάς – Κύπρος – Ισραήλ κ.α. δεν λαμβάνεται υπόψη από τους Ευρωπαίους εταίρους. Οπότε αναμένεται ότι, αν δεν άρχισαν ήδη, θα ασκηθούν πιέσεις προς την πλευρά της Αθήνας και της Λευκωσίας για να υποχωρήσουν από τη γνωστή τους θέση. 

*Πρέσβης ε.τ.