Ο Βρετανός πεζογράφος Ντέιβιντ Τζον Μουρ Κόρνγουελ, διάσημος σε όλο τον κόσμο με το λογοτεχνικό του ψευδώνυμο Τζον Λε Καρέ (John le Carré), πέθανε σε ηλικία 89 ετών, βυθίζοντας σε θλίψη τον κόσμο του πολιτισμού και φυσικά τους φανατικούς αναγνώστες του. O θάνατος τον βρήκε στις 12 Δεκεμβρίου στο Τρούρο της Κορνουάλης.
Δημοφιλής για τα ρεαλιστικά, γεμάτα αγωνία κατασκοπικά μυθιστορήματά του, βασισμένα σε βαθιά γνώση της διεθνούς κατασκοπείας. Θεωρείται ο συγγραφέας που ανήγαγε το μυθιστόρημα κατασκοπίας σε λογοτεχνία αξιώσεων. Πολλά από τα βιβλία του έχουν μεταφερθεί με επιτυχία στον κινηματογράφο και την τηλεόραση.
Σύμφωνα με τα όσα μεταδίδουν τα βρετανικά ΜΜΕ, πέθανε από πνευμονία, αλλά δεν είχε Covid-19. Ο ατζέντης του, Τζόνι Γκέλερ, περιέγραψε τον Λε Καρέ ως έναν «αδιαμφισβήτητο γίγαντα της βρετανικής λογοτεχνίας που καθόρισε την εποχή του Ψυχρού Πολέμου και χωρίς φόβο έλεγε την αλήθεια του απέναντι στην εξουσία». «Έχασα έναν μέντορα, μια έμπνευση και κυρίως έναν φίλο», πρόσθεσε.
Γεννημένος στις 19 Οκτωβρίου 1931 στην παραθαλάσσια πόλη Πουλ της νοτιοδυτικής της Αγγλίας, αποτέλεσε ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Άγγλους μυθιστοριογράφους κατασκοπείας, καθώς ήταν πρώην συνεργάτης των μυστικών υπηρεσιών.Ο Τζον Λε Καρέ γνώρισε επιτυχία με το τρίτο του μυθιστόρημα, «Ο κατάσκοπος που γύρισε από το κρύο» (The Spy Who Came In from the Cold, 1964), που έγραψε στα τριάντα του, διότι «βαριόταν» τη δουλειά του διπλωμάτη στη βρετανική πρεσβεία στη Βόννη (στην τότε δυτική Γερμανία).
Το βιβλίο, παγκόσμιο μπεστ-σέλερ -πούλησε πάνω από 20 εκατομμύρια αντίτυπα σε διεθνές επίπεδο- αφηγείται την ιστορία του Άλεκ Λίμας, Βρετανού διπλού πράκτορα, που πάει στην Ανατολική Γερμανία υποδυόμενος τον αυτόμολο. Η μεταφορά του βιβλίου στη μεγάλη οθόνη, με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον στον πρωταγωνιστικό ρόλο, σήμανε την αρχή της μακράς συνεργασίας του Κόρνουελ με μεγάλες εταιρείες κινηματογραφικών και τηλεοπτικών παραγωγών.
Εκτός από το «Ο κατάσκοπος που γύρισε από το κρύο», στα πιο διάσημα έργα του Λε Καρέ περιλαμβάνονται και τα «Κι ο Κλήρος Έπεσε στον Σμάιλι», «Η Ιστορία Δεν Επαναλαμβάνεται», «Η Μικρή Τυμπανίστρια», «Ένας Τέλειος Κατάσκοπος», «Η Ρωσική Εστία» και το «The Night Manager». Στα πιο πρόσφατα περιλαμβάνονται «Ο Ράφτης του Παναμά», «Ο Επίμονος Κηπουρός», «Απόλυτοι Φίλοι» και «Το Τραγούδι της Ιεραποστολής».
Το 2008 εντάχθηκε στον πίνακα των καλυτέρων 50 Άγγλων συγγραφέων του 20ου αιώνα που συνέταξαν οι Τάιμς, στην οποία και κατέλαβε την 22η θέση.
Ο παγκοσμίου φήμης συγγραφέας βιβλίων κατασκοπίας, είχε παραδεχτεί σε συνέντευξή του, που δημοσιεύτηκε στους Times του Λονδίνου, ότι στη νεότητά του υπήρξε κατάσκοπος. «Στρατολογήθηκα από τις μυστικές υπηρεσίες του στρατού και τον πολιτικό κλάδο τους σε διαφορετικές στιγμές» είχε αποκαλύψει ο ίδιος.
Ο 69χρονος -τότε- Λε Καρέ διηγήθηκε στην εφημερίδα πόσο συναρπαστικές ήταν οι εμπειρίες που περιλάμβαναν πράξεις, όπως το να μπαίνει κανείς κρυφά σε σπίτια και να κλέβει μυστικά, καθώς και πώς αυτές τον ενέπνευσαν στις κατοπινές λογοτεχνικές δημιουργίες του. «Όταν μου παρουσιάστηκε η δυνατότητα αυτή, ένιωσα μια τρομερή έλξη» δήλωσε και παρομοίασε τα χρόνια που χρημάτισε κατάσκοπος με «θητεία ιερέως».
Μάλιστα, υπήρχε για αρκετό καιρό η υποψία ότι ο Λε Καρέ έγραφε τα έργα του βάσει προσωπικής εμπειρίας, όμως ο συγγραφέας ουδέποτε δεν είχε επιβεβαιώσει αυτή την πτυχή του παρελθόντος του.
Πάντως, ο Βρετανός συγγραφέας επισήμαινε ότι είχε εργαστεί ως κατώτατο στέλεχος των μυστικών υπηρεσιών κατά τη δεκαετία του 1960 και συγκεκριμένα την περίοδο της κατασκευής του τείχους του Βερολίνου. Μάλιστα, το 2008, είχε δηλώσει ότι δελεάστηκε από την ιδέα να αυτομολήσει στη Σοβιετική Ένωση, όταν, τη δεκαετία του 1960, εργαζόταν στις μυστικές υπηρεσίες της Βρετανίας.
Σε συνέντευξή του τότε στους Sunday Times, ο Τζον Λε Καρέ είχε δηλώσει πως η δουλειά του για τις υπηρεσίες, όπου περνούσε πολλές ώρες αναλύοντας τη σοβιετική απειλή, τον έκανε να αναρωτηθεί πώς θα ήταν αν περνούσε στην άλλη πλευρά. Όταν ρωτήθηκε αν του είχε περάσει από το μυαλό να αυτομολήσει, δήλωσε: «Δεν δελεάστηκα ιδεολογικά. Θεέ μου, όχι, όχι, όχι. Ποτέ για ιδεολογικούς λόγους». Ωστόσο, είχε προσθέσει πως «όταν κατασκοπεύεις εντατικά και πηγαίνεις όλο και πιο κοντά στα σύνορα… φαίνεται να είναι ένα μικρό βήμα το να πηδήξεις… και, ξέρετε, να ανακαλύψεις τα υπόλοιπα».
Ο Λε Καρέ εργάστηκε για την μυστική υπηρεσία ΜI6 από το 1949 ως το 1963 όταν η ταυτότητά του αποκαλύφθηκε από τον Βρετανό πρώην πράκτορα, τον Κιμ Φίλμπι, που αυτομόλησε στη Μόσχα το ίδιο έτος. Ο Φίλμπι αποκάλυψε την ταυτότητα δεκάδων Βρετανών πρακτόρων, πολλοί από τους οποίους στη συνέχεια δολοφονήθηκαν.
Παιδί προβληματικών γονιών – ο πατέρας του ήταν μετρ στις απάτες παντός είδους και η μητέρα του εγκατέλειψε την οικογενειακή εστία, όταν ήταν πέντε ετών – σπούδασε ξένες γλώσσες στα Πανεπιστήμια Βέρνης και Οξφόρδης και το 1959 εντάχθηκε στο διπλωματικό σώμα της Μεγάλης Βρετανίας, όπου ως πράκτορας υπηρέτησε τόσο στην αντικατασκοπεία (MI5), όσο και στην κατασκοπεία (MI6).
Η πορεία του
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Δυτική Γερμανία εξέδωσε το πρώτο μυθιστόρημά του με τίτλο «Call for the Dead» (1961), το οποίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1967 με τον τίτλο «The Deadly Affair» από τον Σίντνεϊ Λούμετ. Περισσότερο αστυνομικό παρά μια ιστορία κατασκοπείας, παρουσίασε στο αναγνωστικό κοινό τον πανέξυπνο, αλλά και διακριτικό πράκτορα Τζορτζ Σμάιλι, ο οποίος έγινε ο πιο γνωστός χαρακτήρας του συγγραφέα κι εμφανίστηκε σε πολλά μεταγενέστερα έργα του. Επειδή απαγορευόταν στους διπλωμάτες – πράκτορες να χρησιμοποιούν το όνομά τους, υπέγραψε το βιβλίο, όπως και τα επόμενα, με το λογοτεχνικό ψευδώνυμο Τζον λε Καρέ («Καρέ» στα γαλλικά το τετράγωνο).
Με το τρίτο του μυθιστόρημα «Ο άνθρωπος που γύρισε από το κρύο» («The spy who came in from the cold», 1963) γνώρισε απρόσμενα μεγάλη επιτυχία. Κεντρικός ήρωας του βιβλίου του είναι ένας ηλικιωμένος βρετανός πράκτορας, ο Άλεκ Λίμας, ο οποίος έχει επιφορτιστεί από την υπηρεσία του να προσποιηθεί τον πολιτικό φυγάδα στην Ανατολική Γερμανία για να «κάψει» έναν ανώτερο πράκτορα της χώρας. Σε αντίθεση με τους λαμπερούς κατασκόπους τύπου Τζέιμς Μποντ, ο Λίμας είναι ένας μοναχικός και αποξενωμένος άνθρωπος, χωρίς αξιοσέβαστη σταδιοδρομία ή θέση στην κοινωνία.
Ύστερα από μία σειρά μυθιστορημάτων, που δεν είχαν ιδιαίτερη απήχηση, ο Λε Καρέ επέστρεψε στον Τζορτζ Σμάιλι με το βιβλίο «Και ο κλήρος έπεσε στον Σμάιλι» («Tinker, Tailor, Soldier, Spy», 1974), το πρώτο έργο μιας τριλογίας κατασκοπικών μυθιστορημάτων με κεντρικούς ήρωες τον Σμάιλι και τη νέμεσή του, τη σοβιετική κατάσκοπο Κάρλα. Το 1979 μεταφέρθηκε στην τηλεόραση και το 2011 στον κινηματογράφο με τον ίδιο τίτλο από τον σκηνοθέτη Τόμας Άλφρεντσον. Η διαμάχη Σμάιλι-Κάρλας συνεχίστηκε με τον «Έντιμο Μαθητή» («The Honourable Schoolboy», 1977) και κορυφώθηκε με το «Οι άνθρωποι του Σμάιλι («Smiley’s People», 1980), με την επιτυχημένη προσπάθειά του να φέρει την Κάρλα στη Δύση.
Το 1983 σημείωσε μία ακόμη μεγάλη επιτυχία με το μυθιστόρημα «Η μικρή τυμπανίστρια» («The Little Drummer Girl», 1983), στο οποίο διερευνά τη σύγκρουση ανάμεσα στους Ισραηλινούς και τους Παλαιστινίους. Το βιβλίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1984 από τον Τζορτζ Ρόι Χιλ και στην τηλεόραση το 2018.
Ακολούθησαν τα μυθιστορήματα «A Perfect Spy» (1986) με την ιστορία ενός διπλού πράκτορα, «Η Ρωσική Εστία» («The Russia House», 1989) που μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1990 από τον Φρεντ Σκέπιζι με πρωταγωνιστή τον Σον Κόνερι, «The Secret Pilgrim» (1991), «Νυχτερινή Βάρδια» («The Night Manager», 1993), «Our Game» (1995) που εκτυλίσσεται μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και ο «Ράφτης του Παναμά» («The Tailor of Panama», 1996) που γυρίστηκε ταινία το 2001 από τον Τζον Μπούρμαν.
«Ο Επίμονος Κηπουρός»
Το 2001 δημοσίευσε το μυθιστόρημά του «Ο Επίμονος Κηπουρός» («The Constant Gardener»- ταινία το 2005 από τον βραζιλιάνο σκηνοθέτη Φερνάντο Μεϊρέλες), στο οποίο ένας βρετανός διπλωμάτης ερευνά το θάνατο της γυναίκας του και αποκαλύπτει τις παράνομες πρακτικές μιας φαρμακευτικής εταιρείας. Το έργο αυτό ξάφνιασε κοινό και κριτικούς, καθώς απέδειξε ότι ο λε Καρέ δεν ήταν μόνο ένας συγγραφέας κατασκοπικών μυθιστορημάτων του Ψυχρού Πολέμου.
Το 2003 κυκλοφόρησαν οι «Απόλυτοι Φίλοι» («Absolute Friends»), με ήρωες δύο πράκτορες της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, που επανασυνδέονται στην Ευρώπη μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Στο μυθιστόρημά του «Νο1 καταζητούμενος» («A Most Wanted Man», 2008), που μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 2014 από τον Άντονι Κόρμπιν, παρακολουθεί τις προσπάθειες ενός τρομοκράτη – γιου ενός συνταγματάρχη της KGB – να κρυφτεί στο Αμβούργο, ενώ στο «Ένας προδότης στα μέτρα μας» («Our Kind of Traitor», 2010) – ταινία το 2016 από τη Σουζάνα Γουάιτ με τον ελληνικό τίτλο «Ένας προδότης ανάμεσά μας» – αφηγείται την ιστορία ενός ζευγαριού που βρίσκεται σε διακοπές και ακούσια εμπλέκεται σε μία περίπλοκη συνωμοσία με τη συμμετοχή ρώσων μαφιόζων, πολιτικών και διεθνών τραπεζιτών.
Παρά το προχωρημένο της ηλικίας του, ο Τζον λε Καρέ συνεχίζει να γράφει και να εκδίδει έργα του. Στο «Μια Ευαίσθητη Αλήθεια» («A Delicate Truth», 2013) ένας νεαρός δημόσιος υπάλληλος προσπαθεί να διακρίνει τι πραγματικά συνέβη κατά την παράδοση στις αρχές ενός τρομοκράτη και στο «Η Κληρονομιά των Κατασκόπων» («A Legacy of Spies», 2017) επανεξετάζει τη μεγάλη του επιτυχία «Ο κατάσκοπος που γύρισε από το κρύο», παρουσιάζοντας παλιούς και νέους χαρακτήρες. Το πιο πρόσφατο έργο του «Ο Έντιμος Άνθρωπος» («Agent Running in the Field», 2019), είναι μία ιστορία κατασκοπίας που εκτυλίσσεται το 2018 και στην οποία εντάσσει και την υπόθεση του «Brexit», στο οποίο ήταν απόλυτα αντίθετος, όντας υπέρμαχος της Ενωμένης Ευρώπης.
Πηγή: naftemporiki.gr/ sansimera.gr