H Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει ότι τα κράτη-μέλη είναι υποχρεωμένα να σέβονται και να συμμορφώνονται με το αρχείο της Κυπριακής Δημοκρατίας, που αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς και περιουσιακά στοιχεία στο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου. Αυτό περιλαμβάνεται σε απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κατόπιν γραπτής παρέμβασης του Ευρωβουλευτή Κώστα Μαυρίδη (ΔΗΚΟ – S&D) με αφορμή δημοσιεύματα στα κατεχόμενα που αναφέρονταν σε αγορά γης αξίας πολλών εκατομμυρίων ευρώ από γερμανική εταιρεία στο κατεχόμενο χωριό Λιβερά της επαρχίας Κερύνειας.

Συγκεκριμένα, στην παρέμβασή του ο κ. Μαυρίδης ενημέρωσε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις κινήσεις γερμανικής εταιρείας με σκοπό την παράνομη απόκτηση παραθαλάσσιας έκτασης γης για ανέγερση ξενοδοχείου και μαρίνας στην τουρκοκρατούμενη περιοχή της Κύπρου, κατόπιν επαφών της εταιρείας με το κατοχικό καθεστώς και παράνομους καταχραστές γης και περιουσιών στην κατεχόμενη περιοχή.  

Στην απάντηση της κ. Ferreira, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, επισημαίνεται ότι βάσει του σχετικού Κανονισμού της ΕΕ για χρηματοδοτική στήριξη για την προαγωγή της οικονομικής ανάπτυξης της τουρκοκυπριακής κοινότητας, η Επιτροπή οφείλει να διασφαλίζει ότι, κατά την εφαρμογή των δράσεων/έργων που χρηματοδοτούνται δυνάμει του Κανονισμού, γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα των φυσικών και νομικών προσώπων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ακίνητης ιδιοκτησίας και περιουσιών. Για τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή διενεργεί συστηματικές διαβουλεύσεις με τις αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας ώστε να διασφαλίζεται ότι τα δικαιώματα των ιδιοκτητών ακίνητης περιουσίας γίνονται σεβαστά σε όλες τις δράσεις που υλοποιούνται και χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του εν λόγω Κανονισμού. Η Επιτροπή σημειώνει επίσης την αδυναμία της να διασφαλίζει τα δικαιώματα των ιδιοκτητών για συναλλαγές ακινήτων στα κατεχόμενα, όπου δεν ασκεί έλεγχο η Κυπριακή Δημοκρατία.

Καταλήγοντας, η Ευρ. Επιτροπή επισημαίνει ότι όλα τα Δικαστήρια των κρατών-μελών υποχρεούνται να συμμορφώνονται με το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως αυτό αποφασίστηκε από το Δικαστήριο της ΕΕ (υπόθεση Αποστολίδης κατά Όραμς).