Η απόφαση του Τζο Μπάιντεν να επαναδιεκδικήσει την προεδρία των ΗΠΑ ήταν αναμενόμενη. Αν και η δημοτικότητά του βρίσκεται σε χαμηλό επίπεδο και η ηλικία του αποτελεί βαρίδι ο Αμερικανός πρόεδρος είναι έτοιμος να ριχθεί στη μάχη της εκλογικής αναμέτρησης του 2024, για να διασφαλίσει, όπως ο ίδιος διεμήνυσε σε διάγγελμά του, πως η δημοκρατία δεν θα κινδυνεύσει. 

Απέναντί του είναι πολύ πιθανόν πως θα βρει τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος θεωρείται το φαβορί για να κερδίσει το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών, σε μια επανάληψη του σκηνικού που παίχτηκε το 2020. Κάτι που οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν βλέπουν με θετικό μάτι, όπως έδειξαν και τελευταίες δημοσκοπήσεις, σύμφωνα με τις οποίες πιστεύουν πως ούτε ο ένας ούτε ο άλλος έπρεπε να είναι οι υποψήφιοι και πως θα ήταν καλύτερα τα δύο κόμματα να προχωρήσουν με φρέσκα πρόσωπα.

Τόσο ο Τζο Μπάιντεν όσο και ο Ντόναλντ Τραμπ κατεβαίνουν στον εκλογικό στίβο επιθυμώντας να συντρίψουν ο ένας τον άλλο. Η προηγούμενη μάχη τους, άφησε ανοικτούς λογαριασμούς, με αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό αυτό που μετρά, να είναι η δίψα τους για ρεβάνς. Ούτε η ηλικία τους, ο ένας είναι 82 ετών και o ο άλλος πλησιάζει τα 77, κάτι που σχεδόν όλοι ψηφοφόροι βρίσκουν αποθαρρυντικό στοιχείο, δεν στάθηκε ικανή να τους σταματήσει. 

Η εκλογική αναμέτρηση του 2024 θα κυλίσει σε ένα κλίμα ακόμη μεγαλύτερης πόλωσης από αυτή που έχουν βιώσει οι Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι τώρα. O Τζο Μπάιντεν έχει πετύχει μερικές από τις πιο φιλόδοξες νομοθετικές νίκες οποιουδήποτε σύγχρονου προέδρου, συμπεριλαμβανομένου ενός πακέτου μέτρων για την πανδημία, ύψους 1,9 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, ενός προγράμματος ύψους ενός τρισεκατομμυρίων δολαρίων για τις υποδομές καθώς και σημαντικών επενδύσεων για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, τη μείωση του κόστους των συνταγογραφούμενων φαρμάκων για τους ηλικιωμένους, τη θεραπεία και την ανάπτυξη της βιομηχανίας ημιαγωγών της χώρας. 

Εκεί που απέτυχε είναι να ενώσει το απόλυτα διχασμένο αμερικανικό έθνος με την κοινωνία να είναι διχασμένη σε πάρα πολλά ζητήματα από το θέμα των αμβλώσεων και της κλιματικής αλλαγής μέχρι την οπλοκατοχή και τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. Το κλίμα όξυνσης ενδεχομένως να ευνοεί τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος άλλωστε και στο παρελθόν έδειξε να ποντάρει στα χειρότερα ένστικτα των ψηφοφόρων του για να εκλεγεί. Η συνέχεια αναμένεται να είναι επεισοδιακή με τον διχασμό και την οξύτητα να συνεχίζουν να χαρακτηρίζουν το αμερικανικό πολιτικό σκηνικό.