Επίσημο «όχι» από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, εισέπραξε χθες η πρόταση του ΔΗΚΟ για τροποποίηση της νομοθεσίας του ΓεΣΥ ώστε να επιτρέπεται η παραμονή των εκτός ΓεΣΥ γιατρών στα νοσοκομεία του συστήματος για διάστημα δύο ετών μετά την ένταξη τους.

Παράλληλα, μετά το ΑΚΕΛ, αρνητικά τοποθετήθηκε χθες και ο ΔΗΣΥ στο ενδεχόμενο συμμετοχής του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου στο διοικητικό συμβούλιο του ΟΑΥ, βάζοντας έτσι στην ουσία τέρμα στις όποιες σκέψεις και εάν γίνονταν για κατάθεση σχετικής πρότασης νόμου.

Από πλευράς ΔΗΚΟ, εξάλλου, κατά τη χθεσινή συνεδρίαση της επιτροπής Υγείας της Βουλής, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος Πανίκος Λεωνίδου, διευκρίνισε ότι ο ίδιος την περασμένη εβδομάδα, έκανε μια απλή αναφορά η οποία στη συνέχεια προκάλεσε «ολόκληρες συζητήσεις». «Δεν ήταν πρόταση, (για συμμετοχή του ΠΙΣ στο δ.σ. του ΟΑΥ), ήταν μια αναφορά κατά τη διάρκεια της συζήτησης της πορείας υλοποίησης του ΓεΣΥ», είπε ο κ. Λεωνίδου.

Κατά την αρχική του τοποθέτηση σε ό,τι αφορά την πρόταση νόμου για τους εκτός ΓεΣΥ γιατρούς των νοσηλευτηρίων που αποφασίζουν να ενταχθούν στο σύστημα, ο κ. Λεωνίδου ανέφερε ότι «οι ιδιοκτήτες κάθε νοσηλευτηρίου έχουν το δικαίωμα να αποφασίσουν την ένταξή του στο ΓεΣΥ, ωστόσο, θεωρούμε ότι θα πρέπει να δίνεταιπίστωση χρόνου στους γιατρούς που δεν είναι συμβεβλημένοι με το σύστημα, αλλά προσφέρουν ενδοσοκομειακή φροντίδα εντός αυτών των νοσηλευτηρίων, να προετοιμαστούν και να αναζητήσουν αλλού επαγγελματική στέγη».

Ένας σημαντικός αριθμός ιατρών, είπε ο κ. Λεωνίδου, «θα βρεθούν εκτεθειμένοι, χωρίς επαγγελματική στέγη, χωρίς χειρουργεία και δεν θα μπορούν να ασκήσουν το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα τους για ελεύθερη άσκηση του επαγγέλματος τους». Η πρόταση, πρόσθεσε, «είναι καθόλα συνταγματική».

Ο λόγος δόθηκε στη συνέχεια στον εκπρόσωπο των περίπου 40 γιατρών της Πολυκλινικής «Υγεία» στη Λεμεσό, τους οποίους και αφορά η συγκεκριμένη πρόταση αφού η διεύθυνση του νοσηλευτηρίου στο οποίο στεγάζονται ή/και είναι μέτοχοι, αποφάσισε την ένταξη του νοσοκομείου στο ΓεΣΥ. Όπως είπε ο πνευμονολόγος Χάρης Αρμεύτης, η απόφαση αυτή, «για την οποία εμείς δεν έχουμε ενημερωθεί επίσημα από το νοσηλευτήριο, ουσιαστικά μας αφήνει επαγγελματικά άστεγους».

Εξήγησε ότι αίτημα των γιατρών είναι «ή να ψηφιστεί η πρόταση του ΔΗΚΟ, ώστε οι γιατροί να έχουν χρόνο να εξεύρουν νέα επαγγελματική στέγη, ή να ανασταλεί η ένταξη του νοσηλευτηρίου στο ΓεΣΥ, μέχρι να μπορέσουν οι γιατροί να εξασφαλιστούν». Στην ουσία, τόνισε, «θα αφήσουμε εκτεθειμένους και τους χιλιάδες ασθενείς μας οι οποίοι επιλέγουν να έρθουν σε εμάς για να εξυπηρετηθούν».

Η συζήτηση στην ουσία «πάγωσε» αμέσως μετά την τοποθέτηση του κ. Αρμεύτη όταν τον λόγο πήρε η γενική διευθύντρια του υπουργείου Υγείας, Χριστίνα Γιαννάκη, εκφράζοντας την αντίθεση του Υπουργείου στην πρόταση: «Το υπουργείο Υγείας δεν συμφωνεί με την πρόταση νόμου. Δεν συμφωνεί με την τροποποίηση του νόμου. Η συγκεκριμένη τροποποίηση προφανώς επηρεάζει διάφορες πρόνοιες της νομοθεσίας γενικά, με αποτέλεσμα να τίθεται σε κίνδυνο η ορθή εφαρμογή του νόμου σε οριζόντια βάση».

Μετά την τοποθέτηση της κ. Γιαννάκη, η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας ενημέρωσε την επιτροπή ότι η ίδια, από την στιγμή που το Υπουργείο απορρίπτει την πρόταση, δεν μπορεί να τοποθετηθεί αφού λειτουργεί ως εκπρόσωπος του κράτους και των υπουργείων. Η άποψη της αυτή, προκάλεσε την αντίδραση των Πανίκου Λεωνίδου και Μαρίνου Σιζόπουλου.

Εντύπωση πάντως και παρά το γεγονός ότι δεν αφορούσαν τη συζήτηση, προκάλεσαν κάποιες αναφορές του προέδρου του ΠΙΣ, Πέτρου Αγαθαγγέλου. Συμφωνώντας με τα όσα είχε αναφέρει ο κ. Αρμεύτης, ο κ. Αγαθαγγέλου ενημέρωσε την επιτροπή για τον αριθμό των γιατρών στην Κύπρο λέγοντας μεταξύ άλλων: «Γεμίσαμε με περιπατητές γιατρούς από την Ελλάδα και αλεξιπτωτιστές γιατρούς, δεν ξέρω και εγώ από πού. Αλλοιώθηκε ο δημογραφικός χαρακτήρας του πληθυσμού των γιατρών της Κύπρου και με όλα όσα γίνονται και τις στρεβλώσεις που παρατηρούνται έπεσε η ποιότητα των υπηρεσιών».