Σε προτεραιότητα βάζει η Κυβέρνηση τη δημιουργία ανεξάρτητης αρχής ασφάλειας των τροφίμων με στόχο την ενίσχυση των ελέγχων, από την παραγωγή έως την κατανάλωση, και την εξασφάλιση ενός υψηλού επιπέδου υγείας για τον άνθρωπο και προστασίας για τον καταναλωτή.

Η εν λόγω Αρχή θα επιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, έκτακτα περιστατικά που αφορούν την ασφάλεια των τροφίμων. Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες -εκτός από την Κύπρο- λειτουργούν σήμερα ανεξάρτητες αρχές ασφάλειας τροφίμων, ενώ σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει εγκαθιδρυθεί και λειτουργεί η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA).

Η δημιουργία της Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων της Κύπρου θα είναι μια σημαντική προσφορά προς στον Κύπριο πολίτη, κάτι που φαίνεται ότι έχει θέσει σε προτεραιότητα η Προεδρία με στόχο η Αρχή να είναι σύγχρονη και αποτελεσματική για να παρέχει και η Κύπρος το υψηλό επίπεδο ασφάλειας τροφίμων που προσφέρει η ΕΕ για τους πολίτες της.

Για τη δημιουργία της ανεξάρτητης Αρχής απαιτείται συντονισμός των Υπουργείων Υγείας και Γεωργίας από όπου προέρχονται οι διάφορες υπηρεσίες που δραστηριοποιούνται σήμερα στην Κύπρο για την εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την ασφάλεια των τροφίμων. Αρμόδια τμήματα και υπηρεσίες που καλούνται να συνεργαστούν είναι το Γενικό Χημείο του κράτους, οι Υγειονομικές Υπηρεσίες (Υπουργείου Υγείας και Δήμων), το Τμήμα Γεωργίας και οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες.

Η Κυβέρνηση θεωρεί αναγκαιότητα την ίδρυση ανεξάρτητης αρχής και έχει ωριμάσει πλέον ο χρόνος για το βήμα αυτό λόγω και των αυξανόμενων ανησυχιών για την ασφάλεια των τροφίμων.

Σημειώνεται ότι για την ίδρυση της κυπριακής αρχής ασφάλειας τροφίμων υπάρχει Απόφαση Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 13/6/2007. Δεκαεπτά χρόνια μετά, με οδηγίες της Προεδρίας, το νομοσχέδιο βγαίνει από τη ναφθαλίνη και με πρωτοβουλία της Γενικής Διευθύντριας του Υπουργείου Υγείας δρ Χριστίνας Γιαννάκης προωθείται η υλοποίηση της Αρχής με στόχο την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών σε σχέση με την ασφάλεια των τροφίμων (και ζωοτροφών) και τη δημόσια υγεία.

Για να τεθεί σε λειτουργία η Αρχή πρέπει να ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζεται ότι:
(α) τα τρόφιμα που παράγονται, παρασκευάζονται, συσκευάζονται, διανέμονται ή πωλούνται εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας,
(β) τα τρόφιμα που εισάγονται από τρίτες χώρες και
(γ) τα τρόφιμα που διακινούνται μέσω του διακοινοτικού εμπορίου, τηρούν τα ανώτατα όρια υγιεινής και ποιότητας των τροφίμων. Για τη διασφάλιση του στόχου αυτού, λαμβάνονται όλα τα ευλόγως απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίζεται ότι τα τρόφιμα συνάδουν με τη νομοθεσία, με τις διατάξεις των γενικά αναγνωρισμένων προτύπων, κωδικών ορθής πρακτικής ή ορθής κατασκευαστικής πρακτικής.

Στην Κύπρο το 2003 δημιουργήθηκε το Συμβούλιο Ασφάλειας Τροφίμων ως συντονιστικός φορέας για τον προγραμματισμό και το συντονισμό των δραστηριοτήτων για τους ελέγχους που εφαρμόζουν οι διαφορές υπηρεσίες και οι φορείς του κρατικού τομέα. Το Συμβούλιο Ασφάλειας Τροφίμων αναλαμβάνει τη συλλογή δεδομένων από την εφαρμογή των εν λόγω προγραμμάτων, ενώ εκτιμά και την επάρκεια των ελέγχων που διενεργούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Ωστόσο, ελλείψει κατάλληλου νομοθετικού πλαισίου και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων, δεν μπορεί να επιβλέψει και να διορθώσει προβλήματα και αδυναμίες αφού οι αποφάσεις του δεν είναι δεσμευτικές για τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες.

Η αδυναμία αυτή εντοπίστηκε από την Κυβέρνηση τέσσερα μόλις χρόνια μετά τη λειτουργία του Συμβουλίου Ασφάλειας Τροφίμων και το Υπουργικό Συμβούλιο στις 13/6/2007 υιοθέτησε πρόταση του Υπουργείου Υγείας για τη δημιουργία ανεξάρτητης αρχής ασφάλειας τροφίμων με αποτελεσματικό νομικό πλαίσιο. Προηγήθηκε έκθεση ειδικού εμπειρογνώμονα από την Ιρλανδία τον οποίο μετακάλεσε το Υπουργείο Υγείας για μελέτη του συστήματος ελέγχου τροφίμων και υποβολή εισήγησης για πιθανή δημιουργία αρχής ασφάλειας τροφίμων. Η σχετική νομοθεσία καταρτίστηκε και με βάση αυτή οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, θα καλούνται να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην υλοποίηση των προγραμμάτων ελέγχου και άλλων δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές τους. Στόχος βέβαια ήταν να σταματήσει να συμβαίνει αυτό που γίνεται σήμερα, να καθορίζονται δηλαδή επί μέρους προγράμματα από τις υπηρεσίες, με γνώμονα τι θεωρεί η κάθε μια ότι αποτελεί προτεραιότητα στον τομέα της.

Ωστόσο, η διαδικασία ουδέποτε προχώρησε, κυρίως λόγω ενστάσεων των εμπλεκόμενων υπηρεσιών που προέρχονταν από το Υπουργείο Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος. Κατά καιρούς το θέμα επανερχόταν χωρίς όμως να προχωρήσει, παρόλο που η νομοθεσία είναι έτοιμη από το 2017 και το μόνο που απαιτείται είναι επικαιροποίησή της.

Ο τομέας της ασφάλειας τροφίμων είναι πολύ ευαίσθητος, άπτεται σημαντικών υποχρεώσεων της Κύπρου έναντι της Ευρωπαϊκή Ένωσης και έχει άμεση σχέση με τη δημόσια υγεία, την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και σοβαρό αντίκτυπο στον τομέα των επιχειρήσεων, του τουρισμού, με προεκτάσεις στην οικονομία του τόπου.

Η αδυναμία του Συμβουλίου Ασφάλειας Τροφίμων εντοπίστηκε και από την Έφορο Εσωτερικού Ελέγχου το 2017 που παρά τις συγκεκριμένες υποδείξεις και παρατηρήσεις δεν έγινε καμία ενέργεια.
Με οδηγίες της Προεδρίας προς τη διεύθυνση του Υπουργείου Υγείας, η γενική διευθύντρια του Υπουργείου Υγείας δρ Χριστίνα Γιαννάκη ανέλαβε πρωτοβουλία με στόχο, χωρίς καθυστέρηση, να ιδρυθεί και να λειτουργήσει Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων.

Το τελευταίο διάστημα βρίσκονται σε εξέλιξη συναντήσεις με σκοπό την επαναφορά του νομοσχεδίου για διαβούλευση με τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες. Στην ομάδα εργασίας συμμετέχει επιστημονικός συνεργάτης του Προέδρου Χριστοδουλίδη, καθώς και εκπρόσωπος της Κυπριακής Δημοκρατίας στην EFSA. Ακολούθως, το τελικό νομοσχέδιο που θα προκύψει, αφού λάβει την έγκριση από το Υπουργείο Οικονομικών, θα τεθεί για νομοτεχνικό έλεγχο και τέλος θα υποβληθεί πρόταση στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση. Στόχος να δημιουργηθεί αποτελεσματική Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων το συντομότερο, με κατάλληλα καθορισμένες αρμοδιότητες, δομή και όφελος και η οποία θα στελεχώνεται με ολιγάριθμο προσωπικό, ακόμα και με αποσπάσεις, ώστε να μην επιβαρύνεται σημαντικά ο κρατικός προϋπολογισμός.

Διατροφικές βόμβες στο πιάτο μας

Κατά καιρούς τα συστήματα για την ασφάλεια των τροφίμων δέχτηκαν πρωτοφανείς πιέσεις με σημαντικές διατροφικές κρίσεις, οι πλείστες από εσκεμμένες ενέργειες που αποσκοπούν στο εύκολο, αλλά παράνομο κέρδος, παραπλανώντας τόσο τους καταναλωτές όσο και τις επιχειρήσεις τροφίμων. Αποτέλεσμα, προϊόντα που φθάνουν στο πιάτο μας ενδέχεται να κρύβουν τους πλέον σοβαρούς κινδύνους για την υγεία μας. Διοξίνες, σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια, απαγορευμένες χρωστικές ουσίες, μελαμίνη σε σκόνη γάλακτος, βοδινό κρέας αντικαταστάθηκε με αλογίσιο, ενώ υπάρχουν και άλλου είδους απάτες με νοθεία ελαιολάδου, μελιού, αλλά και αλκοολούχων ποτών.

Η αναζήτηση από τους καταναλωτές για τρόφιμα σε ελκυστικές τιμές ελέω της οικονομικής κρίσης οδήγησε στην έξαρση των περιπτώσεων απάτης και στην Κύπρο, με επιτήδειους να εκμεταλλεύονται το γεγονός ότι τα θέματα αυτά είναι σε χαμηλή προτεραιότητα από τις αρμόδιες αρχές, παρ’όλους τους σοβαρούς κινδύνους που ενέχουν για την υγεία μας, με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να εμφανίζονται εντελώς ανυπεράσπιστοι.

Σήμερα οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες δεν τυγχάνουν κρατικού ελέγχου. Ουσιαστικά, ελέγχουν τους ίδιους τους εαυτούς τους. Το γεγονός αυτό τους δίνει την δυνατότητα της απόκρυψης λαθών και παραλήψεων. Για παράδειγμα στις ζωοτροφές, κυρίως αυτές των ιχθυοτροφείων, χρησιμοποιείτο η ουσία αιθοξυκίνη ως αντιοξειδωτικό.

Μετά από έρευνες η EFSA απαγόρευσε τη χρήση της από τον Ιούνιο του 2020 λόγω γονιδιοτοξικότητας μεταβολίτη της. Στη Κύπρο η χρήση της συνεχιζόταν μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2021, αφού το αρμόδιο Τμήμα Γεωργίας δεν προχώρησε σε έλεγχο εξακρίβωσης της συμμόρφωσης με την τροποποιητική ευρωπαϊκή νομοθεσία για την απαγόρευση χρήσης αιθοξυκίνης.

Μάλιστα, το πρόβλημα εντοπίστηκε κατόπιν ενημέρωσης από τον προμηθευτή των ιχθυοτροφών. Στη συνεχεία προσκομίστηκαν από τις Κτηνιατρικές υπηρεσίες στο Γενικό Χημείο του Κράτους δείγματα ψαριών, έγιναν οι σχετικοί έλεγχοι και η ουσία εντοπίσθηκε σε ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας τα οποία καταναλώθηκαν από τον κύπριο καταναλωτή. Το παράδειγμα αυτό καταδεικνύει την έλλειψη ελέγχου για την εφαρμογή της τροποποιητικής ευρωπαϊκής νομοθεσίας, γεγονός το οποίο θα αποτρεπόταν με την ύπαρξη Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων.

Tρόφιμα αμφιβόλου ποιότητας

Η μη ύπαρξη Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν κενά στον συντονισμό των αρμοδίων Αρχών σε οριζόντιες αρμοδιότητες που αφορούν την ασφάλεια των τροφίμων. Η Κύπρος είναι η μόνη χώρα της ΕΕ η οποία δεν έχει Εθνική Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων, αφού όσες χώρες κράτη μέλη δεν είχαν, έχουν ήδη δημιουργήσει. Ακόμα και χώρες εκτός ΕΕ έχουν δημιουργήσει Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων π.χ. η Αλβανία.

Η ύπαρξη αναποτελεσματικού συστήματος ασφάλειας τροφίμων καθιστά την Κύπρο πόλο έλξης τροφίμων ή και προϊόντων αμφιβόλου ποιότητας, κίνδυνος ο οποίος μεγιστοποιείται και λόγω της οικονομικής κρίσης. Έχει βρεθεί ότι εισαγόμενες παρτίδες τροφίμων ή και προϊόντων που αποδείχτηκαν προβληματικές, είχαν αποσταλεί μόνο στην Κύπρο.

Η μη ύπαρξη ικανού και αποτελεσματικού φορέα ελέγχου και συντονισμού για την ασφάλεια των τροφίμων είχε σαν αποτέλεσμα η νομοθεσία για τον έλεγχο των τροφίμων να μην εκσυγχρονισθεί. Παρόλο που το πρόβλημα είναι χειροπιαστό και συγκεκριμένο δεν έχουν γίνει οι απαραίτητες αλλαγές (οι αλλαγές εκκρεμούν εδώ και μερικά χρόνια) με αποτέλεσμα να χάνονται υποθέσεις στο Δικαστήρια λόγω κενών στη σχετική με τα τρόφιμα νομοθεσία και να μην επιβάλλονται ποινές.

Η Κύπρος είναι η πρώτη από τα κράτη-μέλη της ΕΕ σε κρούσματα καρκίνων και μάλιστα σε πολύ πιο νεαρές ηλικίες από άλλες χώρες. Επισημαίνεται ότι όχι μόνο οι διατροφικές συνήθειες αλλά και η ποιότητα των τροφίμων όσον αφορά την ασφάλεια τους έχουν σημαντικό συντελεστή στην ανάπτυξη κακοηθειών. Το σύστημα δειγματοληψιών χρήζει βελτίωσης, αφού το υπάρχον σύστημα έχει αδυναμίες π..χ δεν μπορεί να αποκλεισθεί ότι οι παραγωγοί τροφίμων δεν γνωρίζουν πότε και για ποιο προϊόν θα ελεγχθούν.

Προβλήματα τα οποία παρουσιάστηκαν πρόσφατα με τα σφαγεία στα οποία έγινε και παρέμβαση του Γενικού Ελεγκτή θα αποφεύγοντο αν υπήρχε Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι για την παραγωγή και προμήθεια των τροφίμων στον πληθυσμό της Κύπρου διακινείται μεγάλος όγκος χρημάτων και πως το σύστημα ελέγχου τροφίμων στη Κύπρο ως έχει σήμερα έχει σοβαρές αδυναμίες, δημιουργείται υπόστρωμα για την ανάπτυξη διαφθοράς και αισχροκέρδειας εις βάρος όχι μόνο της τσέπης των πολιτών αλλά και εις βάρος της υγείας τους και της υγείας των παιδιών μας.

OΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ

Με βάση το νομοσχέδιο που ετοιμάστηκε το 2017, η Αρχή θα έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: Διαμόρφωση πολιτικής και χάραξη στρατηγικής για την ασφάλεια των τροφίμων, συντονισμός σχεδιασμού πολυετών σχεδίων ελέγχου τα οποία απαιτεί η Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς και των εθνικών σχεδίων και η επιτήρηση εφαρμογής των σχεδίων αυτών, συντονισμός δραστηριοτήτων στην εφαρμογή της νομοθεσίας για τα τρόφιμα με σκοπό την αποφυγή επικαλύψεων ή κενών, εκτίμηση της επάρκειας των ελέγχων που διενεργούνται από τους επίσημους φορείς, εκτίμηση των κινδύνων σχετικών με τα τρόφιμα, διαχείριση των κινδύνων και κοινοποίηση πληροφοριών στις αρμόδιες υπηρεσίες και όπου είναι αναγκαίο ενημέρωση των καταναλωτών, εκτίμηση της αποτελεσματικότητας της προληπτικής πολιτικής, των διορθωτικών/βελτιωτικών μέτρων και σχετικών προσεγγίσεων, ενημέρωση και πληροφόρηση των καταναλωτών για τα θέματα ασφάλειας τροφίμων, επικοινωνία/συνεργασία με άλλες παρόμοιες αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων, διενέργεια ερευνητικών προγραμμάτων σε συνεργασία με άλλους κρατικούς ή ιδιωτικούς οργανισμούς.

ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΡΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΩΝ

Η Κύπρος πρωτεύει μεταξύ των χωρών της ΕΕ στη χρήση αντιβιοτικών και φυτοφάρμακων, γεγονός το οποίο θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά με την επιτήρηση και λήψη οριζοντίων μέτρων από την Αρχή. Όσον αφορά την υπερβολική χρήση αντιβιοτικών, αυτή οφείλεται κυρίως στην πολύ συχνή χρήση τους από τις φάρμες παραγωγής ζώων, όχι για να αντιμετωπισθούν ασθένειες που προσέβαλαν τα ζώα, αλλά προληπτικά για να μην προσβληθούν από ασθένειες. Πρόκειται για την εύκολη λύση αντί της βελτίωσης των συνθηκών υγιεινής στις μονάδες παραγωγής. Συνεπακόλουθο, ο πληθυσμός της χώρας μας να καταγράφει υψηλά επίπεδα μικροβιολογικής αντοχής στα αντιβιοτικά.

Για το συγκεκριμένο πρόβλημα έγιναν κατά καιρούς εισηγήσεις ακόμα και στο πλαίσιο των συνεδριάσεων του Συμβουλίου Ασφάλειας Τροφίμων, ωστόσο ουδέποτε υλοποιήθηκαν. Όσον αφορά τα φυτοφάρμακα εκτός από την υπερβολική χρήση εγκεκριμένων φυτοφαρμάκων υπάρχει και το πρόβλημα της χρήσης απαγορευμένων ή/και μη εγκεκριμένων φυτοφαρμάκων από την ΕΕ τα οποία οι παραγωγοί προμηθεύονται από τα κατεχόμενα και δεν εντοπίζονται σε πρώιμο στάδιο (στο στάδιο της παραγωγής) αφού το σύστημα ελέγχου στους χώρους παραγωγής και όχι μόνο είναι ανεπαρκές.

Σημειώνεται χαρακτηριστικά ότι εντοπίστηκε από το Γενικό Χημείο του Κράτους απαγορευμένο φυτοφάρμακο σε οίνους στην αγορά. Το εν λόγω φυτοφάρμακο πέρασε στον οίνο από τα σταφύλια που ψεκάστηκαν με αυτό και ανιχνεύθηκε από ελέγχους επί των οίνων στην αγορά. Αποτέλεσμα ήταν η αχρήστευση μόνο από τον ΣΟΔΑΠ 151 τόνων οίνου που είχε σε απόθεμα. Η ποσότητα αυτή, αξίας €150.000, δόθηκε για παραγωγή βιοαερίου και δόθηκε προς τον ΣΟΔΑΠ, μετά από παρέμβαση του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας, το ποσό των €40.000 ως αποζημίωση. Ο έλεγχος για ανίχνευση του απαγορευμένου φυτοφαρμάκου σε όλα τα αποθέματα και όλες τις παρτίδες του ΣΟΔΑΠ έγινε με πρωτοβουλία του ΣΟΔΑΠ και όχι με έλεγχο ή παρέμβαση/υπόδειξη των αρμοδίων αρχών, ως έπρεπε να γίνει.