Ο Πανίκος Νεοκλέους, συγγραφέας – ερευνητής, θυμάται όλους αυτούς τους «ξεχασμένους» ανθρώπους. 

Νύχτα Πρωτοχρονιάς. Πήγα μια βόλτα νωρίς το βράδυ. Χιλιάδες λαμπιόνια και πολύχρωμα στολίδια στους δρόμους και στις πλατείες. Κάποιοι άνθρωποι φορτωμένοι με τα τελευταία τους ψώνια και κάποιοι από νωρίς στολισμένοι για τα ρεβεγιόν. Όλα μοιάζουν αγγελικά πλασμένα. Μοιάζουν… Όμως…
Κάπου, πάνω σε ένα χαρτόνι, σε κάποια γωνιά, με σκυμμένο το κεφάλι, κάθεται ένα παιδάκι με απλωμένο το χέρι. Περιμένει καρτερικά τη δική μας «μεγαλοψυχία», να του ρίξουμε κάτι ασήμαντο από το περίσσευμά μας. Δεν μπόρεσα να μάθω αν το παιδί είχε το κεφάλι σκυμμένο από «ντροπή» ή από πόνο ή από το κρύο που φέτος την Πρωτοχρονιά τρυπούσε τα κόκαλα. Πάντως το κεφάλι το είχε σκυμμένο και αυτό είναι το σημαντικό. Δεν κρατούσε στα χέρια του κάποιο παιγνίδι. Είχε το χέρι απλωμένο περιμένοντας στο κρύο να του ρίξουμε κάτι για να έχει αύριο ένα κομμάτι ψωμί και ίσως ένα ζεστό ρούχο. 
Μάτωσα στη σκέψη ότι αυτό το παιδί δεν είναι το μόνο στην ευημερούσα Κύπρο των πρόσφατων μνημονίων. Είναι σίγουρο ότι τέτοια παιδιά υπάρχουν χιλιάδες στην Κύπρο και εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο. Πήγε το μυαλό μου στα παιδιά των πολιτικών και άλλων προσφύγων. Πήγε το μυαλό μου στις εκατοντάδες ηλικιωμένους γονείς που ξεχασμένοι για χρόνια ζούνε μονάχοι σε κάποιο γηροκομείο ή σε κάποια τρώγλη. Υπάρχουν χιλιάδες «ξεχασμένα» παιδιά. Υπάρχουν χιλιάδες «ξεχασμένοι» γονείς, τη στιγμή που τα ίδια τα παιδιά τους ζουν στα σπίτια που με κόπους και θυσίες ετοίμασαν για αυτά. 
Και να το τραγούδι που δεν λέει να με αφήσει. «Άνθρωποι μονάχοι, σαν ξερόφυλλο του ανέμου, σαν ξωκκλήσι ερημωμένο… Άνθρωποι μονάχοι».
Καλή χρονιά με την ευχή: Παπάδες, πολιτικοί και άλλοι… Του χρόνου πιο ανθρώπινοι.