Ο Χρυσόστομος Ρουσής, M.Ed. (πρώην γυμνασιάρχης) αναφέρεται σε ξένες λέξεις στο λεξιλόγιο της Νεοελληνικής.
«Τη γλώσσα μού έδωσαν ελληνική… μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου…» Οδυσσέα Ελύτη. Αποφεύγουμε, λοιπόν, ξένες λέξεις, όταν υπάρχουν αντίστοιχες ελληνικές: αβαντάζ (πλεονέκτημα), γκλάμουρ (αίγλη), καριέρα (σταδιοδρομία), ντιζάιν (σχέδιο), πρεστίζ (κύρος), σνομπάρω (περιφρονώ, υποτιμώ). Όμως, αρκετές λέξεις έχουν ενσωματωθεί στο λεξιλόγιο της Νεοελληνικής και δεν είναι εύκολο να τις αποφύγουμε.
Ακολουθούν, κατά αλφαβητική σειρά, ξένες λέξεις, που ακούμε και διαβάζουμε:
Ατζέντα (αγγλική agenda) η ημερήσια διάταξη, o προκαθορισμένος κατάλογος θεμάτων προς συζήτηση: «Το μεταναστευτικό και τα μέτρα για τον κορωνοϊό είναι στην ατζέντα του Εθνικού Συμβουλίου». – «Οι απαιτήσεις της Άγκυρας παραπέμπουν στη μακρά ατζέντα με τις αξιώσεις της Τουρκίας, στη Γαλάζια Πατρίδα».
Βάιραλ (αγγλική viral) είναι κάτι που έχει γίνει πολύ γνωστό, όπως ένα τραγούδι / μια εικόνα / ατάκα, που αγάπησε πολύ ο κόσμος, χωρίς να σημαίνει ότι είναι και κάτι αξιόλογο.
Βεντέτα (ιταλική vendetta) 1. εκδικητική συμπεριφορά 2. πρόσωπο με μεγάλη φήμη
Βεράντα (ιταλικήveranda, αγγλικήveranda) εξώστης, μπαλκόνι
Βίντεϊτζ (αγγλική vintage (για κρασί) εκλεκτό, παλαιωμένο (old and high quality)
Βίντεο (αγγλική video) μαγνητοσκόπιο, συσκευή που καταγράφει σε ειδικές κασέτες τηλεοπτική εικόνα και ήχο: «Μ’ αρέσει να παρακολουθώ βιντεοκασέτες».
Βέτο (αγγλική veto) η αρνητικήπαρέμβαση για να σταματήσει μια διαδικασία, η αρνησικυρία: «Aσκώ βέτο σε μια απόφαση». – «H Τουρκία άσκησε βέτο στην αίτηση τής Κυπριακής Δημοκρατίας να συμμετάσχει ως παρατηρητής στη Διάσκεψη για τον Αφοπλισμό». – «Απομακρύνεται η πιθανότητα κυπριακού βέτο για τη Λευκορωσία»
Βίζα (γαλλική visa) 1. το έγγραφο που επιτρέπει την είσοδο και παραμονή ενός αλλοδαπού σε μια ξένη χώρα «χορήγηση βίζας 2. πιστωτική κάρτα
Βιτρό (γαλλική vitraux) η υαλογραφία, το υαλογράφημα (χρωματισμένο γυαλί που χρησιμοποιούμε για να κατασκευάσουμε διακοσμημένα παράθυραή άλλα αντικείμενα.
Γιαούρτι (τουρκική) πηγμένο γάλα
Γινάτι (τουρκική) πείσμα
Γιου τιούμπ (αγγλική You Tube, 2005) ιστότοπος, που επιτρέπει κοινοποίηση, αποθήκευση, αναζήτηση και αναπαραγωγή ψηφιακών βίντεο και ψηφιακών ταινιών.
Γκάλοπ (αγγλική gallop) δημοσκόπηση, σφυγμομέτρηση: «Tα πολιτικά κόμματα δέχονται τα αποτελέσματα των γκάλοπ όταν τους ευνοούν».
Πηγή: Βικιλεξικό (Wiktionary), Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.