Κωνσταντία Σωτηρίου: «Πικρία χώρα», εκδόσεις Πατάκη, 2019

Η Κωνσταντία Σωτηρίου είναι συγγραφέας με απίστευτη αυτοπειθαρχία, στοχοπροσήλωση, εργατικότητα και μεθοδικότητα. Η καθαρότητα των στοχεύσεων της, η διαύγεια των οραματισμών της, ο αισθητικός και ιδεολογικο-νοηματικός μπούσουλας της, εν πολλοίς προεξοφλούν και το αποτέλεσμα των συγγραφικών εγχειρημάτων της. Του λόγου το αληθές μαρτυρούν οι τρεις νουβέλες της: «Η Αϊσέ πάει διακοπές», (2015) «Φωνές από χώμα», (2017) και «Πικρία χώρα», (2019) που θα επιχειρήσω να παρουσιάσω με αυτό το ευσύνοπτο  σημείωμα.

Αρχικά κάποιες συγκριτικές επισημάνσεις. Πρώτα τα κοινά χαρακτηριστικά των τριών έργων. Και οι τρεις νουβέλες πραγματεύονται δράματα από τη γυναικεία οπτική γωνία θέασης και αισθητικής. Αυτό ουδόλως στενεύει τους ορίζοντες της τριλογίας. Αφού η νοηματοδότηση και των τριών έργων είναι πανανθρώπινη και υπερβατική.

Από εκεί και πέρα τα κοινά χαρακτηριστικά και των τριών βιβλίων είναι πολλά και έχουν ειδολογικό και τεχνοτροπικό χαρακτήρα, αλλά και εφαπτόμενες θεματικές από τη σύγχρονη πολιτική ιστορία του νησιού μας, που σωρευτικά συνθέτει αυτό που συνηθίσαμε να αποκαλούμε κυπριακό δράμα.

Όταν παρουσίαζα από αυτήν εδώ τη στήλη τη νουβέλα «Η Αϊσέ πάει διακοπές», μιλούσα για την υπέρβαση του φόβου που κατακλύζει τις ψυχές των ανθρώπων και χαρακτήριζα την Κ.Σ. συγγραφέα μακράς βάσεως, καθότι «αυτό προεξοφλεί το κατεκτημένο ήδη αισθητικό υπόβαθρο». («Φ», 21.12.2015)

Όταν παρουσίαζα, από εδώ και πάλι τη δεύτερη νουβέλα «Φωνές από χώμα», έκανα λόγο για αποδόμηση εθνοτικών μύθων και για «κριτικό στίγμα της συγγραφέως που βάζει το δικό του λιθαράκι ούτως ώστε ο λαός μας, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, να οδηγηθεί, επιτέλους, στην αυτογνωσία». («Φ», 28.5.2018)

Σήμερα, παρουσιάζοντας την «Πικρία χώρα» έχω να πω πως αυτό το βιβλίο συνιστά ένα ύμνο, στη συγχώρεση, τη λήθη και τη συμφιλίωση. Ακόμα, αν διδάσκει κάτι αυτό το τελευταίο έργο της Κ.Σ. είναι ότι ο πόνος όχι μόνο μπορεί και να μην διχάζει τους ανθρώπους, μπορεί να τους ενώνει κιόλας, να τους κάνει ανθρωπινότερους, συμπονετικούς και αλληλέγγυους.

Όπως και οι προηγούμενες νουβέλες η «Πικρία χώρα» έχει άριστη αρχιτεκτονική δόμηση, αξιοζήλευτη συμμετρία ανάμεσα στο αφηγηματικό και το διαλογικό μέρος, ανάμεσα στη ρεαλιστική και την ιδεαλιστική παράθεση των δρώμενων, «εξωτερικών» και «εσωτερικών».

Η αλληγορία σ’ αυτό το βιβλίο καταλαμβάνει πιο ουσιαστικό χώρο απ’ όσο καταλάμβανε στα δύο προηγούμενα έργα. Εδώ η αλληγορία δεν είναι απλώς σποραδικά εμβόλιμη όπως συνέβαινε προηγουμένως. Τώρα είναι στέρεη, εξελικτική και χωριστή αφηγηματική γραμμή που λειτουργεί καταλυτικά στη σύνθεση και ευρωστία του όλου μύθου. Πιστεύω ότι ο τρόπος που αξιοποιείται η αλληγορία σ’ αυτό το βιβλίο συμβάλλει καίρια στην όλη νεωτερικότητα και πρωτοτυπία του.  Συνιστά δηλαδή ένα πειραματισμό που έχει αισθητικά δικαιωθεί.

Συνολικά, όλες οι αφηγηματικές γραμμές της Κ.Σ. δένουν μεταξύ τους αρμονικά αλληλοϋποστηρίζονται και συνθέτουν μια υφολογική πολυποικιλότητα που κάνει το όλο έργο εξαιρετικά ενδιαφέρον. Από την άλλη, η διαρκής εναλλαγή μεταξύ αυτών των αφηγηματικών γραμμών δίνει στο όλο έργο ένα συναρπαστικό ρυθμό, μια χειμαρρώδη ροή, που κρατά αμείωτο το αναγνωστικό ενδιαφέρον.

Χωριστή μνεία δεν μπορεί παρά να γίνει και στην άρτια, λειτουργική ενσωμάτωση της κυπριακής διαλέκτου και σ’ αυτό το βιβλίο. Η Κ.Σ. αξιοποιεί τη ντοπιολαλιά της πατρίδας μας όχι σαν ένα εξωτικό κοσμητικό στοιχείο, αλλά σαν ένα αναπόσπαστο συστατικό ομοιογενούς και στρωτής λειτουργίας της γλώσσας ως συγγραφικού εργαλείου αισθητικών και νοηματικών μηνυμάτων. Με δυο λόγια, η κυπριακή διάλεκτος για την Κ.Σ. δεν είναι απλώς μια «πινελιά», ενίοτε έχει την χροιά ενός «καμβά». Και τόσο λειτουργική είναι η αξιοποίηση της, που δεν μπορείς, ως αναγνώστης, να φανταστείς τα συγκεκριμένα αποσπάσματα αποδομένα στην πανελλήνια δημοτική.

Ακόμη ένας κοινός τόπος κυρίως μεταξύ της δεύτερης και της τρίτης νουβέλας είναι η ύπαρξη γυναικείου χορού, εν είδει χορού αρχαίας τραγωδίας. Αυτό το «δάνειο» από την αρχαιοελληνική γραμματεία λειτούργησε πάρα πολύ καλά στο «Φωνές από χώμα», λειτουργεί και τώρα, το ίδιο καλά, στο «Πικρία χώρα».  Ο χορός σχηματοποιεί την κοινή γνώμη από αρχαιοτάτων χρόνων ως τις μέρες μας. Αυτό πράττει, επιτυχώς, και η Κ.Σ. 

Ακόμη ένας κοινός τόπος κυρίως μεταξύ της δεύτερης και της τρίτης νουβέλας είναι η ύπαρξη γυναικείου χορού, εν είδει χορού αρχαίας τραγωδίας. Αυτό το «δάνειο» από την αρχαιοελληνική γραμματεία λειτούργησε πάρα πολύ καλά  στο «Φωνές από χώμα», λειτουργεί και τώρα, το ίδιο καλά, στο «Πικρία χώρα». Ο χορός σχηματοποιεί την κοινή γνώμη  από αρχαιοτάτων χρόνων ως τις μέρες μας. Αυτό πράττει, επιτυχώς, και η Κ.Σ.

Ο χωριστός θεματικός στόχος στο «Πικρία χώρα» είναι ασφαλώς το δράμα των αγνοουμένων, ιδωμένο και πάλι δια γυναικείου οφθαλμού, ενσυναίσθησης και ιδιοσυγκρασίας. Η θέαση του συγκεκριμένου δράματος είναι πολύπλευρη, για την ακρίβεια είναι τριπλή από τη σκοπιά της μητέρας, από τη σκοπιά της συζύγου και από τη σκοπιά της κόρης του αγνοούμενου. Και σε κάθε περίπτωση μιλούμε για γυναίκες που «περίμεναν, προδόθηκαν και δεν δικαιώθηκαν», όπως ευστόχως σημειώνεται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου.

Και σε αυτό το έργο οι ηρωίδες της Κ.Σ. είναι γυναίκες της καθημερινότητας, της διπλανής πόρτας. Δεν έχουν κάτι το ξεχωριστό κάτι ιδιαίτερο. Τα όσα τους συμβαίνουν θα μπορούσαν να είχαν συμβεί σε οποιαδήποτε άλλη γυναικεία ύπαρξη. Με σε αυτό συνίσταται η τραγικότητά τους. Αυτό ενδυναμώνει και την ουσία της νουβέλας.

Δεν γνωρίζω ποια θα είναι τα επόμενα συγγραφικά βήματα της Κ.Σ. Εκείνο που, σχεδόν με βεβαιότητα, εικάζω είναι ότι αυτά τα βήματα θα συνιστούν μετάβαση σε κάτι άλλο από αυτά με τα οποία μας έχει συνηθίσει. Και η μετάβαση αυτή θα εξυπακούει όχι μόνο θεματικούς, αλλά και υφολογικούς ορίζοντες. Επί τούτου, θέλω εκ των προτέρων, να της ευχηθώ κάθε επιτυχία.

[email protected]