Τις ιδέες του Καζαντζάκη για τον έρωτα, τη ζωή, τον Θεό και τον θάνατο ζωντανεύει με σκίτσα σε μια σύγχρονη αφήγηση ο Αντώνης Νικολόπουλος, γνωστός στον κόσμο των σκίτσων ως Soloúp. Η μεταφορά του οικείου σύμπαντος του «Ζορμπά» σ’ ένα μοναδικό graphic novel από τις εκδόσεις Διόπτρα έχει τον τίτλο «Ζοrμπάς – Πράσινη πέτρα ωραιοτάτη».

-Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση όταν αρχίσατε να μεταφέρετε σε graphic novel το βιβλίο «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά»; Ο «Ζορμπάς» του Καζαντζάκη είναι από μόνο του ένα εξαιρετικό κείμενο αλλά ταυτόχρονα και ιδιαίτερα κομβικό, τόσο για το έργο του ίδιου του συγγραφέα, όσο και για τη λογοτεχνία μας γενικότερα. Πρόκειται για το ελληνικό μυθιστόρημα με τις περισσότερες μεταφράσεις σε άλλες γλώσσες. Από την άλλη δεν πρέπει να ξεχνάμε και την παγκόσμια επιτυχία του «Zorba the Greek», την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη που απέσπασε τρία Όσκαρ και συνδέθηκε, λανθασμένα ή όχι, με τη νεότερη Ελλάδα όσο τίποτα άλλο στον σύγχρονο πολιτισμό μας. Καταλαβαίνετε έτσι πως ο πήχης έτσι κι αλλιώς έχει τεθεί ιδιαίτερα ψηλά για οποιαδήποτε νεότερη προσέγγιση του «Ζορμπά». Η μεγαλύτερη πρόκληση για μένα, λοιπόν, ήταν το να επιστρέψω στον ίδιο τον Καζαντζάκη και να προσπαθήσω να ζωντανέψω με σκίτσα τις ανησυχίες και τις ιδέες του για τον έρωτα, τη ζωή, τον Θεό και τον θάνατο, αλλά και τον Νίτσε, τον Βούδα, τον Δάντη και όσους αριστοτεχνικά εμπλέκει στη δική του αφήγηση. Ήθελα ακόμα ν’ αποφύγω τα κλισέ που προέκυψαν από την ταινία, την ταύτιση του ήρωα με τον Άντονι Κουίν αλλά και την «τουριστική» ανάγνωση του Ζορμπά, με το «συρτάκι» και όσα τον συνοδεύουν για πολλές δεκαετίες.

-Διάβασα ότι κάνατε δυο ταξίδια στο μουσείο Ροντέν στο Παρίσι για το βιβλίο. Τι υλικό αντλήσατε από αυτά τα ταξίδια; Κάθε βιβλίο που καταπιάνομαι μου γεννά την ανάγκη του «σκαψίματος». Να ερευνήσω δηλαδή τη σχετική βιβλιογραφία, να ψάξω τις πηγές, τα αρχεία, αν γίνεται ακόμα και να επισκεφθώ τους τόπους που συνδέονται με το έργο. Έτσι συνέβη και με τον «Ζορμπά». Μπορείτε να φανταστείτε τις διαδρομές που ακολούθησα σε αυτά τα «σκαψίματα», αν δείτε τη σχετική βιβλιογραφία στο τέλος του graphic novel. Κάπως έτσι βρέθηκα στο μουσείο του Ροντέν, στο Παρίσι, προφανώς με άλλες αφορμές γιατί τα χρήματα δεν περισσεύουν για τέτοιες πολυτέλειες. Ο Ροντέν αναφέρεται στο κείμενο του Ζορμπά, κι επειδή ο Καζαντζάκης δεν τοποθετεί ποτέ κάτι στην τύχη, ήθελα να δω τι ακριβώς συμβαίνει με τον συγκεκριμένο γλύπτη. Γιατί τον αναφέρει. Και βρήκα πραγματικό θησαυρό καθώς ο Ροντέν είχε πράγματι επηρεάσει τον συγγραφέα. Εξέφραζε κι αυτός μέσα από τα γλυπτά του την οπτική και τις ιδέες της εποχής για τον άνθρωπο, τις αντιλήψεις για τη γυναίκα, τον πολιτισμό. Αυτό που μου προσέφερε έτσι, ήταν κάποιες εξαιρετικές λύσεις στην οπτικοποίηση των καζαντζακικών σκέψεων και εννοιών. Σκίτσα και φωτογραφίες από τις δυο επισκέψεις μου στο μουσείο, εντάχθηκαν στη συνέχεια μέσα στο graphic novel δίνοντας μορφή, με τις γραμμές των γλυπτών του, στις αφηγήσεις του Καζαντζάκη.

-Σας ενδιέφερε να δημιουργήσετε μια πιο σύγχρονη αφήγηση του έργου του Καζαντζάκη; Μα, φυσικά. Αυτή ήταν από την αρχή η πρόκληση. Να φέρεις ένα τόσο σημαντικό και πλούσιο κείμενο μέσω των διευρυμένων δυνατοτήτων μιας άλλης τέχνης, των κόμικς, στους σύγχρονους αναγνώστες. Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν και κάποιες σύγχρονες εμβόλιμες αφηγήσεις ανάμεσα στα επεισόδια του μυθιστορήματος.

-Ποιες ήταν οι βασικές πηγές της έρευνάς σας για να προσεγγίσετε τον Ζορμπά; Όπως είπα, δίνω ιδιαίτερη βαρύτητα στην έρευνα. Πόσο μάλλον για έναν ξεχωριστό συγγραφέα και ένα βιβλίο με τόσες διακειμενικές αναφορές στη φιλοσοφία, τις θρησκείες, τις τέχνες, τη λογοτεχνία. Έπρεπε λοιπόν πέρα από την αναδρομή σε άλλα βιβλία του Καζαντζάκη, όπως κυρίως στην «Αναφορά στον Γκρέκο», να αναζητήσω το τι κρύβουν οι αναφορές του στον Σαίξπηρ, τον Θερβάντες, τον Ροντέν, τον Δάντη, τον Νίτσε, επιστρέφοντας ξανά και σε αυτούς τους συγγραφείς. Ακόμα διάβασα τις εργασίες φιλολόγων, κριτικών και μελετητών του Καζαντζάκη. Τέλος, το πιο αποκαλυπτικό, ίσως, κομμάτι στον τρόπο της σκέψης του συγγραφέα ήταν η ανάγνωση της αλληλογραφίας του με την Ελένη Καζαντζάκη, τη  «Μουντίτα» του Έλλη Λαμπρίδη, τους Γιάννη Αγγελάκη και Γιάννη Σταυριδάκη, αλλά κυρίως με τον πιο στενό του συνεργάτη, τον Παντελή Πρεβελάκη. Η αλληλογραφία με τον τελευταίο είναι πραγματικά αποκαλυπτική για τον τρόπο που σκέφτεται ο συγγραφέας.

-Αντλείτε στοιχεία από άλλες τέχνες για να δημιουργήσετε ένα graphic novel; Ναι, σχεδόν πάντα. Και δεν είναι επιτήδευση ή επίδειξη κάτι τέτοιο. Αντίθετα, σ’ εμένα λειτουργεί βιωματικά. Είναι κομμάτια της ζωγραφικής, της λογοτεχνίας, της μουσικής που ακούω έτσι κι αλλιώς. Και όταν φτάνει η ώρα που ξημεροβραδιάζομαι πάνω στα σενάρια και τα storyboard μου για να δώσω μορφή σε κάποια ιστορία, είναι εκείνες οι οικείες εικόνες κι αισθήσεις που έρχονται σχεδόν από μόνες τους για να ενταχθούν σε μια νέα επαναφήγηση στις σελίδες ενός graphic novel.

-Δημιουργείτε μόνος σας και το σενάριο και το σκίτσο; Τις περισσότερες φορές, όπως στο «Αϊβαλί», τον «Συλλέκτη» ή τον «Ζορμπά», ναι. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις, όπως στο graphic novel «21 – Η μάχη της πλατείας», που συνεργάστηκα κυρίως στο κομμάτι της έρευνας με τρεις εξαιρετικές επιμελήτριες του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, τις κυρίες Κατσιμπάρδου, Παναρίτη και Καστρίτη, όπως και με την καθηγήτρια Εύη Σαμπανίκου από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Μου αρέσει πολύ η ομαδική δουλειά και το να μοιράζομαι τις αγωνίες και τις εκπλήξεις που προκύπτουν όταν δημιουργείται κάτι. Συνήθως όμως δουλεύω μοναχικά γιατί, όταν μου έρχεται μια ιδέα για βιβλίο, είναι τέτοια η ανάγκη και η εμμονή που μου βγαίνει για την εξιστόρησή της, που θέλω να έχω τον έλεγχο τόσο στη δομή του σεναρίου και της ροής του, όπως και στην αποτύπωσή του στη συνέχεια με σκίτσα, μελάνια και χρώματα.

-Πώς εξηγείτε το μεγάλο ενδιαφέρον που υπάρχει τα τελευταία χρόνια για τα graphic novels; Σε έναν πολιτισμό όπως ο σημερινός, στον οποίο κυριαρχούν οι εικόνες στις οθόνες και τα social media, μια τέχνη όπως τα κόμικς η οποία συνδυάζει τον Λόγο με την Εικόνα, έχει προφανώς μια ιδιαίτερη σημασία. Γίνεται κατά κάποιο τρόπο ένας Δούρειος Ίππος του Λόγου, της γραπτής συλλογιστικής των κειμένων, μέσα στην Εικόνα. Και αυτή η Εικόνα στα κόμικς, και ειδικότερα στη φόρμα των graphic novels, έχει μιαν άλλη δυναμική που έρχεται πιο κοντά στη Λογοτεχνία ή την Ιστορία και κατ’ επέκταση στην επικοινωνία, την απόλαυση της ανάγνωσης και την Εκπαίδευση. 

-Ποια θέση μπορεί να έχουν τα κόμικς στην Εκπαίδευση; Επειδή ακριβώς μιλάμε για μια μορφή λόγου που εμπεριέχει εικόνες, τα κόμικς γίνονται ιδιαίτερα οικεία στους νέους. Το να χρησιμοποιείς λοιπόν κόμικς στην εκπαιδευτική διαδικασία με εργασίες, εργαστήρια, ή και καλώντας δημιουργούς κόμικς στη σχολική αίθουσα, είναι κάτι που ενεργοποιεί το ενδιαφέρον των μαθητών. Τους κεντρίζει την περιέργεια και, σε κάποιες περιπτώσεις που έχω δει, μπορούν ακόμα και να βγάλουν κάποια παιδιά από τη συστολή και την απομόνωση απέναντι στους εκπαιδευτικούς και τους συμμαθητές τους. Όλα αυτά τα χρόνια έχω βρεθεί αμέτρητες φορές σε αίθουσες διδασκαλίας όλων των βαθμίδων, και όσα σας περιγράφω τα έχω ζήσει στην πράξη. Έχουν τρομερές εκπαιδευτικές δυνατότητες τα κόμικς, ειδικά όταν αυτά ενεργοποιούνται από εκπαιδευτικούς που αγαπάνε τη δουλειά τους.

-Ποια ήταν τα αγαπημένα σας κόμικς όταν ήσασταν μικρός; Είχαμε στο πατρικό μου μια κούτα πλυντηρίου κάτω από μια σκάλα κι εκεί συσσώρευε ο μεγαλύτερος αδελφός μου τα άπειρα κόμικς που διάβαζε ο ίδιος. Θυμάμαι λοιπόν, μαθητής του Δημοτικού, να βουτάω κυριολεκτικά σ’ εκείνη την κούτα, σαν άλλος Σκρουτζ στο χρηματοκιβώτιό του, και να διαλέγω κολυμπώντας ανάμεσά τους τα τευχάκια του Ντίνσεϊ που δεν είχα διαβάσει ακόμα, αλλά και άλλα πολλά: Λούκυ Λουκ και Αστερίξ, Τιραμόλα, Σεραφίνο, Τεν Τεν , όπως και Μικρούς Καουμπόηδες, Μικρούς Ήρωες και τέτοια. Φαίνεται λοιπόν πως τότε έπεσα μικρός κι εγώ στη… μαρμίτα με τα κόμικς, και μου έμεινε το κουσούρι.

  • INFO: Την 520 σελίδων έκδοση παρουσιάζουν στην Κύπρο την Πέμπτη 18 Απριλίου στις 7μ.μ. το Σολώνειον Κέντρο Βιβλίου και οι εκδόσεις Διόπτρα.
Ζορμπάς – Πράσινη πέτρα ωραιοτάτη
Εκδόσεις Διόπτρα
Σελ. 520
Τιμή €22,95
Ελεύθερα 14.4.2024