Ο Γιάννης Καραούλης τρώει τα νύχια του όταν σκηνοθετεί.

Τα τελευταία χρόνια βρίσκεται μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του για το θέατρο που έχει επίκεντρο τους εφήβους και τους νέους, τον είχε φέρει ενώπιον μεγάλων καλλιτεχνικών προκλήσεων, όπως η καλλιτεχνική συνεπιμέλεια των Δράσεων «Νέ@ Σε Έρημο Νησί» στις Αποθήκες του ΘΟΚ και η σκηνοθεσία παραστάσεων όπως το «Ξύπνημα της Άνοιξης» στην Εφηβική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Ο ίδιος λέει ότι προτιμά πάντα κείμενα που τον συγκινούν, τον προκαλούν ή μετακινούν κάτι μέσα του. Έτσι, η νέα πρόκληση για τον Γιάννη Καραούλη είναι το συναρπαστικό έργο της Άμπι Μόργκαν «Μεγαλοπρέπεια» για την Anyhow Theatre Ensemble. Με φόντο την πολυτελή κατοικία ενός εκπτίπτοντος Δικτάτορα, το έργο εξερευνά τις σχέσεις εξουσίας, την επανάσταση και την ανθρώπινη ψυχοσύνθεση μέσα σ’ ένα τοπίο πολιτικών αναταραχών. Με αυτή την ευκαιρία, συνομιλούμε μαζί του.

Το έργο γράφτηκε στην αυγή της νέας χιλιετίας, στο τέλος μιας εποχής πολιτικών κλυδωνισμών. Τι έχει να πει για τη δική μας εποχή; Όντως, γράφτηκε και πρωτοπαίχτηκε το 2000. Χρονολογία συμβολική -μιας κι έτσι την όρισε κι η ανάγκη μας για συμβολισμούς. Πάντως αυτό που θεωρήθηκε τέλος μιας εποχής και υπόσχεση για ένα μέλλον ευημερείας και ελευθερίας δεν κράτησε για πολύ. Ο αρχικός ενθουσιασμός, νομίζω, γρήγορα βρέθηκε αντιμέτωπος με τις νέες προκλήσεις και απειλές σε καθε πεδίο: πολιτικό, γεωγραφικό, οικονομικό. Όμως, αν υπάρχει κάτι που μένει σταθερό είναι η ανθρώπινη κατάσταση. Εδώ, ξεχωρίζω τη δεδομένα διαχρονική και καθολική τάση του ανθρώπου να μεγιστοποιεί τον πλούτο και την εξουσία και τη συνεπαγόμενη αφέλεια σχετικά με την αμετάβλητη φύση της πολιτικής εξουσίας, καθώς και την ανεπανόρθωτα προβληματική επικοινωνία και δυσκολία να μιλήσει και να συναντηθεί με τον Άλλον. Το έργο απευθύνεται θεωρώ σ’ αυτές τις περιοχές προβληματισμού και ερωτήσεων.

Πώς θα περιέγραφες τη φύση του ολοκληρωτισμού στις μέρες μας; Εσωτερικευμένη αρκετά και άλλοτε απροκάλυπτα εξωτερικευμένη. Φοβάμαι οτι τα ένστικτά μας δεν είναι ακονισμένα αρκετά, στο να αντιδρούν όπως θα επρεπε κι όχι να σκρολάρουν.

Θα έλεγες ότι ζούμε σε καφκικούς ή οργουελικούς καιρούς; Μακάρι (ή όχι;) να λειτουργούσε ο κόσμος με απλοϊκά διαζευκτικά. Θέλουν πάντως σίγουρα προσοχή οι αυτοεκπληρούμενες οργουελικές προφητείες. Και ευτυχώς… ακόμα να γίνουμε τελείως κατσαρίδες.

Ποια είναι η κύρια γραμμή της σκηνοθετικής προσέγγισης; Στο έργο βρισκόμαστε στο πολυτελές Προεδρικό Μέγαρο μιας χώρας που δεν ονοματίζεται. Μια δυτική φωτορεπόρτερ περιμένει την αργοπορημένη επιστροφή του Δικτάτορα για να τραβήξει τη φωτογραφία του. Μαζί της βρίσκονται η γυναίκα του Δικτάτορα, η καλύτερή της φίλη και μια διερμηνέας. Έξω απο εκεί οι ήχοι της επανάστασης που έχει ξεσπάσει στους δρόμους πλησιάζουν όλο και πιο κοντά. Το έργο δίνει την ευκαιρία να δούμε τα γεγονότα της ίδιας βραδιάς από άλλες οπτικές, μέσα από επαναλήψεις που κάθε φορά είναι πιο πειραγμένες και μετακινημένες. Είναι σαν να ξεφλουδίζεται η πραγματικότητα και σε κάθε επανάληψη να πηγαίνουμε πιο βαθιά στα κίνητρα, στους φόβους και στον εσωτερικό κόσμο των χαρακτήρων.

Πώς αλληλεπιδρούν οι ηρωίδες; Είναι εγκλωβισμένες στον χώρο και στον χρόνο. Θέλοντας να δώσουμε έμφαση στον εγκλωβισμό τους, τις βλέπουμε σ’ έναν άδειο χώρο, πλαισιωμένο μόνο από έναν πίνακα και το παράθυρο στον έξω κόσμο, δυο επιφάνειες «καθρέφτες» για το έξω και για τις ίδιες. Τριγύρω, το συμβολικά ερειπωμένο και απογυμνωμένο τοπίο της χώρας αλλά και της ολοκληρωτικής εξουσίας. Οι κινήσεις τους και οι διαδρομές τους μέσα στον χώρο επαναλαμβάνονται και είναι σαν να επισκέπτονται ξανά και ξανά τη βραδιά εκείνη.

© Χάρης Ιωάννου

-Υπάρχει ένα κυρίαρχο μήνυμα που πρέπει να πάρει ο θεατής φεύγοντας; Δεν υπάρχει ακριβώς κάποιο μήνυμα παρά η ιδέα για το εύθραυστο της εξουσίας και την ανάγκη εκείνων που την έχουν να αγκιστρωθούν σε αυτην και ο προβληματισμός για την αναξιόπιστη και θραυσματική φύση της γλώσσας. Οι τέσσερις κωμικά τραγικές φιγούρες -γκροτέσκες εκδοχές του εαυτού τους σε στιγμές και εγκλωβισμένες σε ταυτότητες λόγω συστημάτων εξουσίας, τάξης, καταγωγής, φύλου, φόβου και ανάγκης επιβίωσης- αδυνατούν να επικοινωνήσουν, παρά τη βαθιά ανάγκη τους να το κάνουν. Και ένα άλλο ερώτημα που προκύπτει είναι για το ποιες ειναι οι ίδιες και ποια η ευθύνη και η θέση τους σε μια κρίσιμη, ιστορική στιγμή.

Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σου πριν την πρεμιέρα; Να δουμε τη δουλειά τόσων εβδομάδων να λειτουργεί συνολικά και το παζλ να ολοκληρώνεται. Το παζλ δεν το λέω χωρίς λόγο. Το έργο ακριβώς λόγω των επαναλήψεων, της δυσεπικοινωνίας, των διαφορετικών οπτικών επί της ίδιας σκηνής και της αποσπασματικότητας του λόγου, είναι ενας γρίφος.

-Υπάρχει συγκεκριμένος άξονας και κριτήριο στις σκηνοθετικές σου επιλογές; Τι σ’ ενδιαφέρει περισσότερο; Επιλέγω να δουλεύω με κείμενα που με συγκινούν, με προκαλούν ή μετακινούν κάτι μέσα μου. Λόγω της σχέσης μου και με το εφηβικό θέατρο έχω ασχοληθει αρκετά με σύγχρονα κείμενα. Υπάρχουν κάποια κλασικά κείμενα που θα ήθελα στο μέλλον σκηνοθετικά να επισκεφτώ.

Ποιο είναι το χρέος του δημιουργού απέναντι στις μεγάλες προκλήσεις; Να βουτάει χωρις μπρατσάκια και χωρίς ασφάλεια, με κίνδυνο να πνιγεί. Τις περισσότερες φορές είναι μόνο φόβος. Δεν πνίγεσαι, αλλά μπορεί να καταπιείς πολύ νερό.

Υπάρχει κάτι από το οποίο να αντλείς ελπίδα; Τα παιδιά με τα οποία δουλεύω στα εφηβικά εργαστήρια που με συγκινούν και με κάνουν να γελώ και να νιώθω στην ηλικία τους και οι στενοί μου φίλοι -που είναι άνθρωποι που αγαπώ και θαυμάζω, για τον τρόπο που μεγαλώνουμε μαζί και για το πώς αλλάζουν τον κόσμο γύρω τους. Και οι καθημερινές, απρόσμενες χειρονομίες καλοσύνης και αγάπης.

© Δημήτρης Λούτσιος

Αισθάνεσαι διχασμένος ανάμεσα στις ιδιότητες του σκηνοθέτη και του ηθοποιού; Νιώθεις ο ίδιος άνθρωπος όταν τις ασκείς; Σίγουρα όχι. Νιωθω μεγαλύτερη ευθύνη όταν σκηνοθετώ. Ευθύνη να καθοδηγήσεις, να εμπνεύσεις και να δώσεις δημιουργικό χώρο στους ηθοποιούς και στους υπόλοιπους συνεργάτες και μαζί να ονειρευτείτε και να φτιάξετε την παράσταση. Ως ηθοποιός η πρόβα είναι απελευθερωτική και ευκαιρία για παιχνίδι και έρευνα με πιο άμεσα σωματικά μέσα, οπότε κι ένα κομμάτι της ενέργειάς σου βρίσκει τρόπο να εκτονωθεί. Ως σκηνοθέτης, τρώω τα νύχια μου.

Ποια τάση στο θέατρο σήμερα βρίσκεις την πιο ενδιαφέρουσα; Νομίζω η αλήθεια στο θέατρο και στη σκηνή, το «ζωντανό» θέατρο είναι αυτό που μόνιμα με ενδιαφέρει. Οι τάσεις έρχονται, φεύγουν και ξανάρχονται.

Ελεύθερα, 21.4.2024