Στην ακρίβεια των τροφίμων που επηρεάζει αισθητά τα εισοδήματα και το επίπεδο διαβίωσης, προστέθηκε χθες ακόμη ένα οικονομικό βάρος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις που αποπληρώνουν δάνεια.

Παρακάμπτοντας τις κοινωνικές αντιδράσεις σε πολλές χώρες της Ευρωζώνης αλλά και τις ανησυχίες για περαιτέρω επιβράδυνση της ανάπτυξης, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε χθες να αυξήσει τα βασικά επιτόκια για άλλες 25 μονάδες βάσης, για δέκατη συνεχόμενη φορά μέσα σε 14 μήνες, φθάνοντας στο 4,5%, το υψηλότερο επίπεδο από την εισαγωγή του ευρώ το 1999.

Όπως σημειώνουν αναλυτές, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δίνει συνέχεια στον επιθετικότερο κύκλο νομισματικής σύσφιγξης στην ιστορία της, θέλοντας να μειώσει τον πληθωρισμό στα επίπεδα του 2%, κάνοντας ακόμα πιο υψηλό το κόστος χρήματος, παραδεχόμενη όμως ταυτόχρονα πως ο στόχος δεν πρόκειται να επιτευχθεί εντός διετίας.

Ταυτόχρονα, τα υψηλότερα επιτόκια και το ψηλό κόστος ζωής μειώνουν τη δανειοληπτική ικανότητα των νοικοκυριών για νέα κυρίως στεγαστικά δάνεια αλλά δυνατό να προκαλέσουν ένα νέο κύμα μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Μεγάλο πρόσθετο βάρος

Για να διαφανεί πόσο έχει αυξηθεί το κόστος εξυπηρέτησης ενός στεγαστικού δανείου από τον Ιούλιο του 2022 με τις αποφάσεις της ΕΚΤ, αναφέρουμε ένα παράδειγμα: Στεγαστικό δάνειο με υπόλοιπο €200.000, διάρκεια αποπληρωμής 20 χρόνια, τον Ιούνιο του 2021 είχε μέσο επιτόκιο 2,7% και δόση €1.080.

Σήμερα, το επιτόκιο μπορεί να είναι 6,5% ή και 7% και η δόση να έχει αυξηθεί στα €1.495 ή €1.555 αντίστοιχα. Αυτό σημαίνει ότι σε σχέση με πέρυσι η μηνιαία δόση είναι μεγαλύτερη κατά €470 περίπου!

Δίχτυ ασφαλείας

Με τα σχέδια που ανακοίνωσαν οι τράπεζες στην Κύπρο για κάποια ελάφρυνση του βάρους για πελάτες με στεγαστικά δάνεια, μια ομάδα ενήμερων δανειοληπτών με στεγαστικό δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο, προστατεύεται μερικώς από τις αυξήσεις των επιτοκίων για έξι μήνες ή ένα χρόνο (ανάλογα με το σχέδιο).

Οι δανειολήπτες που εμπίπτουν στην περίμετρο εφαρμογής προγραμμάτων ανταμοιβής έχουν ενταχθεί αυτόματα στο πρόγραμμα που έχει ανακοινώσει η κάθε τράπεζα, χωρίς να απαιτείται καμία από μέρους τους ενέργεια. Προστατευμένοι από τις νέες αυξήσεις είναι και οι πελάτες των τραπεζών που έχουν επιλέξει να μετατρέψουν τα στεγαστικά τους δάνεια από κυμαινόμενο σε σταθερό επιτόκιο, «κλειδώνοντας» μια σταθερή δόση για τρία ή πέντε χρόνια.

Δυσβάστακτο κόστος για επιχειρήσεις

Το θέμα είναι τι γίνεται με τα άλλα δάνεια, καθώς οι τράπεζες ανακοίνωσαν σχέδια μόνο για τα στεγαστικά. Οι επιχειρήσεις που διατηρούν δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου ή συνδεδεμένα με το Euribor έχουν δυσβάσταχτο βάρος.

Πριν τη χθεσινή νέα αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ, τα επιχειρηματικά δάνεια (μήνας αναφοράς Ιούλιος) για ποσά μέχρι €1 εκατ. είχαν μέσο επιτόκιο 5,65% και άνω του €1 εκατ. μέσο επιτόκιο 6,33%. Δεν είναι τυχαίο ότι οι μεγαλύτερες αναδιαρθρώσεις δανείων από τις τράπεζες έχουν γίνει στα επιχειρηματικά δάνεια.

Οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν μεγαλύτερα περιθώρια διαπραγμάτευσης με τα πιστωτικά ιδρύματα σε σχέση με τις μικρές, που βρίσκονται σε πιο δύσκολη θέση.

Και τα καταναλωτικά και τα φοιτητικά…

Υπάρχει ακόμη μια πτυχή. Ένα νοικοκυριό μπορεί να μην έχει μόνο στεγαστικό δάνειο να αποπληρώσει, αλλά και καταναλωτικό ή ακόμη και φοιτητικό, που επίσης επηρεάζονται από τις αυξήσεις των επιτοκίων.

Σ’ αυτή την περίπτωση το νοικοκυριό βλέπει όλες τις δόσεις των δανείων του να αυξάνονται, προκαλώντας αδιέξοδα. Επίσης, από τις αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ επηρεάζονται και δάνεια που διαχειρίζονται εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων.

Και ενώ τα επιτόκια δανείων αυξάνονται λόγω των αποφάσεων της ΕΚΤ, τα καταθετικά επιτόκια παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα και δεν αυξάνονται αντίστοιχα, με αποτέλεσμα να εντείνονται οι πολιτικές πιέσεις σε τράπεζες να σμικρύνουν την ψαλίδα.

Το Υπουργείο Οικονομικών έκανε την πρώτη κίνηση προχθές, με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, να μειώσει την φόρο της έκτακτης εισφοράς για την άμυνα από το 30% στο 17% και αναμένει να δοθεί συνέχεια από τις τράπεζες.