Δεμένα είναι τα χέρια του κράτους για την κατάργηση των πολλαπλών συντάξεων για τους υφιστάμενους κρατικούς αξιωματούχους, καθώς δεν υπάρχει νόμιμος και συνταγματικά αποδεκτός τρόπος για να βάλει φρένο στο συγκεκριμένο φαινόμενο που προκαλεί την κοινωνία.

Αυτό τονίζεται στην επιστολή που προώθησε η Νομική Υπηρεσία προς το Υπουργείο Οικονομικών, απαντώντας σε ερωτήσεις που υπέβαλαν εκπρόσωποι κομμάτων στο πρώτο τετ α τετ του υπουργού Οικονομικών Μάκη Κεραυνο με κομματικά στελέχη κατά τη διαβούλευση που διεξάγεται για τα δύο κυβερνητικά νομοσχέδια.

Υπενθυμίζεται πως σύμφωνα με τα νομοσχέδια η σύνταξη στους κρατικούς αξιωματούχους θα καταβάλλεται στο 65ο έτος αντί στο 60ο έτος που είναι σήμερα, ενώ οι πολλαπλές συντάξεις αντικαθίστανται από εφάπαξ επίδομα.

Το μεσημέρι τα δύο μέρη θα τα ξαναπούν σε μια προσπάθεια να βρεθεί μια φόρμουλα που να ικανοποιεί όλους. Στη δεύτερη συνάντηση κομμάτων και υπουργού Οικονομικών δεν αποκλείεται να εκπροσωπηθεί και η Ελεγκτική Υπηρεσία. Χθες τα κόμματα έλαβαν τις απαντήσεις της Νομικής Υπηρεσίας στα ερωτήματα που είχαν υποβάλει κατά την πρώτη συνάντηση.

Για τους επόμενους η ρύθμιση

Σύμφωνα με την Ανώτερη Δικηγόρο της Δημοκρατίας Έλενα Συμεωνίδου, για τους υφιστάμενους αξιωματούχους δεν έχει εξευρεθεί νομοθετική ρύθμιση για κατάργηση των πολλαπλών συντάξεων, με τρόπο ώστε να μην αφήνεται περιθώριο νομικής αμφισβήτησης της συνταγματικότητας των προνοιών, λαμβάνοντας υπόψη παλαιότερη δικαστική απόφαση.

Όπως τονίζεται στην επιστολή, το κυβερνητικό νομοσχέδιο για την καταβολή φιλοδωρήματος σε αξιωματούχους προσπαθεί να εξαλείψει το φαινόμενο των πολλαπλών συντάξεων σε μελλοντικές καταστάσεις (σ.σ. επόμενους αξιωματούχους), αφού το φιλοδώρημα θα είναι ένα εφάπαξ ποσό το οποίο θα είναι και αναλογικό σε σχέση με τη χρονική διάρκεια της υπηρεσίας του αξιωματούχου. Με αυτό τον τρόπο, το κρατικό ταμείο δεν θα δεσμεύεται σε μακροχρόνια καταβολή σύνταξης, λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένοι αξιωματούχοι θα υπηρετήσουν μόνο μια θητεία ή και λιγότερο διάστημα στο αξίωμα τους.

Για τη σύνταξη στα 65

Την ίδια ώρα, η Νομική Υπηρεσία απαντά στις επιφυλάξεις των κομμάτων αλλά και της Ελεγκτικής Υπηρεσίας ότι η καταβολή της σύνταξης στο 65ο έτος της ηλικίας των υπηρετούντων αξιωματούχων, αντί στα 60 που είναι σήμερα, είναι αντισυνταγματική. Σύμφωνα με τη Νομική Υπηρεσία, γενικότερα η επέκταση του ορίου ηλικίας της καταβολής της σύνταξης στους υφιστάμενους αξιωματούχους δεν ενέχει στοιχεία αντισυνταγματικότητας αφού δεν έχει ολοκληρωθεί η θητεία του προσώπου που δικαιούται μελλοντικά τη σύνταξη και συνεπώς δεν έχει αποκρυσταλλώσει το δικαίωμα. «Μπορεί ο καθορισμός της συντάξιμης ηλικίας να προσδίδει μια απλή προσδοκία αλλά και αυτή είναι υποκείμενη στη γενικότερη αρχή πως υπάρχει δυνατότητα νέων ρυθμίσεων που ενδεχομένως θα την επηρεάσουν» τονίζεται.

Για τους πρώην που δεν έκλεισαν 60

Αντίθετα, σε σχέση με τους πρώην αξιωματούχους, οι οποίοι έχουν ολοκληρώσει τη θητεία τους και η καταβολή της σύνταξης θα ξεκινήσει στο 60ο έτος, η αλλαγή στο 65ο έτος μπορεί να θεωρηθεί ότι επηρεάζει το κατοχυρωμένο δικαίωμα σε σύνταξη, το οποίο αποκρυσταλλώθηκε με τη λήξη της θητείας τους. «Για τον λόγο αυτό, για αποφυγή οποιωνδήποτε νομικών αμφισβητήσεων, η έκβαση των οποίων είναι αβέβαιη, θεωρώ ότι είναι προτιμότερο στο νομοσχέδιο να τροποποιηθεί η ρύθμιση της διαφοροποίησης του ορίου ηλικίας στην ομάδα αυτή, ούτως ώστε για τους αξιωματούχους που έχουν αποχωρήσει από το αξίωμα τους πριν την έναρξη ισχύος του (σ.σ. νέου) νόμου περί Συντάξεων Κρατικών Αξιωματούχων, να εξακολουθεί να ισχύει το οικείο νομοθετικό πλαίσιο που ίσχυε κατά την ημερομηνία αποχώρησής τους από το αξίωμα, καθόσον αφορά την ημερομηνία έναρξης καταβολής της σύνταξης».

Η Νομική Υπηρεσία υποδεικνύει πως έχουν ελεγχθεί τα νομοσχέδια κατά πόσο συνάδουν με το Σύνταγμα, ωστόσο, τονίζει πως εάν κατά τις διαβουλεύσεις προκύψουν νέες ρυθμίσεις τότε θα ελεγχθούν εκ νέου τα διαφοροποιημένα κείμενα.

Απορρίπτει εισηγήσεις Οδυσσέα

Νομικά και συνταγματικά ζητήματα φαίνεται να αντιμετωπίζουν, σύμφωνα με τη Νομική Υπηρεσία, οι νομοθετικές ρυθμίσεις που ετοίμασε η Ελεγκτική Υπηρεσία για το πολύκροτο θέμα των πολλαπλών συντάξεων και οι οποίες έχουν διαβιβαστεί για πιθανή αξιοποίηση στη Βουλή.

Η Νομική Υπηρεσία, μέσα από την επιστολή της προς το Υπουργείο Οικονομικών, προχώρησε σε μια γενική νομική ανάλυση των προτάσεων, χωρίς όμως να έχει προηγηθεί νομοτεχνικός έλεγχος.
Αναφορικά με την εισήγηση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας για ρύθμιση της απόδοσης σύνταξης με δύο τρόπους για τους ενεργεία αξιωματούχους, η Νομική Υπηρεσία τονίζει πως η πρόταση αφήνει τις νομοθετικές ρυθμίσεις ως έχουν σήμερα για την υπηρεσία των αξιωματούχων πριν την 31η Δεκεμβρίου του 2023 και για την υπηρεσία τους μετά την 1η Ιανουαρίου του 2024 η σύνταξη θα καταβάλλεται στο 65ο έτος, εκτός εάν ο συνταξιούχος αναλαμβάνει άλλο αξίωμα, οπότε θα αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης.

Όπως επισημαίνει η Νομική Υπηρεσία, η συγκεκριμένη ρύθμιση που προτείνει η Ελεγκτική θεωρεί ότι η γνώση του αξιωματούχου για τη συγκεκριμένη ρύθμιση θα εξαλείψει οποιαδήποτε συνταγματικά ζητήματα και θα μπορεί να γίνεται κατά νόμιμο τρόπο η αναστολή των συντάξεων ή ο συνυπολογισμός των συντάξεων.

«Η ρύθμιση αυτή όμως δεν εξαλείφει τα συνταγματικά προβλήματα της απόφασης Κουτσελίνη και Αυγουστή, αφού ο εν ενεργεία αξιωματούχος σε μεταγενέστερη χρονική στιγμή, μετά την 1η Ιανουαρίου του 2024, θα έχει αποκρυσταλλώσει δικαίωμα στη σύνταξη, την οποία θα δικαιούται και δεν θα μπορεί να ανασταλεί ή συνυπολογιστεί με άλλες συντάξεις του.

Η γνώση της ρύθμισης δεν αποτέλεσε αποδεκτό παράγοντα από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Κουτσελίνη, που να επιτρέψει την αναστολή\» υπογραμμίζει. Επίσης, τονίζει πως η πρόταση δεν θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη θητεία σε θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς ο ευρωβουλευτής δεν αμείβεται από την Κυπριακή Δημοκρατίας.

Όσον αφορά τη δεύτερη πρόταση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, με την οποία αναστέλλεται η σύνταξη κρατικού υπαλλήλου όταν αναλαμβάνει άλλο αξίωμα και η αναστολή θα αφορά την ελάχιστη αμοιβή ύψους €500, τονίζει πως η πρόταση νόμου αντιμετωπίζει νομικά προβλήματα, ενώ θα προκαλέσει και πρακτικές δυσκολίες αν εφαρμοστεί, καθώς για κάθε αξιωματούχο θα ισχύει άλλο ποσό αμοιβής, ανάλογα με τη σύνταξη που λαμβάνει ως πρώην κρατικός υπάλληλος. Συνεπώς, τονίζεται, με τη συγκεκριμένη ρύθμιση προκύπτει νομικό πρόβλημα, γιατί για το ίδιο αξίωμα θα αμείβονται διαφορετικά οι αξιωματούχοι, στη βάση του κατά πόσο λαμβάνουν σύνταξη από τον κρατικό τομέα.

Η Νομική Υπηρεσία υποστηρίζει πως δημιουργούνται αξιωματούχοι δύο ταχυτήτων και ενδεχομένως μια τέτοια ρύθμιση θα προσκρούει στην αρχή της ίσης μεταχείρισης.

Οι υπόλοιπες ρυθμίσεις που προτείνει ο Γενικός Ελεγκτής αναφέρεται στην επιστολή πως παρουσιάζουν τα ίδια νομικά προβλήματα αντισυνταγματικότητας που εντοπίζονται και στις δύο πρώτες προτάσεις.