«Μετά την εισβολή η αθωότητά μας χάθηκε για πάντα… Το 1987 ήμουν 27 χρονών και αισθανόμουν έναν ακρωτηριασμό. Ήθελα να κάνω κάτι, αλλά να είναι όμως αυθεντικό. Η ευκαιρία ήρθε όταν έμαθα πως κάποιες γυναίκες ετοιμάζονται να περάσουν τη γραμμή. Γινόταν μια συνάντηση στο σπίτι της Νταϊάνας Μαρκίδου, μια γυναίκα που θαυμάζω και την έχω σαν πρότυπο. Ήταν Αγγλίδα, όπως και η ογκολόγος Χέλεν Σωτηρίου. Αυτές οι δύο ήταν η ψυχή και ο νους της κίνησης «Οι γυναίκες επιστρέφουν». 

Αποφασίσαμε ότι θα ξεκινούσαμε προτού χαράξει το φως, ώστε να μη μας εντοπίσουν όταν θα προσεγγίζαμε τη γραμμή. Θα είχαμε έναν ασύρματο μαζί μας κι όταν θα περνούσαμε στα κατεχόμενα θα επικοινωνούσαμε με μιαν άλλην ομάδα η οποία θα έπαιζε τον ρόλο του Γραφείου Tύπου. Ανησυχούσα πολύ και με βασάνιζαν ερωτήματα… Θα μας συλλάβουν, θα χαθούμε, θα μας σκοτώσουν; Μια κυρία τότε μου υπέδειξε, λίγο περιφρονητικά, «ο τολμών νικά». Κι εγώ της απάντησα, να με συγχωρείτε αλλά είμαι νεαρή μαμά –έχω ένα γιο επτά χρονών- και θέλω να ξέρω τι θα συμβεί. Παρόλα αυτά υπέγραψα, μαζί με άλλες πενήντα γυναίκες, σαν εθελόντρια. Φοβόμουν, το παραδέχομαι, αλλά ήμουν αποφασισμένη. 

Είχαμε συμφωνήσει να μην πούμε σε κανένα τίποτε. Έτσι ξεκινήσαμε τις μυστικές συναντήσεις σε μέρη που να μην μπορούν να μας ηχογραφήσουν. Όταν πλησιάζαμε στην ολοκλήρωση του σχεδίου κάποια δυστυχώς μίλησε κι έτσι μαθεύτηκε. Υπήρξε κατακραυγή -μας έλεγαν ότι θα φέρναμε τον τρίτο Αττίλα!- με αποτέλεσμα η πορεία να αναβληθεί. Αμέσως μετά όμως ανασυνταχθήκαμε. Ήμασταν μια μικρή ομάδα, εμείς που θα σπάγαμε τη γραμμή και οι άλλες που θα έμεναν έξω για να χειριστούν τα media. Γίναμε ο πυρήνας της κίνησης «Οι γυναίκες επιστρέφουν» και  αποφασίσαμε να ενεργήσουμε φανερά πλέον. Το μόνο κρυφό ήταν το σημείο που θα περνούσαμε. 

Ξεκινήσαμε να το επικοινωνούμε σε χώρες του εξωτερικού, βρήκαμε ανθρώπους που ξέραμε, τους εξηγούσαμε το σχέδιο και αρχίσαμε πλέον να καταγράφουμε συμμετοχές. Παράλληλα αναζητούσαμε το κατάλληλο σημείο για να περάσουμε στα κατεχόμενα. Κάποιοι προσπαθούσαν να με αποτρέψουν, μου έλεγαν γιατί να πας αφού δεν είσαι καν πρόσφυγας; Γιατί η προσφυγιά δεν είναι μόνο το σπίτι, είναι και το να χάσεις τον τόπο σου απαντούσα. 

Το προηγούμενο βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ… Ξεκινήσαμε από την πλατεία Σολωμού, 14 του Ιούνη 1987, Κυριακή. Ήρθαν οι γυναίκες από το εξωτερικό, μπήκαμε στα λεωφορεία και κατευθυνθήκαμε προς τον Άρωνα. Τα Ηνωμένα Έθνη μας παρακολουθούσαν με ελικόπτερα.  Όταν φτάσαμε, σταθμεύσαμε λίγο πιο μακριά και περπατήσαμε μέχρι το επιλεγμένο σημείο. Συναντήσαμε αναχώματα και τραβούσαμε η μια την άλλη για να καταφέρουμε να τα περάσουμε. Ώσπου φτάσαμε σε κοντινή απόσταση από το φυλάκιο των Τούρκων.

Εκεί πια επικράτησε πανδαιμόνιο. Οι στρατιώτες των Ηνωμένων Εθνών μας τραβούσαν προσπαθώντας να μας φέρουν πίσω, εμείς επιμέναμε να περάσουμε, εκείνοι ούρλιαζαν ότι υπάρχουν ναρκοπέδια κι εμείς απαντούσαμε πως δεν μας ενδιαφέρει, θα περάσουμε! Ήταν καλοκαίρι, ήμασταν ταλαιπωρημένες, διψασμένες και είχε περάσει αρκετή ώρα… Μέσα σε αυτόν τον χαμό ξαφνικά είδα ότι υπήρχε κάτι σαν μονοπάτι που οδηγούσε στο φυλάκιο. Τότε σκέφτηκα πως το πατημένο χώμα ήτανε σημάδι ότι δεν υπήρχαν νάρκες. Θυμούμαι ότι άρχισα να τρέχω… Και μετά όλα έσβησαν από το μυαλό μου, τα είδα μεταγενέστερα στο βίντεο. Κρατούσα μια κρεμαστή τσάντα και μια μπουκάλα με νερό… Τα έριξα πίσω μου κι έτρεξα όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Τρεις στρατιώτες των Ηνωμένων Εθνών προτού προλάβω να περάσω το ανάχωμα με ανέκοψαν και με φέρανε πίσω σηκωτή. 

Είχαμε μπει στη νεκρή ζώνη αλλά δεν σπάσαμε τη γραμμή. Η πίκρα μας ήταν μεγάλη. Αλλά όταν φύγαμε, τότε μόνο καταλάβαμε πόσο σημαντικό ήταν αυτό που καταφέραμε. Ήμασταν μέσα στα λεωφορεία και απ’ όπου περνούσαμε ο κόσμος χειροκροτούσε. Δεν θα ξεχάσω ποτέ μια γυναίκα στην Αγλαντζιά… Έβγαινε από την κουζίνα της και μόλις μας είδε αυθόρμητα έβγαλε την ποδιά της και πήδηξε πάνω στο λεωφορείο. Σε κείνη τη διαδρομή κατάλαβα τι ένιωθε ο Γκάντι όταν ξεκινούσε για να μαζέψει το αλάτι. Έχεις δύναμη όταν είσαι άοπλος. Είναι επικίνδυνο, γιατί έχεις απέναντί σου στρατό, αλλά το ηθικό πλεονέκτημα σε κάνει δυνατό. 

Είναι πεποίθησή μου ότι αν μας άφηναν να μεγαλώσουμε αυτό το κίνημα θα μπορούσε ν’ ανατρέψει τα πάντα στην Κύπρο. Με την έννοια ότι στον Άρωνα ήμασταν 300, στον Άγιο Παύλο 2.000, στα Λύμπια και την Άχνα γίναμε 6.000. Γυναίκες που ήταν αποφασισμένες για όλα. Που δεν φοβηθήκαμε ούτε το ξύλο, ούτε τον Ντενκτάς, ούτε τα αεροπλάνα, ούτε τα μεχμετζίκ… Δυστυχώς όμως, μετά τον Άγιο Παύλο προσπάθησαν να μας καπελώσουν τα κόμματα. Αυτή ήταν η αρχή του τέλους». 

* Η Αλεξάνδρα Ατταλίδου είναι εκπρόσωπος Τύπου του Γραφείου του Ευρωκοινοβουλίου στην Κύπρο. Πιστεύει ότι στη ζωή του καθενός κάποια πράγματα τον καθορίζουν. Εκείνην τη σημάδεψαν «Οι γυναίκες επιστρέφουν».