Τους λόγους για τους οποίους ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’ δεν έγινε ποτέ ένας στοχαστής ηγέτης εξηγεί ο ιστορικός Μάριος Θρασυβούλου, με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του βιβλίου «Μακάριος 1948-1959: Η πολιτική ηγεμονία και εξέλιξη προς τον αυταρχισμό». Ο συγγραφέας υποδεικνύει ότι η μυθοποίηση περιορίζει την ιστορική γνώση και δεν βοηθά στην εξέλιξη της κοινωνίας. Παράλληλα, στέκεται στις συχνές παλινωδίες και την αναποφασιστικότητα του τότε ηγέτη των Ελληνοκυπρίων, εκτιμώντας ότι είναι ένδειξη της έλλειψης βαθιάς σκέψης.

Ήταν η απομυθοποίηση του Μακαρίου στόχος αυτού του βιβλίου; Ήταν ένας από τους στόχους, γιατί θεωρούσα ότι η μυθοποίηση του Μακαρίου, όπως και κάθε ηγέτη, περιορίζει την ιστορική γνώση της κοινωνίας και δεν βοηθά στην εξέλιξη και στην πνευματική της απελευθέρωση. Τα πράγματα από εκεί και πέρα παίρνουν την πορεία τους. Η διαδικασία της απομυθοποίησης, βασισμένη φυσικά στις πηγές και ακολουθώντας πιστά τα επιστημονικά μονοπάτια της τεκμηρίωσης, της ανάλυσης και της ερμηνείας, αποκαλύπτει πολλές άλλες πτυχές που αφορούν το «φαινόμενο Μακάριος», αρκετές άγνωστες μέχρι σήμερα. Μια πτυχή, που από την αρχή θεωρούσα κρίσιμη, ήταν να βγάλω προς τα έξω τους παράγοντες εκείνους που επηρέασαν την εκπληκτική άνοδο και την παντοδυναμία αυτού του ανθρώπου.

Πέρα από την «αγιοποίηση» ή τη «δαιμονοποίηση», ποια είναι τα χαρακτηριστικά που σκιαγραφούν πιο ακριβοδίκαια τη φυσιογνωμία του ως ηγέτη; Αποφεύγω γενικά να χρησιμοποιώ τη λέξη «χαρισματικός», γιατί είναι πολύ παρεξηγημένη και μ’ έναν τρόπο παραπέμπει συνήθως σε άτομο που μιλά καλά κι είναι επικοινωνιακός. Τέτοιος ήταν κι ο Μακάριος. Χαρακτηρίζεται χαρισματικός γιατί ακριβώς είχε τα πιο πάνω προσόντα. Φυσικά, εκτός από το να μιλά καλά, να χαμογελά και να συνεπαίρνει τα πλήθη, είχε και άλλα προσόντα. Ήταν δραστήριος και ακούραστος, καλός οργανωτικός, ήταν ψύχραιμος μπροστά στις δυσκολίες, στεκόταν καλά απέναντι σε ξένους ηγέτες. Όμως, από την άλλη -κι αυτό το συμπεραίνω εξετάζοντάς τον αυτά τα χρόνια της συγγραφής και είναι κάτι που αναλύω στο βιβλίο μου- ήταν ένας άνθρωπος που υστερούσε σε διορατικότητα. Δεν μπορούσε να προβλέψει τις εξελίξεις ή να δει μακριά στον ορίζοντα, είχε έλλειψη ιδεών. Οι συχνές παλινωδίες και η αναποφασιστικότητά του σε κρίσιμα σταυροδρόμια του Κυπριακού, ενώ για τους πολλούς είναι ένδειξη μιας έξυπνης και επιτηδευμένης προσπάθειας από μέρους του να «παγιδεύσει» τους αντιπάλους του, για μένα είναι ένδειξη της έλλειψης βαθιάς σκέψης. Το ότι έγινε απότομα ηγέτης της κοινότητας, χωρίς να προλάβει να «ψηθεί» επαρκώς, να μελετήσει, να προβληματιστεί, ίσως ήταν ένας από τους λόγους για το γεγονός ότι δεν έγινε ποτέ ένας στοχαστής ηγέτης. 

Είναι αρκούντως έτοιμη και ώριμη η κυπριακή κοινωνία να ξεφύγει από τα κυρίαρχα αφηγήματα και να δεχτεί πιο απροσωπόληπτες αποτιμήσεις; Υπάρχει μια μεγάλη δυσκολία να κινηθούμε προς τα εμπρός. Είναι ο μικρός και απομονωμένος χώρος, είναι ο πολιτικός και κοινωνικός συντηρητισμός, είναι το άλυτο εθνικό ζήτημα που διαιωνίζει παρωχημένες αντιλήψεις και την ίδια ώρα συγκρατεί φρέσκες, προοδευτικές αντιλήψεις. Αναπόφευκτα, η αδυναμία μιας πολιτικής, πνευματικής και κοινωνικής εξέλιξης περιορίζει το πλαίσιο όπου μπορούν να κινηθούν τα πράγματα. Τα αφηγήματα του παρελθόντος και οι μορφές του παρελθόντος, όπως ο Μακάριος και ο Γρίβας, παραμένουν ψηλά στις συνειδήσεις των Ελληνοκυπρίων. Οι «παρακαταθήκες» των δύο ιστορικών ηγετών είναι ζωντανές μέχρι και σήμερα. Δεν υπάρχουν νέες εμπνεύσεις. Φυσικά, έστω και αργά, άρχισαν να γίνονται προσπάθειες αμφισβήτησης των κυρίαρχων αφηγημάτων κι αυτό είναι ενθαρρυντικό. Εύχομαι το βιβλίο μου να έβαλε ένα λιθαράκι προς αυτή την κατεύθυνση.

Πόσο αντικειμενική και τεκμηριωμένη μπορεί να είναι μια απόπειρα ανίχνευσης της ψυχοσύνθεσης ενός πολιτικού προσώπου; Ο ιστορικός δικαιούται να ψυχογραφεί τους ήρωές του, αλλά δεν είναι  ψυχίατρος ή ψυχολόγος. Η απόπειρα ανίχνευσης της ψυχοσύνθεσης ενός πολιτικού προσώπου είναι δίκοπο μαχαίρι. Πρέπει να είσαι προσεκτικός, γιατί μπορεί να χαθείς σε χωράφια ξένα και να εκτεθείς. Έχοντας στόχο να ψυχογραφήσω τον Μακάριο, έθεσα από την αρχή τα όριά μου, δεν εμβάθυνα πολύ. Όλες οι ψυχογραφικές αναφορές βασίστηκαν στα τεκμήρια που είχα μπροστά μου, ακολουθούσαν την ιστορική περιγραφή. Ακόμα και οι παραπομπές σε γνωστούς ψυχίατρους και ανθρωπολόγους είχαν τον χαρακτήρα μιας επιπρόσθετης πινελιάς στην κεντρική ιστορική αφήγηση.  Πάνω σ’ αυτή τη βάση, θεωρώ ότι ήμουν αντικειμενικός και αρκούντως τεκμηριωμένος, όταν προσπαθούσα να ψυχογραφήσω με κάποιον τρόπο τον πρωταγωνιστή του βιβλίου μου.

Πόσο βάρος δώσατε στη λογοτεχνική αξία της αφήγησης των ιστορικών γεγονότων; Ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί η λογοτεχνία θα πρέπει να μένει έξω από μια ιστορική αφήγηση. Τόσο στα δύο προηγούμενά μου βιβλία όσο και σε διάφορες ιστορικές μου μελέτες, ένιωθα να «πνίγομαι», αφού θεωρούσα ότι θα έπρεπε να ακολουθήσω κάποιους κανόνες γραφής, κάποιες νόρμες. Στο βιβλίο μου αυτό αποφάσισα ότι θ’ αφήσω την πένα μου να «κυλήσει», θα γράψω πιο ελεύθερα- χωρίς φυσικά αυτό να επηρεάσει τον επιστημονικό του χαρακτήρα. Πέρα από τον ιστορικό ενεστώτα που χρησιμοποίησα, που έτσι κι αλλιώς μου άρεσε πάντα και τον χρησιμοποιούσα σε όλες τις ερευνητικές μου δουλειές, χρησιμοποίησα λέξεις και φράσεις που θεώρησα ότι ταίριαζαν στην αφήγηση, «έπαιξα» με τη σύνταξη ώστε το κείμενο να γίνει πιο όμορφο και ελκυστικό. Ελπίζω να τα κατάφερα…

«Μακάριος 1948-1959: Η πολιτική ηγεμονία και η εξέλιξη προς τον αυταρχισμό»
Εκδ. Παπαζήση
Σελ. 358
Τιμή: €21.20

Ελεύθερα, 17.9.2023