Το ότι σε αυτές τις προεδρικές εκλογές γίνεται μια αναδιανομή ψηφοφόρων και κομματικών στελεχών είναι εμφανές από καιρό. Έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αυτό η υποψηφιότητα Νίκου Χριστοδουλίδη, αλλά και η υποψηφιότητα Ανδρέα Μαυρογιάννη. Αν δει κανείς ποιοι υποστηρίζουν τους δύο υποψήφιους δεν χρειάζεται και ιδιαίτερη ανάλυση. Ακόμα και η υποψηφιότητα Γιώργου Κολοκασίδη βοήθησε αυτό το φαινόμενο, που για τα κόμματα και τις παραδόσεις τους είναι σε ένα βαθμό επικίνδυνο τσουνάμι, που ουδείς γνωρίζει το τέλος του. Θα το δούμε αυτό αργότερα, μετά τις εκλογές.
Ωστόσο, αυτό το φαινόμενο είναι που προκάλεσε χτες και την οργανωμένη αντίδραση υπουργών και άλλων στελεχών του ΔΗΣΥ, που με κοινή δήλωσή τους, εξηγούν ότι στηρίζουν την υποψηφιότητα Αβέρωφ Νεοφύτου και δεν βρίσκονται σε διαβουλεύσεις με τον Νίκο Χριστοδουλίδη «προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμετοχή τους σε μια δική του κυβέρνηση».
Άργησε η παρέμβαση, όμως, διότι είναι από καιρό που κυκλοφορούν σενάρια για υπουργούς και άλλους, που στηρίζουν Χριστοδουλίδη και πριονίζουν την υποψηφιότητα του κ. Νεοφύτου. Και για να λέμε την αλήθεια, αυτό ήταν άδικο για τον πρόεδρο του ΔΗΣΥ, ο οποίος επί δέκα χρόνια στήριζε τις πολιτικές και τις αποφάσεις τους, και τώρα έδιναν την εντύπωση ότι τον άφησαν να σηκώνει μόνος του το βάρος του προεκλογικού. Ειδικά μετά που ο Χριστοδουλίδης κέρδισε την «παράσταση νίκης». Τώρα, λιγότερο από ένα μήνα πριν την κάλπη, δεν ανατρέπονται εύκολα οι εντυπώσεις.
Από τη μια, η ομαδική δήλωση των υπουργών, όπως ακριβώς και η ενέργεια της προέδρου της Βουλής να προτείνει την υποψηφιότητα Αβέρωφ, είναι σαφώς αδικαιολόγητη παρέμβαση στις εκλογές. Διότι, ισχύει και για τους υπουργούς και για την πρόεδρο της Βουλής αυτό που είπε ο Νίκος Αναστασιάδης. Ότι «δεν μπορεί ενόσω είμαι Πρόεδρος να παρεμβαίνω δίκην κομματάρχη, με παρεμβάσεις που μπορεί να επηρεάσουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο –είτε θετικό είτε αρνητικό– το αποτέλεσμα».
Από την άλλη, το έχει παρακάνει και ο Νίκος Χριστοδουλίδης και προκαλεί αυτές τις αντιδράσεις. Διότι, ακόμα και στην τελική ευθεία της προεκλογικής, και ενώ είναι πλέον βέβαιο ότι παραμένει πρώτος με διαφορά και «πολυσυλλεκτικός», δείχνει να στοχεύει στους ψηφοφόρους και στα στελέχη του ΔΗΣΥ. Δεν είπε ότι διαβουλεύεται με υπουργούς, αλλά είπε «μιλώ με στελέχη του ΔΗΣΥ που στηρίζουν την υποψηφιότητά μου, μιλώ και με στελέχη του ΔΗΣΥ που δεν στηρίζουν την υποψηφιότητά μου και ασπάζονται την ανάγκη την επομένη των εκλογών να κινηθούμε στο πλαίσιο μίας κυβέρνησης ευρείας αποδοχής με τη συμμετοχή και του ΔΗΣΥ».
Προφανώς και είναι γεγονός αυτό που λέει, αλλά αυτή τη στιγμή τίποτα τέτοιο δεν θα μπορούσε να μείνει αναπάντητο. Οπότε όσο κι αν ενοχλεί η προσβολή του θεσμικού ρόλου των υπουργών, σήμερα τη βρίσκω δικαιολογημένη. Όχι ότι αλλάζει κάτι ουσιαστικό για τον Αβέρωφ, και σίγουρα δεν πιστεύω να θεωρεί ο ίδιος ότι όλοι οι υπουργοί προσελκύουν ψήφους. Τον βοηθά, όμως, στην προσπάθεια μηνών να πεισθούν οι κομματικοί ψηφοφόροι ότι αυτός είναι ο υποψήφιος του κόμματος και όχι ο Χριστοδουλίδης.
Ρωτήθηκε ο κ. Χριστοδουλίδης και για την απόφαση του πολιτικού γραφείου του ΔΗΣΥ να τον διαγράψει από το μητρώο του κόμματος. «Το θεωρώ μία λανθασμένη ενέργεια που πραγματικά με στεναχωρεί», είπε. «Ο ΔΗΣΥ διαχρονικά δεν διώχνει κόσμο, αλλά ενώνει». Τι περίμενε, όμως, ο κ. Χριστοδουλίδης; Ότι θα εκλεγεί πρόεδρος με τη στήριξη άλλων κομμάτων, πλην του επίσημου ΔΗΣΥ, αλλά θα συνέχιζε να είναι μέλος του ΔΗΣΥ; Απειλώντας και την όποια πιθανότητα εκλογής έχει ο πρόεδρος του δικού του κόμματος;
Ήταν προδιαγεγραμμένη αυτή η απόφαση και άργησε πολύ, μάλιστα. Γιατί να τον στενοχωρεί αφού επέλεξε να είναι υποψήφιος που θα αναζητήσει εκλογή από ευρύτερη δεξαμενή ψήφων, έξω από τις κομματικές ρήτρες; Θα έπρεπε ο ίδιος να παραιτηθεί από το κόμμα και να τραβήξει το δρόμο του. Καταντά πλέον κωμικό στοιχείο της προεκλογικής να συνεχίζει να δηλώνει συναγερμικός, σαν να και η κομματική ταυτότητα είναι ένα συστατικό που βρίσκεται στο αίμα μαζί με τα αιμοσφαίρια και τα αιμοπετάλια.