Επαινώ την Κυβέρνηση για τις προσπάθειες της να προστατεύσει τον λαό από τη μετάδοση του κορωνοϊού. Παράλληλα όμως, νιώθω την ανάγκη να εκφράσω την αντίθεση μου για ορισμένους όρους που καταστρέφουν οικονομικά και όχι μόνον ομάδες του πληθυσμού, χωρίς να ήταν απαραίτητοι. Δεν ξέρω τι είδους μελέτη έκανε η Κυβέρνηση ή οποιοσδήποτε διεθνής οργανισμός για την επιλογή των όρων που επιβλήθηκαν στους κατοίκους της Κύπρου –διότι εγώ για την Κύπρο θα μιλήσω. Πέρασε όμως κανένας αντιπρόσωπος τους από καταστήματα όπως της οδού Ονασαγόρου, της οδού Λήδρας και άλλων πληγεισών περιοχών της Λευκωσίας ή άλλων πόλεων, για να πληροφορηθεί ότι το κλείσιμο τους, που ήταν η μόνη πηγή εισοδήματος των ανθρώπων που τα διαχειρίζονταν, οδήγησε τους ανθρώπους αυτούς σε κατάσταση οικονομικής ένδειας; Και τούτο διότι όφειλαν αυτοί που επέβαλαν τους όρους να μελετήσουν και την ανθρώπινη πλευρά των συνεπειών τους και εάν είναι δυνατό να μεριμνήσουν για την προσφορά βοήθειας. Οι όροι καλύπτουν όλο τον πληθυσμό, και σε αυτόν υπάρχουν άνθρωποι φτωχοί, που ορισμένοι όροι μπορεί να τους καταστρέψουν αντί να τους προστατέψουν. 

Δεν αμφισβητώ τη χρησιμότητα των όρων, αμφισβητώ απλώς την αναγκαιότητα τους σε ορισμένες περιπτώσεις, όπου θα μπορούν να εφαρμοστούν άλλα μέτρα, που να εξυπηρετούν την προστασία έναντι του ιού αλλά και την προστασία της επιβίωσης των πολιτώ. Για παράδειγμα, καταστηματάρχες που ζουν από τις πωλήσεις του καταστήματος τους, θα μπορούσαν να υπαχθούν στους όρους περί λοιμοκαθάρσεως χωρίς να κλείσουν την εργασία τους, όπως έγινε τώρα που δεν μπορούν να εργαστούν καθόλου για ακαθόριστο χρόνο. Αυτοί οι άνθρωποι πένονται και υποχρεώνονται να πληρώνουν και ενοίκιο. Συνεπώς ο σχετικός όρος στην περίπτωση αυτή όπως είναι σήμερα, είναι καταπιεστικός και απάνθρωπος. Είναι φανερό ότι οι υπεύθυνοι για αυτό, ουδέποτε μελέτησαν το θέμα από πλευράς του απλού καταστηματάρχη ή αν το μελέτησαν, ενήργησαν επιπόλαια. Το τελευταίο το στηρίζω στην επιλογή των επιτρεπόμενων εργασιών που δείχνουν την έλλειψη επιμελούς μελέτης. 

Για παράδειγμα, επιτρέπονται οι επιχειρήσεις καθαρισμού οχημάτων αλλά δεν επιτρέπονται οι μικροεπιχειρήσεις των καταστημάτων. Από την άλλη ο τρόπος που λειτουργούν οι υπεραγορές είναι ενδεικτικός του πώς θα μπορούσαν να λειτουργούν και τα καταστήματα που μάλιστα είναι και μικρότερα με αποτέλεσμα να αποφεύγεται η συνάθροιση σε αυτά όπως είναι και ο σκοπός της σχετικής προστασίας. Και τούτο σε αντίθεση με τις υπεραγορές που ναι μεν μπορεί να μπαίνουν από την πόρτα λίγοι, αλλά στον εσωτερικό χώρο συναθροίζονται τόσοι πολλοί που είναι επικίνδυνο για τη μετάδοση του ιού. Αυτό συμβαίνει διότι δεν υπάρχει περιορισμός του τρόπου συμπεριφοράς μέσα στην υπεραγορά. Είναι φανερό ότι το κριτήριο αυτών που επέβαλαν τους όρους είναι η εξυπηρέτηση των αγοραστών για ορισμένα είδη χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες των πωλητών μικρών επιχειρήσεων. Αλλά και ο γενικός κανόνας «μείνετε σπίτι» έχει στοιχεία υπερβολής, σε σημείο που προκαλεί ψυχικά προβλήματα στον λαό ο οποίος είναι αναγκασμένος σαν φυλακισμένος να μένει επ’ αόριστον κλεισμένος στο σπίτι με μόνη διέξοδο την τηλεόραση η οποία τον φορτώνει συνέχεια με θανάτους και θύματα μετάδοσης του ιού. Δεν θα μπορούσε και αυτή η έξοδος από το σπίτι να ρυθμιστεί, όπως τόσες άλλες ενέργειες του ανθρώπου, διά νόμου; Και δεν φτάνει που υπάρχει επέμβαση σε ανθρώπινα δικαιώματα κατά παράβαση του Συντάγματος χωρίς την κήρυξη εκτάκτου ανάγκης, τα διατάγματα αυτά επιβάλλουν βάρη ανεξέλεγκτα επειδή αφορούν θέμα υγείας και η κριτική τους είναι αποτρεπτική. Οι όροι που πρέπει να επιβάλλονται σε επιδημίες ή πανδημίες για την προστασία του πολίτη, είναι σοβαρή υπόθεση που δεν πρέπει να περιορίζεται η εξέταση της σε υπουργικές επιτροπές ή ακόμα και στον Πρόεδρο από μόνο του ή έστω και με την καθοδήγηση κάποιων συμβούλων. 
Χρειάζονται ενδελεχή μελέτη από επαΐοντες και κοινωνιολόγους. Κάθε πολίτης έχει υποχρέωση να συνεργαστεί με την Κυβέρνηση διά την προστασία των συμπολιτών του. Αλλά και κάθε Κυβέρνηση έχει υποχρέωση να προστατεύει όλους τους πολίτες εξίσου, ανάλογα με τις ιδιομορφίες κάθε ομάδας πολιτών. Σε μία δημοκρατική κοινωνία και ένα κράτος δικαίου, οι Κυβερνήσεις πρέπει να επικοινωνούν με τον λαό σε θέματα που αφορούν όχι μόνο τη ζωή, αλλά και τις ανάγκες των πολιτών. Τελικά η λύση να δίνεται με βάση το Σύνταγμα. Και όχι με διατάγματα ανεξέλεγκτα υπό την αόριστη απειλή  ακαθόριστου εκφοβισμού όπως είναι σήμερα η ατμόσφαιρα  στην Κύπρο. Η αρχή της αναλογικότητας και ελέγχου ισχύουν και σ’ αυτό το θέμα.