Δεν αρκεί να μιλούν οι ηγέτες μας για κατάργηση της αναξιοκρατίας και της ευνοιοκρατίας. Αν εννοούν αυτά που λέγουν πρέπει να τα αποδεικνύουν συνέχεια με πράξεις. Αυτό μπορεί να συμβεί μεταξύ άλλων σε σχέση με τους διορισμούς που γίνονται εκτός της Δημόσιας Υπηρεσίας από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με κατ’ εξοχήν παράδειγμα την περίπτωση των Συμβούλων και Επιτρόπων. Δεδομένου μάλιστα ότι ο διορισμός των τελευταίων εκφεύγει του δικαστικού ελέγχου όπως αποφάνθηκε το Ανώτατο Δικαστήριο. Για τέτοιους διορισμούς δεν υπάρχουν ούτε κριτήρια ούτε θεσμικές διαδικασίες ελέγχου της αξίας των διοριζομένων. Το θέμα είναι επίκαιρο λόγω του διορισμού από τον Πρόεδρο νέου Επιτρόπου για την προστασία του παιδιού και διορισμό στη θέση του Επιτρόπου Αναθεωρήσεως της Νομοθεσίας. Παρεμπιπτόντως, και οι δύο αυτές θέσεις κατείχοντο για πολλά χρόνια από μια αξιωματούχο η οποία τώρα αποσύρεται. Τουλάχιστον όσον αφορά την υπηρεσία Αναθεώρησης Νομοθεσίας δεν παράχθηκε οποιοδήποτε αξιόλογο έργο και χρειαζόταν ειδική προσοχή για την επιλογή του καινούργιου κατόχου της θέσεως. Οι διορισμοί έγιναν από τον Πρόεδρο έξω από τα Συνταγματικά του καθήκοντα και εξουσίες οι οποίες είναι καθορισμένες στο Σύνταγμα ( π.χ. διορισμός Υπουργών, Αρχηγού Αστυνομίας κ.λπ.). Παραβλέποντας την αντισυνταγματικότητα των διορισμών αυτών λόγω της απόφασης του Ανωτάτου το οποίο κήρυξε τον εαυτό του αναρμόδιο να ελέγχει την νομιμότητα των Επιτρόπων θεωρούμε αναγκαίο να τονίσουμε τα εξής: Οι Επίτροποι και Σύμβουλοι που διορίζει ο Πρόεδρος ασκούν εκτελεστικές εξουσίες ιδιαίτερης σημασίας για τη διακυβέρνηση της χώρας για αυτό θα έπρεπε να υπάρχουν ειδικές εγγυήσεις και διαδικασίες που να διασφαλίζουν τις ικανότητες των διοριζομένων. Η αξιολόγηση του Προέδρου δεν αρκεί. Άλλωστε το πολιτικό και εν μέρει το κομματικό στοιχείο που ενυπάρχουν στην σκέψη του Προέδρου είναι στοιχεία αρνητικά για τον στόχο της αξιοκρατίας. Εκείνο που χρειάζεται για τέτοιους διορισμούς για να βρίσκεται στο πνεύμα αν όχι του Συντάγματος τουλάχιστον της χρηστής διοίκησης, είναι ένα ανεξάρτητο σώμα με αξιόλογα μέλη μακριά από την πολιτική για να αποφασίσουν μετά από συνεντεύξεις και μελέτη των προσόντων των προτεινομένων νέων προσώπων. Έχει σημασία και η προηγούμενη υπηρεσία των νέων Επιτρόπων, δηλαδή αν ήταν πετυχημένοι στον κλάδο που εργάστηκαν μέχρι τώρα, μέτριοι ή κάτω του μέτριου. Ο στόχος είναι τα επιλεγόμενα πρόσωπα να είναι άξια να εκτελέσουν με επιτυχία τα νέα καθήκοντα τους. Δεν επιτρέπεται η αδιαφορία λόγω λαθών του παρελθόντος για τα οποία δεν υπήρξε ούτε διάθεση διόρθωσης τους ούτε καν ενδιαφέρον για την παραγωγή άλλων. Δεν επιτρέπεται να διορίζουμε γνωστούς και φίλους απλώς για να τους βολέψουμε λόγω της συνταξιοδότησης τους ή της αδυναμίας τους να κάνουν κάτι σοβαρό. Μιλάμε για Επιτρόπους που θα χειρίζονται με ικανότητα πολλές λειτουργίες κρατικής φύσεως με επιπτώσεις στο σύνολο των πολιτών. Ήδη η κρατική μηχανή νοσεί και χρειάζεται ενίσχυση. Ο διορισμός λοιπόν των Επιτρόπων αποτελεί κλασικό παράδειγμα των αιτιών που φθείρουν την αρχή της αξιοκρατίας και του κράτους δικαίου. Ενώ έχουμε απόλυτο ανάγκη να τροφοδοτήσουμε και να ανυψώσουμε τις αρχές αυτές. Διερωτώμαι γιατί δεν δημοσιεύουν τις κενές θέσεις των Επιτρόπων για να κάνουν αιτήσεις όσο το δυνατόν περισσότεροι προσοντούχοι και γιατί όχι να μη γίνονται και ορισμένες εξετάσεις όταν αυτό συμβαίνει για πολύ κατώτερες θέσεις. Στο επιχείρημα που μπορεί να προβληθεί ότι, τι Πρόεδρος είναι αν δεν μπορεί να διορίσει Επιτρόπους και Συμβούλους χωρίς κατ’ ανάγκη να είναι δημόσιοι υπάλληλοι και να μην περνούν από τη διαδικασία αξιολόγησής τους από ανεξάρτητο σώμα δίνεται η εξής απάντηση: Δέχομαι ότι το σύστημα αξιολόγησης δημοσίων υπαλλήλων απέτυχε στην Κύπρο λόγω πολιτικοποιήσεως των οργάνων. Πρέπει λοιπόν για να πετύχουμε ώστε από το σύστημα στελέχωσης της Δημόσιας Υπηρεσίας να απέχει η πολιτική εξουσία και οι σκοπιμότητές της. Στην περίπτωση των διορισμών Επιτρόπων και Συμβούλων του Προέδρου η πολιτική εξουσία δεν επηρεάζει απλώς αλλά μπαίνει ολόκληρη μέσα στο σύστημα. Βεβαίως κάθε κανόνας έχει εξαιρέσεις και στην περίπτωση που εξετάζουμε αυτές  πρέπει να είναι ελάχιστες και απαραίτητες για την αποτελεσματική αποστολή του Προέδρου. Πρέπει να είναι σαφώς καθορισμένες περιορισμένες και δικαιολογημένες. Η ουσία του άρθρου αυτού είναι ότι πρέπει να υπάρξει ένα είδος φραγμού, που να δίνει ένα τέλος στην ανεξέλεγκτη επιλογή Επιτρόπων και άλλων προσώπων για να τους  βολέβουν οι πολιτικοί χωρίς να ενδιαφέρονται αν είναι σε θέση να βοηθήσουν το κράτος καλύτερα από άλλους που θα επιλεγούν κατόπιν διαγωνισμού. Σε μια εποχή μάλιστα, που θα πρέπει να υπάρξει πολιτική λιτότητα και που η εμπιστοσύνη του κοινού προς τους θεσμούς έχει μειωθεί επικίνδυνα. Η απόλυτη και ανεξέλεγκτη εξουσία που χρησιμοποιεί ο Πρόεδρος για τους διορισμούς που εξετάζουμε ενθαρρύνει την αυθαιρεσία. Παράλληλα πλήττει τη Δημοκρατία και τη νομιμότητα.