Κατάδικος κατέθεσε αίτηση για αποφυλάκιση υπό όρους, εφόσον πληρούσε τα κριτήρια, όμως εισέπραξε αρνητική απάντηση, γιατί η Αστυνομία σε έκθεσή της του φόρτωσε τα προηγούμενα που είχε, ενώ είχαν παραγραφεί.

Δικαστήριο ακύρωσε την απόρριψη του αιτήματός του και τώρα θα πρέπει αυτό να ξανασυζητηθεί. Πρόκειται για μια πρακτική της Αστυνομίας όπου το Συμβούλιο Αποφυλάκισης Επ’ Αδεία ζητεί έκθεση για τα προηγούμενα του αιτητή. Ωστόσο, το Δικαστήριο υπέδειξε ότι δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται και αυτά που παραγράφηκαν.

Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, ο αιτητής είναι κρατούμενος στις Κεντρικές Φυλακές, όπου και εκτίει συντρέχουσες ποινές φυλάκισης διάρκειας 15 ετών για υπόθεση εισαγωγής και κατοχής ναρκωτικών. Αυτός είχε υποβάλει αίτημα για υπό όρους αποφυλάκιση επ’ αδεία στις 12.10.2020. Το Συμβούλιο, απέρριψε την αίτησή του και αυτός με προσφυγή του προσβάλλει την απόφαση, ενώ ως λόγο ακύρωσης της, βάλλει εναντίον της νομιμότητας της εισηγητικής έκθεσης της Αστυνομίας. Αυτό διότι, κατά την πλευρά του αιτητή, στη σχετική έκθεση της Αστυνομίας προς το Συμβούλιο, παραθέτει όλες τις καταδίκες του αιτητή (πλην αυτών για τις οποίες εκτίει την τρέχουσα ποινή) τις οποίες αναλυτικά καταγράφει (χρόνο διάπραξης, χρόνο επιβολής ποινής, είδος και ύψος ποινής και αν αυτές παραγράφηκαν και πότε), οι οποίες, με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 4 περί Αποκατάστασης Καταδικασθέντων Νόμου του 1981, Ν. 70/1981, έχουν αποκατασταθεί. Πάντα κατά τον αιτητή, το Συμβούλιο, κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης, έλαβε υπόψη και τα όσα αναφέρει η Αστυνομία, την απορριπτική έκθεση της οποίας λανθασμένα υιοθέτησε.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Σε τεντωμένο σχοινί οι Φυλακές – Απεργούν 170 λειτουργοί

 

Σύμφωνα με την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, είναι απολύτως σαφές ότι, ως προκύπτει από την απλή γραμματική ερμηνεία του νόμου, ο αποκατασταθείς θεωρείται ότι ουδέποτε διέπραξε το ποινικό αδίκημα, για το οποίο αποκατεστάθη. Έπεται και ότι, οποιαδήποτε τέτοια καταδίκη του δεν δύναται να χρησιμοποιηθεί για οποιοδήποτε σκοπό, πόσο μάλλον στα πλαίσια εφαρμογής του νόμου περί αποφυλάκισης με όρους. Το Δικαστήριο απέρριψε επίσης το επιχείρημα ότι οι προηγούμενες καταδίκες έστω κι αν παραγράφηκαν, είναι βοηθητικές στον σχηματισμό εκτίμησης για το κατά πόσο ο αιτητής είναι πιθανόν να καταστεί υπότροπος.

Τέλος, το Δικαστήριο βρήκε ότι στην παρούσα περίπτωση φαίνεται, όντως, πως έχουν εμφιλοχωρήσει λανθασμένα στην εισηγητική έκθεση της Αστυνομίας προς το Συμβούλιο αναφορές σε καταδίκες του αιτητή, για τις οποίες, εκ πρώτοις όψεως, ο αιτητής φαίνεται να έχει, κατ’ εφαρμογή των χρονικών πλαισίων που θέτει ο Ν. 70/1981, αποκατασταθεί. Το δε Συμβούλιο έλαβε υπόψη την εν λόγω νομικά τρωτή έκθεση της Αστυνομίας, καθιστώντας μ’ αυτό τον τρόπο και τη δική του απόφαση παράνομη.