Καυτοί μήνες έρχονται για το ΓεΣΥ αφού πριν καν αρχίσει η διαβούλευση μεταξύ Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας και νοσηλευτηρίων για τις αλλαγές που προωθούνται και αφορούν τον τρόπο αποζημίωσής τους, το παρασκήνιο οργιάζει. 

Οι «μικροί» διεκδικούν ίσες αμοιβές με τους «μεγάλους» οι οποίοι με τη σειρά τους θέλουν συνέχιση των όσων ισχύουν μέχρι σήμερα. Ταυτόχρονα ο ΟΚΥπΥ, φέρεται να προσέρχεται στον διάλογο με τον ΟΑΥ βάζοντας πολύ ψηλά τον πήχη. Ο ΟΑΥ, αναμένει εντός εικοσιτετραώρων τις πρώτες εισηγήσεις των εμπειρογνωμόνων με τους οποίους συνεργάζεται για την ετοιμασία των ποιοτικών κριτηρίων στη βάση των οποίων θα αποζημιώνονται πλέον τα νοσηλευτήρια. Παράλληλα στη Βουλή εκκρεμεί η συζήτηση θέματος που αφορά στις διαφορετικές αμοιβές των νοσηλευτηρίων του ΓεΣΥ, οι οποίες ισχύουν αυτή τη στιγμή και έχουν σχολιαστεί και στο παρελθόν από τον Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας. 

Οι αλλαγές στον τρόπο αποζημίωσης των νοσηλευτηρίων του ΓεΣΥ θα ισχύσουν από την 1η Ιανουαρίου 2023, όπως άλλωστε προνοείται και από το μνημόνιο που υπεγράφη με την έναρξη της ενδονοσοκομειακής φροντίδας στο ΓεΣΥ μεταξύ ΟΑΥ, υπουργείου Υγείας και Παγκύπριου Συνδέσμου Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων. Μέχρι σήμερα τα νοσηλευτήρια αποζημιώνονται στη βάση τιμής μονάδας, η οποία διαμορφώθηκε τότε λαμβάνοντας υπόψη τα οικονομικά δεδομένα που είχε καταγράψει το κάθε νοσηλευτήριο το έτος 2018. Πλέον, και όπως ήταν προγραμματισμένο, τα νοσηλευτήρια θα πληρώνονται και πάλι στη βάση τιμής μονάδας, ωστόσο θα λαμβάνονται υπόψη για το ύψος της αποζημίωσής τους και συγκεκριμένα ποιοτικά κριτήρια. Για παράδειγμα, εάν το νοσηλευτήριο διαθέτει Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, ο αριθμός των κλινών που διαθέτει (δυναμικότητα), εάν διαθέτει ΤΑΕΠ κ.λπ. Παράλληλα, υπόψη θα λαμβάνονται και ποιοτικά κριτήρια τα οποία αυτή τη στιγμή ετοιμάζονται από οίκο εμπειρογνωμόνων με τον οποίο ο ΟΑΥ συνεργάζεται. Όπως μάλιστα αναφέρουν πληροφορίες του «Φ», οι εμπειρογνώμονες έχουν ολοκληρώσει το πρώτο μέρος των εισηγήσεών τους το οποίο είναι θέμα εικοσιτετραώρων να παραδώσουν στον Οργανισμό. 

Από πλευράς του ο ΟΑΥ, ο οποίος έχει ήδη ετοιμάσει την προκαταρκτική του πρόταση την οποία θα θέσει στη συνέχεια ενώπιον των νοσοκομείων του ΓεΣΥ, αναμένει τις εισηγήσεις αυτές προκειμένου να τις επεξεργαστεί και να προχωρήσει στις απαραίτητες διαδικασίες. Για να γίνει βεβαίως αυτό πρέπει πρώτα να συζητηθεί το θέμα και από το διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού το οποίο ωστόσο, μετά την αποχώρηση του Θωμά Αντωνίου παραμένει ακέφαλο και ουδείς γνωρίζει πότε η Κυβέρνηση θα προχωρήσει σε διορισμό νέου Προέδρου. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Το έργο του Οργανισμού βεβαίως φαίνεται ότι δεν θα είναι καθόλου εύκολο ούτε και σε ό,τι αφορά τη διαβούλευση με έκαστο νοσηλευτήριο, αφού ήδη τα νοσοκομεία έχουν χωριστεί σε «μικρά» και «μεγάλα» με κάποιους από τους «μικρούς» να έχουν ήδη προχωρήσει σε συστάσεις προς τον ΟΑΥ μέσω των δικηγόρων τους, διεκδικώντας ίσες αμοιβές με τους μεγάλους. 

Δύσκολη φαίνεται ότι θα είναι η διαβούλευση του ΟΑΥ και με τον Οργανισμό Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας, ο οποίος έχει ήδη αξιώσει μεγαλύτερο μερίδιο από τον αντίστοιχο προϋπολογισμό του ΓεΣΥ σε σχέση με το τι λαμβάνει με τα δεδομένα που ισχύουν σήμερα. 

Μάλιστα, όπως αναφέρουν πληροφορίες του «Φ», κατά τις πρώτες επαφές μεταξύ εκπροσώπων των δύο οργανισμών, ο διάλογος ήταν έντονος καθώς ο ΟΑΥ βάσει νόμου δεν έχει δικαίωμα να αντιμετωπίζει τον ΟΚΥπΥ με διαφορετικό τρόπο σε σχέση με τους υπόλοιπους παρόχους/νοσηλευτήρια του Συστήματος, ενώ ο ΟΚΥπΥ από πλευράς του, ως ο μεγαλύτερος πάροχος υπηρεσιών Υγείας του ΓεΣΥ, διεκδικεί όσα κρίνει ότι αρμόζουν για την περίπτωσή του. 

Ως εκ τούτου και στο μέτωπο αυτό δεν πρέπει να αναμένεται ότι θα υπάρξει εύκολα κατάληξη αν και από τους δύο οργανισμούς εκφράζεται η ετοιμότητα για διάλογο και σωστή διαβούλευση μέχρι την επίτευξη μιας συμφωνίας που θα λειτουργήσει προς το συμφέρον και των δύο πλευρών. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Οι διαφορές μικρών και μεγάλων νοσοκομείων

Με βάση τα σημερινά δεδομένα και τον τρόπο με τον οποίο υπολογίζονται οι αποζημιώσεις των νοσοκομείων, τα μεγαλύτερα νοσηλευτήρια, τα οποία το 2018 είχαν μεγαλύτερο τζίρο σε σχέση με τα μικρότερα ή με αυτά που από κλινικές εξελίχθηκαν σε μικρά νοσοκομεία λόγω επέκτασης μετά την ένταξή τους στο ΓεΣΥ, αμείβονται με μεγαλύτερα ποσά για κάθε ιατρική πράξη/επέμβαση. (π.χ. ένας τοκετός σε μεγάλο νοσοκομείο αποζημιώνεται με €3000, ενώ σε ένα μικρό με €2000). 

Οι διαφορετικές αυτές αμοιβές, έχουν εξάλλου επισημανθεί αρκετές φορές και από την Ελεγκτική Υπηρεσία και αποτέλεσαν και αντικείμενο συζήτησης στις κοινοβουλευτικές επιτροπές Ελέγχου και Υγείας στο παρελθόν. 

Αυτή τη στιγμή και ενόψει της αλλαγής του τρόπου αποζημίωσης των νοσοκομείων, τα μικρά νοσηλευτήρια έχουν ήδη ενημερώσει τον ΟΑΥ ότι διεκδικούν ίσες αμοιβές με τους μεγάλους και, κάποια από τα νοσηλευτήρια αυτά, έχουν αποστείλει και σχετικές επιστολές μέσω των νομικών τους συμβούλων στον Οργανισμό. 

Από πλευράς τους, τα μεγαλύτερα νοσηλευτήρια, τα περισσότερα εκ των οποίων διαθέτουν μεταξύ άλλων ΜΕΘ ή/και ΤΑΕΠ ή περισσότερες υπηρεσίες (π.χ. διαγνωστικά κέντρα ή κλινικά εργαστήρια), επιμένουν ότι δεν πρέπει να αλλάξουν τα δεδομένα που ισχύουν σήμερα και θέτουν θέμα υποδομής και εξοπλισμών. 

Ο ΟΑΥ, ο οποίος προς το παρόν επεξεργάζεται την τελίκη πρόταση την οποία θα θέσει ακολούθως ενώπιον των νοσοκομείων του ΓεΣΥ, προχωρεί τις δικές του διαδικασίες στη βάση των όσων προνοούνται από τα μέχρι τώρα συμφωνηθέντα, γεγονός που μάλλον εκ πρώτης όψεως αφήνει δυσαρεστημένους τους «μικρούς». 

Με την ένταξη βεβαίως των ποιοτικών κριτηρίων στον τρόπο υπολογισμού των αποζημιώσεων των νοσοκομείων, θεωρείται σίγουρο ότι η ψαλίδα που τώρα υπάρχει μεταξύ των όσων αμείβονται ανά ιατρική πράξη, οι «μικροί» σε σχέση με τους «μεγάλους», θα κλείσει σε μεγάλο βαθμό, ωστόσο κάποια διαφορά θα εξακολουθήσει να υπάρχει. 

Ως εκ τούτου, οι επόμενοι μήνες πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι θα είναι αρκετά έντονοι για τον ΟΑΥ, ο οποίος την ίδια ώρα έχει κι άλλα ανοικτά μέτωπα τα οποία πρέπει να κλείσει μέχρι το τέλος του έτους, όπως είναι για παράδειγμα η ένταξη ιδιωτικών ΤΑΕΠ, η ένταξη των ενδονοσοκομειακών υπηρεσιών αποκατάστασης κ.λπ. Η δε αβεβαιότητα που εξακολουθεί να υπάρχει στη διοίκηση του Οργανισμού με την αποχώρηση του προέδρου και την έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη στην επιτροπή για το ασυμβίβαστο για τα υπόλοιπα μέλη του διοικητικού του συμβουλίου, κάνει την κατάσταση ακόμα πιο δύσκολη, αφού προκαλούνται μεταξύ άλλων και καθυστερήσεις στη λήψη αποφάσεων.