Περπατώ συχνά με ντόπιους και ξένους στην πρωτεύουσα.

 Όποιος γνωρίζει έστω και ελάχιστη ιστορία ξέρει ότι το πάλαι ποτέ βασίλειο της Λήδρας έγινε πρωτεύουσα αφού πέρασε από καταιγίδες και φουρτούνες που επέφεραν άλλοι- χωρίς να ξεχνάμε τις παρανομίες και αππωμάρες των ντόπιων- και προσπαθεί με κόπο να επιβιώσει έναντι των παράλιων πόλεων.

Mε ρωτούν πολλές φορές ξένοι αν επιτρέπεται να περάσουν στην κατεχόμενη Λευκωσία. Και βέβαια τους απαντώ ευγενικά, καταπίνοντας τον θυμό μου για τη μικρόνοιά μας. Η ερώτηση τους πηγάζει από τους αναρτημένους ανά την πόλη «τουριστικούς» χάρτες που δείχνουν μόνο το νότιο κομμάτι της Λευκωσίας. Στο υπόλοιπο βόρειο κενό φαίνεται το πλέγμα των δρόμων και αναγράφεται αγγλιστί η φράση από δυσμάς προς ανατολάς «Area under Turkish occupation since 1974».

Οι λιγοστοί τουρίστες που μας κάνουν το χατίρι να έρθουν στη Λευκωσία, συχνά υπό 45 βαθμούς Κελσίου, δεν έρχονται για να ψωνίσουν στην πάγκαλη Λαϊκή Γειτονιά, ούτε για να ανάψουν κερί στην Παναγία Φανερωμένη και να εναποθέσουν στεφάνι στο παρακείμενο κενοτάφιο, ούτε βέβαια για να επισκεφθούν τον χρυσοποίκιλτο νέο καθεδρικό ναό.

Συνήθως αυτοί που κάνουν τον κόπο να έρθουν, έχουν διαβάσει για το σημαντικότατο αναγεννησιακό και ιδιαίτερα ολοκληρωμένο οχυρωματικό έργο που διασώζεται στην πόλη μας και το οποίο αποτελείται από 11 προμαχώνες, μια βαθιά τάφρο και ένα πρανές. Απορημένοι κοντοστέκονται μπροστά από τους κουτσουρεμένους χάρτες της πόλης – που ακολουθούν βέβαια εδώ και χρόνια πολιτικές εντολές- και προσπαθούν να καταλάβουν γιατί βλέπουν μόνο 5 από τους 11 προμαχώνες.

Οι πεπαιδευμένοι ψάχνουν τη συνέχεια του προμαχώνα Νταβίλα και τρίβουν τα μάτια τους από την καταστροφή που επέφεραν οι ανιστόρητοι και ασυγχώρητοι οπαδοί της Χαντίτ στον ιστορικό ιστό των οχυρώσεων, αλλά διερωτώνται γιατί υπάρχουν 14 κόκκινες πινακίδες που σηματοδοτούν χώρους όπου υπάρχει αναρτημένος ο «ίδιος» χάρτης!

Και ερωτώ το σεβάσμιο κράτος, τους υπευθύνους της ιστορίας και του τουρισμού: Δε θέλουμε να δείξουμε πόσο σημαντική ήταν η πρωτεύουσα στον τότε κόσμο, του 16ου αιώνα, ώστε να ήθελαν με τεράστια έξοδα να την προστατέψουν οι Ενετοί; Δε θέλουμε να δείξουμε στους ξένους ότι τα δικά μας τείχη κτίστηκαν από τους ίδιους αρχιτέκτονες και οχυρωματικούς μηχανικούς που έκτισαν άλλα σπουδαία τείχη σε ολάκερη την Ευρώπη; Δε θέλουμε να αποδείξουμε τη γεωστρατηγική σημασία της πρωτεύουσας και του νησιού ολάκερου; Δε θέλουμε τον Γάλλο, την Ιταλίδα, τον Γερμανό, τη Φλαμανδή να θαυμάσει ολόκληρο το έργο και να καταλάβει ότι η Κύπρος ανήκει στην Ευρώπη πολύ πιο πριν από το 2003;

Γιατί επιμένουμε να βγάζουμε μόνοι μας τα μάτια μας και πυροβολούμε τα πόδια μας;

Η αλήθεια είναι άλλη: Δεν είμαστε περήφανοι για ένα από τα σημαντικότερα μνημεία που άφησε στον τόπο μας η Αναγέννηση. Κι αυτό επειδή το μυαλό μας είναι κολλημένο και ψάχνει απεγνωσμένα δικαιολογίες και εχθρούς για το ανυπεράσπιστο και βασανισμένο μικρό ελληνικό νησί που πλέει στο μέσο του πελάγους… Στο διάβα της μετά Χριστόν εποχής, μας φταίνε όλοι. Φράγκοι βασιλιάδες, Γενουάτες έμποροι, Ενετοί καπετάνιοι, Άγγλοι κυβερνήτες και διαχρονικά Τούρκοι!

Εξαίρεση αποτελούν οι Βυζαντινοί, καθότι εκείνοι είναι ομόγλωσσοι και ομόθρησκοι, άσε που πιστεύουμε ότι είναι καθαρόαιμοι Έλληνες! Όλους τους άλλους, επειδή δεν είναι Έλληνες ούτε ορθόδοξοι, τους θεωρούμε παρένθεση στη μακραίωνη ελληνική μας ιστορία.

Συνεπώς γιατί να προβάλουμε την αλλότρια, δική τους πολιτιστική κληρονομιά! Γι’ αυτό δε θέλουμε ούτε τη Λευκωσία, ούτε την Αμμόχωστο πόλεις- μνημεία στον Παγκόσμιο Χάρτη της Ουνέσκο! Αναιρούμε μόνοι μας την ιστορία. Προσφέρουμε στη θέαση μόνο τη μισή Λευκωσία, λες και η άλλη μισή να μην μας αφορά, να μην μας αγγίζει, να είναι ξένη στο δικό μας σώμα, το περήφανο, το ελληνικό, το ορθόδοξο. Ντρεπόμαστε γιατί δυστυχώς το μεγαλύτερο μερίδιο της υπάρχουσας και ορατής πολιτιστικής κληρονομιάς προέρχεται από κατακτητές! Εκεί είμαστε ακόμη! Οι «άλλοι» και «εμείς», οι καημένοι, οι ανυπεράσπιστοι, οι αιωνίως κλαψουρίζοντες και αδικημένοι.

Το 2026 θα έχουμε την Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρώπης. Τι θα δείξουμε στους ξένους αξιωματούχους της ΕΕ; Τη μισή Λευκωσία; Την Πύλη Αμμοχώστου, κλειστή εδώ και έξι (6!) συναπτά έτη; Την Πύλη Πάφου και το ακαταλαβίστικο σχέδιο της; Την Παναγία των Αυγουστίνων – το Ομεριέ τζαμί– από τους πιο βρώμικους μνημειακούς χώρους της πρωτεύουσας; Τα τείχη που διαλύονται και επί των οποίων βλασταίνουν θάμνοι και δέντρα;

Τι ντροπή για την πόλη μας, τι ανυπαρξία και απουσία θέλησης προώθησης έργων. Όχι, το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο δεν θα είναι έτοιμο, σκεφτείτε ότι η Πλατεία της Χαντίτ χρειάστηκε 12 χρόνια! Τι απίστευτη γραφειοκρατία για κάτι που νομίζουν (;) ότι δεν αποφέρει, που δεν έλκει παράνομα διαβατήρια και προνομιούχους «νέους Κύπριους». Πότε θα καταλάβουμε ότι η πολιτιστική διπλωματία παίζει στα ευρωπαϊκά φόρα; Και ότι είναι από τα μόνα πράγματα που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε για να ανατρέψουμε την ανυποληψία μας;

Ας γίνουν έργα το 2026 και για τους ξένους και για μας, τους ντόπιους. Ας κρατήσουμε τις υπαίθριες αγορές, τις γειτονιές και τα στενοσόκακα ως κόρην οφθαλμού κι ας απομακρύνουμε τους αππωμένους  και ανιστόρητους που διακοπεύουν στο Ντουμπάι και έρχονται πίσω γεμάτοι ιδέες.

Και μια τελευταία ερώτηση, προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας: Από το περίφημο ταμείο Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, τι ποσά έχει πάρει το Υφυπουργείο Πολιτισμού;

Ελεύθερα, 10.3.2024