Το να θέλεις να γράψεις ένα βιβλίο που να εξιστορείς την τραγική ιστορία στενού μέλους της οικογένειας σου, είναι κατανοητό. Αυτή είναι η περίπτωση του Αδάμου Κόμπου από τη Λεμεσό, καθηγητή ηλεκτρονικών στις Τεχνικές Σχολές, συγγραφέα του βιβλίου «Ζαχαρίες & Κολοσσιάτες».
Πρόκειται για την ιστορία της συμμορίας του μεγαλοκτηματία Ζαχαρία Αντωνίου και υιών του Παμπή και Αντωνή και της αντίπαλης ομάδας του Χαμπή Κολοσσιάτη.

Διαβάζοντας το 400 σελίδων βιβλίο ανακαλύπτεις το προσωπικό ενδιαφέρον του συγγραφέα στην εκτέλεση του θείου του, Μιλτιάδη Μαρνέρου, αδελφού της μητέρας του από τη συμμορία Ζαχαρίων.

Ο Αστυνομικός λοχίας Μιλτιάδης Μαρνέρος (σελίδες 251-261) ήταν υπεύθυνος του Αστυνομικού Σταθμού Αγρού ο οποίος «δεν πλησιάστηκε με κανένα τρόπο από την ΕΟΚΑ «για να είναι, αν όχι μέλος της τουλάχιστον να κρατά μιαν ουδέτερη και ήπια στάση έναντι αυτών που «παρανομούσαν» μικρών και μεγάλων» (προσωπικές απόψεις). Όταν οι αγωνιστές επιτέθηκαν εναντίον του αστυνομικού σταθμού με σκοπό να παραλάβουν όπλα, ο Μαρνέρος υπερασπίστηκε το σταθμό και οι αγωνιστές έφυγαν άπρακτοι. Αυτή η εξέλιξη δυσαρέστησε κάποιους κύκλους. Κατά τον Κόμπο «το φυσιολογικό, κατά την εθνική συνείδηση, θα ήταν να ζητήσει μετακίνηση σ’ άλλον Αστυνομικό Σταθμό ή να παραιτηθεί».

Ποιός κρίνει το «φυσιολογικό»;

Όμως μετά από εκφοβισμό του, ο Μαρνέρος ζήτησε μετάθεση στον Αστυνομικό Σταθμό Ξυλοφάγου. Με την ανεξαρτησία αφυπηρέτησε αφού πήρε σχετική αποζημίωση. Την εποχή εκείνη ο Αντωνής Ζαχαρία, ο προδότης των αγωνιστών, ήθελε να παρουσιάσει τον εαυτό του ως όψιμο αγωνιστή και «κατόπιν προτροπής αγωνιστή της ΕΟΚΑ, πολιτευόμενου, σχημάτισε ένα κατάλογο ατόμων τα οποία θα δολοφονούσε, χαρακτηρίζοντας τους ως προδότες» (σ.254-5), (σ. 281).

Ο Αντωνής αρχικά εκβίαζε το Μαρνέρο για απόσπαση χρημάτων ο οποίος σιωπηλά έκανε ενέργειες να φύγει οικογενειακώς στη Νότιο Αφρική όπου είχε συγγενείς. Την ημέρα που θα γινόταν η συνάντηση του Μιλτιάδη με το πρωτοπαλλήκαλο του Αντωνή, τον Λαζαρή, «συγκροτήθηκε «σύσκεψη» στελεχών της συμμορίας (σ. 256-7)… με σκοπό τη μελέτη της προόδου «εκκαθάρισης» των δήθεν προδοτών». Ο Μαρνέρος θα ζητούσε παράταση να μαζέψει τα χρήματα ενώ στην πραγματικότητα για να του δοθεί χρόνος να φύγει. Ο συγγραφέας, τότε 12-13 ετών, περιγράφει την τελευταία συνάντηση του θείου με τον ίδιο και τη μητέρα και αδελφή του θύματος. Ο Λαζαρής σκότωσε τον Μαρνέρο μέρα μεσημέρι (29/10/1960) ενώπιον μαρτύρων και αφού φώναξε προδότης επέστρεψε στη «σύσκεψη» και «… δέχτηκε συγχαρητήρια απ’ όλους … » (σ. 258-9).

Πώς ο συγγραφέας ήξερε αυτή τη λεπτομέρεια;

Ακολούθως, η συμμορία έβγαλε (σ.260-1) «ανακοίνωση» που υποδείκνυε ότι η κηδεία θα έπρεπε να γίνει στην παρουσία μόνο των μελών της οικογένειας του θύματος και ότι το φέρετρο θα έπρεπε να μεταφερθεί ασυνόδευτο στο νεκροταφείο, όχι με νεκροφόρα αλλά με διπλοκάμπινο. Όμως, ο πατέρας του συγγραφέα και ένας ξάδελφος συνόδευσαν το φέρετρο.

Άγριες εποχές και σίγουρα τραυματικές για ένα παιδί.

Σε όλο το βιβλίο έχει σχόλια του συγγραφέα π.χ. σ.193 «Λαζαρής σκότωσε Μήτσιο… κόσμος νόμιζε πατριωτική πράξη» (προσωπική άποψη). (σ.230) Για κάποιο που υφίστατο εκβιασμό γράφει «… φερόμενος αντρίκια» του έδωσε μόνο 50 λίρες αγοράζοντας τον μπελά…»

Στο βιβλίο υπάρχουν ανακρίβειες και αντιφάσεις. Αναφέρεται ότι ο Ζαχαρίας (σ. 9) γεννήθηκε το 1900 και ότι έφυγε από την Κύπρο το 1961 (σ.316). Πέθανε στο Λονδίνο όπου κατέφυγε αφού έζησε εκεί οικογενειακώς μερικά χρόνια. Τότε πώς αναφέρεται ότι «πέθανε απο καρκίνο στην ηλικία των 45 χρόνων» (σ. 324).

Επίσης, σχολιάζει σε αρκετά σημεία το ρόλο της αστυνομίας: π.χ. (σ.52)«… αδυναμία αστυνομίας …», σ. 53 «… αστυνομία πουλημένη, διαβρωμένη…», σ.62 «… αστυνομία ανύπαρκτη …», σ. 263 «…Η Αστυνομία… παρέμενε αδρανής και αδιάφορη, λόγω του ότι κάποια στελέχη της ήσαν διαβρωμένα…»

Αργότερα μιλά για αλλαγή κλίματος: (σ. 202) «… 21/11/1960 συνελήφθηκε Παμπής Ζαχαρία και Λαζαρής Δημητρίου … άρχισαν να ξεθαρρεύουν διάφοροι παθόντες, συγγενείς τους και μάρτυρες κατέφευγαν στην Αστυνομία της οποίας η διοίκηση άλλαξε …». (σ.215) «… φόβος από τους Ζαχαρίες (1961) οπότε άρχισε να γέρνει η πλάστιγγα εναντίον τους…».

Στον πρόλογο αναφέρεται ότι «αφού η συμμορία Ζαχαρία κατόρθωσε να εξαλείψει, σχεδόν όλα τα μέλη της ομάδας του Χαμπή Κολοσσιάτη… εγκληματώντας ασταμάτητα… Η Αστυνομία συνέχιζε να μην μπορεί να τους σταματήσει, αναλαμβάνοντας αυτόν το ρόλο, βέβαια παράνομα, ομάδα εκκαθαριστών της ΕΟΚΑ, που με τη δράση τους είτε εκτελώντας είτε οδηγώντας στη Δικαιοσύνη αριθμό μελών της συμμορίας Ζαχαρία, κατόρθωσαν να την εξουδετερώσουν.»

Πώς είναι δυνατόν μια παράνομη ομάδα (εκκαθαριστές ΕΟΚΑ) να οδηγήσει στη Δικαιοσύνη όταν μέλη της συνελήφθηκαν και καταδικάστηκαν για την παράνομη δράση τους;

Με την ανεξαρτησία ανέλαβε υπεύθυνος του εγκληματολογικού ο Χαράλαμπος Καμιναράς, που κατάφερε να στοιχειοθετήσει υπόθεση εναντίον της συμμορίας Ζαχαρία. Αποτέλεσμα να εφαρμοστεί η θανατική ποινή, για πρώτη και τελευταία φορά στην Κύπρο, σε τρεις συμμορίτες.

Το βιβλίο δίνει μια εικόνα της εγκληματικότητας και άγριων (κυρίως με κουνιά) δολοφονιών της συμμορίας Ζαχαρία. Δεν υπάρχει χρονολογική σειρά, σε αρκετές περιγραφές δεν υπάρχει ημερομηνία. Στη βιβλιογραφία αναφέρονται διάφορες εφημερίδες χωρίς λεπτομέρειες. Αναφέρει γενικά και αόριστα διάφορες προσωπικές μαρτυρίες ατόμων που έζησαν τα γεγονότα χωρίς να διασταυρώνει.

Δεν μπορεί να θεωρηθεί επιστημονική μελέτη ή έστω ιστορική καταγραφή.