Μα, το ζήτημα δεν είναι πόσο ξεδιάντροπος βάρβαρος φασίστας είναι ο Ερντογάν, για να τολμά να λέει για μια χώρα μέλος του ΟΗΕ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ότι αν προχωρούσαν προς το νότο το 1974 «δεν θα υπήρχε πια νότος και βορράς και η Κύπρος θα ήταν εντελώς δική μας». Το ζήτημα είναι ότι τα λέει αυτές τις μέρες, που η απεσταλμένη των Ηνωμένων Εθνών ήρθε κι ασχολείται κι αυτή με την οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των δυο κοινοτήτων.

Την ώρα, δηλαδή, που ο Ερντογάν δηλώνει χωρίς περιστροφές ότι το 1974 η Τουρκία άρπαξε τη μισή Κύπρο και είναι δική της και θα μπορούσε να την αρπάξει ολόκληρη και «θα ήταν εντελώς δική της», τα Ηνωμένα Έθνη, και εμείς μαζί τους, συζητούν ως να είναι κάποιο άλλο το πρόβλημα και όχι αυτό ακριβώς. Η κατοχή της μισής Κύπρου και η επιθυμία της Τουρκίας να την κατακτήσει ολόκληρη.

Μιλά ο Τούρκος ισλαμοφασίστας ως να αναφέρεται σε κανένα ξερονήσι της Μεσογείου, ως να μην υπάρχουν άνθρωποι εδώ, δεν υπάρχει ιστορία, δεν υπάρχουν Έλληνες Κύπριοι με ρίζες τριών χιλιάδων χρόνων, υπάρχει μόνο η στρατοκρατία της Άγκυρας που αν ήθελε θα μπορούσε να σφάξει όλους τους κατοίκους της και να κάνει όλη την Κύπρο ναυτική και αεροπορική βάση ή να την γεμίσει καζίνα ή να την πουλήσει όλη σε Ιρανούς και Ισραηλινούς και Ρώσους… Και τα λέει ωμά διότι ουδείς ασχολείται με τις ευθύνες του για το πρόβλημα. Ούτε εμείς οι ίδιοι.

Καθόμαστε και συζητάμε και με την Μαρία Ογλκίν, όπως και με όλους τους μεσολαβητές, για να βρούμε τρόπο να λύσουμε τις διαφορές μας με τους Τουρκοκύπριους. Αποδεχόμενοι κι εμείς το παραμύθι που έστησε η Άγκυρα μισό αιώνα τώρα ότι είναι με τους Τ/κ που έχουμε πρόβλημα, όχι με την κατοχική χώρα, που παίρνει απαλλακτικό ακόμα και την ώρα που μιλά ο ηγέτης της με αυτό τον αισχρό τρόπο.

Την ίδια ώρα έχουμε ένα σωρό δικούς μας φωστήρες να υιοθετούν το τουρκικό αφήγημα, και να υποστηρίζουν ότι έχουν δίκαιο οι Τουρκοκύπριοι που λένε ότι πρέπει να συμφωνηθεί εκ των προτέρων ότι αν ναυαγήσει η νέα προσπάθεια (που δεν υπάρχει ακόμα) εξ υπαιτιότητας των Ελληνοκυπρίων, οι Τουρκοκύπριοι δεν μπορεί να παραμείνουν στο ίδιο στάτους κβο. Να συμφωνηθεί δηλαδή ότι μετά το ναυάγιο θα αναβαθμιστούν!

Πότε θα συζητήσουμε, όμως, τι θα γίνουν οι Ελληνοκύπριοι μετά το νέο ναυάγιο, που ήδη οργανώνεται από την Άγκυρα; Το στάτους κβο των Ελληνοκυπρίων στην πατρίδα τους δεν απασχολεί κανέναν. Το ότι είναι υπό συνεχή απειλή. Το ότι κινδυνεύουν να βρεθούν χωρίς πατρίδα. Πότε θα συζητήσουμε το ρόλο της Τουρκίας στη χώρα μας; Πότε θα ασχοληθούν οι μεσολαβητές των Ηνωμένων Εθνών με την ουσία του προβλήματος την οποία τόσο απροκάλυπτα περιγράφει ο Τούρκος Πρόεδρος; Τον επόμενο μισό αιώνα;

Άλλωστε και η κ. Ολγκίν στις επαφές της αυτό που δείχνει να αναζητά είναι δύο πράγματα: Τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και τα κίνητρα που πρέπει να προσφέρει η ελληνοκυπριακή πλευρά για να φέρει την τουρκική στο τραπέζι των συνομιλιών. Παρότι δεν ξέρουμε ποια άλλα κίνητρα έχουν να δώσουν οι Ελληνοκύπριοι εκτός από αυτά που έδωσαν ήδη, αυτό που είναι φανερό είναι πως για μια ακόμα φορά βρισκόμαστε εμείς στη θέση να μας ζητείται να κάνουμε «δώρα».

Αλλά, οι Τουρκοκύπριοι που θέλουν να βγουν από τη διεθνή απομόνωση, όπως λένε, να αλλάξουν το στάτους κβο της παρανομίας, δεν χρειάζεται να κάνουν καμιά υποχώρηση. Να μείνουν ανυποχώρητοι στην αξίωση για χωριστό κράτος, στην ανυπακοή προς το Συμβούλιο Ασφαλείας, στην επιμονή για συνέχιση της κατοχής με την εσαεί παρουσία κατοχικού στρατού και τουρκικών εγγυήσεων, αλλά να πάρουν και «δώρα», όχι για να λύσουν το Κυπριακό, αλλά για να κάτσουν στο τραπέζι των συνομιλιών.

Αν είναι να το κάνουμε κι αυτό -τόσα και τόσα άστοχα και καταστροφικά κάναμε!- τουλάχιστον ας συμφωνηθεί και κάτι άλλο εκ των προτέρων: Πότε θα ασχοληθούν τα Ηνωμένα Έθνη και οι απεσταλμένοι τους με τη διεθνή πτυχή του προβλήματος, την κατοχή, τον εποικισμό, την αρπαγή ιδιωτικών περιουσιών, την προσφυγοποίηση διακόσων χιλιάδων Ελληνοκυπρίων.