«Τι είναι ο χρόνος; Αυτό που μετράνε τα ρολόγια» Albert Einstein

Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, πρώτοι, προσπάθησαν να εξηγήσουν την έννοια του χρόνου και να προσδιορίσουν τη φύση του, θέτοντας τα θεμέλια για την αναζήτηση ενός ζητήματος που έμελλε να απασχολήσει -εκτός από τη Φιλοσοφία- την Επιστήμη και την Τέχνη. Η διάσημη συζήτηση μεταξύ των γιγάντων της Φιλοσοφίας, Henri Bergson, και της Φυσικής, Albert Einstein, στις 6 Απριλίου του 1922 στο Παρίσι, κατέληξε σε απόλυτη διαφωνία, θυμίζοντας τις πρώτες φιλοσοφικές διαμάχες για τον χρόνο. Είναι ο χρόνος εγγενής ιδιότητα της φύσης ή πρόκειται για ανθρώπινο δημιούργημα; Υπάρχει πραγματικά ή απλώς τον μετράμε με τα ρολόγια μας;

Οι ιδέες όμως δεν εξελίσσονται μόνο με το πέρασμα του χρόνου αλλά έχουν και καταγωγή. Ο Χρόνος εμφανίζεται στις πρώιμες φιλοσοφικές απόψεις των Ορφικών, που -παρά το γεγονός ότι δεν είναι αμιγώς φιλοσοφικές- αποκτούν μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς παρουσιάζουν τον χρόνο ως κάτι θεμελιακό: Ο Χρόνος εμφανίζεται στα πρώτα στάδια της δημιουργίας του κόσμου και ταυτίζεται με τον θεό Κρόνο, έναν Τιτάνα, γιο του Ουρανού και της Γαίας. Ο Πρόκλος σε έναν σχολιασμό του στον πλατωνικό Τίμαιο μας παραδίδει ένα από τα πιο αινιγματικά και ποιητικά ορφικά αποσπάσματα την εμφάνιση του αιώνα: «Ο απεριόριστος χρόνος ύπαρξης (ἀπείριτος αἰών) και τα περίφημα έργα της φύσης διαρκούν». Αλλά και «ο πρώτος που συνέγραψε βιβλίο για τη φύση» ο Φερεκύδης (τον οποίο ο Αριστοτέλης δεν περιλαμβάνει σε αυτούς «που εξηγούν τα πάντα μυθολογικά») ξεκινάει το σύγγραμμά του με τον «Χρόνο που υπήρχε από πάντα», γεγονός που επιβεβαιώνεται στη συνέχεια και από άλλες πηγές, στις οποίες φαίνεται να τοποθετεί τον Χρόνο στις «αρχές» του κόσμου.

Ωστόσο, ο διάλογος για τον χρόνο ξεκινά ουσιαστικά με τους Προσωκρατικούς και συγκεκριμένα από τη διαμάχη γίγνεσθαι και είναι μεταξύ Ηράκλειτου και Παρμενίδη, όπου για πρώτη φορά οι απόψεις είναι διαμετρικά αντίθετες. Η εικόνα του ακατάπαυστου ποταμού που μας παραδίδει ο «Σκοτεινός» Ηράκλειτος θα αναμετρηθεί με την «ήσυχη καρδιά της στρογγυλής Αλήθειας» του Παρμενίδη. Γίγνεσθαι ή είναι; Ποια είναι η πραγματικότητα; Υπάρχει χρόνος; Για τον Ηράκλειτο τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: Η ροή του ποταμού δεν μας επιτρέπει να μπούμε στο ίδιο ποτάμι δυο φορές. Το βέλος του χρόνου κινείται προς μία κατεύθυνση. Δεν υπάρχει αναστρεψιμότητα. Αντιθέτως, για τον Παρμενίδη η πραγματικότητα είναι στατική: «το ον είναι».

Η διαμάχη για το «πρόβλημα του χρόνου» μόλις έχει αρχίσει. Ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης θα λάβουν μέρος έχοντας ο καθένας διαφορετική θέαση που καταλήγει στην ίδια διαφωνία. Ο Πλάτωνας θα μιλήσει για τη δημιουργία του κόσμου που, όπως είναι φυσικό, περιλαμβάνει και τη γέννηση του χρόνου. Ο Σωκράτης -ο ίδιος πλατωνικός Σωκράτης ο οποίος στον Θεαίτητο διακωμωδούσε τον Θαλή που κοιτούσε τα άστρα στον ουρανό- δείχνει ανυπομονησία να ακούσει τον αστρονόμο Τίμαιο στο ομότιτλο έργο να εξηγεί τη γέννηση του σύμπαντος: Ο Θεός δημιουργεί το σύμπαν βάζοντας σε τάξη όλα τα ορατά. Όταν τακτοποιεί τον ουρανό, σκέφτεται να δημιουργήσει ένα παράδειγμα σύμφωνα με το υπόδειγμα. Έτσι, από την «ακίνητη αιωνιότητα» δημιουργεί την «κινητή της εικόνα», τον χρόνο. Επομένως, καταλήγει ο Πλάτωνας, ο χρόνος μιμείται την αιωνιότητα και κινείται σε κύκλους σύμφωνα με μια αρίθμηση. Η πραγματικότητα είναι η ακίνητη αιωνιότητα. Ο Παρμενίδης δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο ικανοποιημένος.

Ο Αριστοτέλης όμως δεν θα μιλήσει με μύθους αλλά θα αφιερώσει τέσσερα κεφάλαια στα Φυσικά του προκειμένου να μας παραδώσει την πρώτη επιστημονική πραγμάτευση του χρόνου: «Ο χρόνος είναι ο αριθμός που μετράει την κίνηση σύμφωνα με το πριν και το μετά». Η ομοιότητα με τη διατύπωση του Einstein είναι εμφανής. Προτού βιαστούμε να βγάλουμε συμπεράσματα, θα πρέπει να διαβάσουμε όλη τη μελέτη. Ο εμπειριστής Αριστοτέλης δεν μπορεί να παραβλέψει τις συνέπειες του χρόνου. Δεν είναι απλώς το ποτάμι διαφορετικό κάθε φορά που βρέχουμε τα πόδια μας αλλά και εμείς. Γερνάμε: «Τα πάντα γεράζουν από τον χρόνο, τίποτε δεν γίνεται πιο νέο ή καλύτερο, γιατί ο χρόνος είναι αίτιος φθοράς».

Το εγχείρημα της Φυσικής, να απομονώσει τον χρόνο από τις φυσικές διεργασίες, είναι πολύ «μεταφυσικό» για τη Φιλοσοφία. Ο χρόνος είναι θεμελιώδες χαρακτηριστικό της ύπαρξής μας, καθώς περιλαμβάνει τη γνώση του πεπερασμένου και της φθοράς. Δηλαδή, της μη αναστρεψιμότητας του χρόνου.

*Η δρ Έλσα Νικολαΐδου είναι συγγραφέας του βιβλίου Φιλοσοφία για όλους (Γιατί να διαβάζουμε τους αρχαίους φιλοσόφους;) Μεταίχμιο, 2022

[email protected]