Ακούγεται σαν στερεότυπο και ίσως να είναι. Ίσως και να ακούγεται «πολύ διδασκαλικό» αυτό που κρέμεται ως τίτλος σήμερα στη Στήλη. Δεν θέλει και πολύ παίδεμα.
Οι άνθρωποι ζουν στο παρόν. Κάνουν σχέδια, έχουν όνειρα και ανησυχούν για το μέλλον. Η Ιστορία, όμως, είναι η μελέτη του παρελθόντος. Δοθέντων όλων των απαιτήσεων που προκύπτουν από το να ζούμε «τώρα» και να προσβλέπουμε σε αυτό που πρόκειται να έρθει, γιατί άραγε να ασχολούμαστε τότε με αυτό που έχει ήδη συμβεί;
Κάθε αντικείμενο μελέτης χρειάζεται αιτιολόγηση: Οι υποστηρικτές του πρέπει να εξηγούν γιατί αξίζει την προσοχή μας. Τα περισσότερα ευρέως αποδεκτά θέματα –και η Ιστορία είναι σίγουρα ένα από αυτά– προσελκύουν ορισμένους ανθρώπους που απλώς τους αρέσουν οι πληροφορίες και οι τρόποι σκέψης που εμπλέκονται. Αλλά το κοινό που έλκεται λιγότερο αυθόρμητα από το θέμα και είναι πιο επιφυλακτικό. «Γιατί να ασχοληθώ με κάτι που έγινε πολλά χρόνια πριν»; λένε πολλοί.
Δεν ξέρω ποια απάντηση θα ήθελαν να ακούσουν. Ο δάσκαλός μου, πάντως, στο Δημοτικό Σχολείο που φοίτησα στην Αφρική ως προς το γιατί να ασχοληθεί κάποιος με την Ιστορία, μας έλεγε «γιατί εμπεριέχει και εσάς, όλους μαζί και κάθε έναν ξεχωριστά».
Οι ιστορικοί δεν εκτελούν μεταμοσχεύσεις καρδιάς. Δεν βελτιώνουν τον σχεδιασμό αυτοκινητοδρόμων, ούτε συλλαμβάνουν εγκληματίες.
Σε μια κοινωνία που ορθά αναμένει ότι η εκπαίδευση θα εξυπηρετεί χρήσιμους σκοπούς, τα πρακτικά οφέλη της Ιστορίας μπορεί να φαίνονται πιο δύσκολο να οριστούν από εκείνες της Μηχανικής ή της Ιατρικής. Η Ιστορία είναι στην πραγματικότητα πολύ χρήσιμη, ίσως και απαραίτητη. Αλλά αυτά που αποκομίζεις από την ιστορική μελέτη της είναι λιγότερο απτά, μερικές φορές λιγότερο άμεσα, από εκείνα που προέρχονται από ορισμένους άλλους κλάδους.
Η Ιστορία, έλεγε ο Θουκυδίδης και συνυπογράφουν και οι σημερινοί φιλόσοφοι, δεν είναι κάτι «που έγινε», αλλά η προσπάθεια να βρεις «πώς και γιατί έγινε». Δηλαδή, η ανεύρεση της αλήθειας.
Τούτα τα φιλοσοφικά, των σπουδαίων και τα φιλοσοφήματα, εμού του ασυμμάζευτου, προέκυψαν από δύο βιβλία που διάβασα τον περασμένο Νοέμβριο.
Το ένα είναι στα ελληνικά και έχει τίτλο «Ιστορία των Ελληνοτουρκικών Σχέσεων από το 1453 έως το 2005», από τον καθηγητή Ιστορίας, Θάνο Βερέμη. Εκείνο που υπογραμμίζει στο εξαιρετικό του πόνημα, που πρωτοεκδόθηκε το 2005, είναι η διορατική, αλλά και με τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία του ότι:
«Η στήριξη του ευρωπαϊκού δρόμου της Τουρκίας δεν πρέπει να γίνεται εις βάρος της Ελλάδος και την περιφερειακής σταθερότητας, αλλά με την εφαρμογή των διεθνών κανόνων και του ευρωπαϊκού τρόπου σκέψης».
Οι τελευταίες λέξεις έχουν πολλαπλή σημασία –αν και σε κάθε καλόπιστο άνθρωπο, από οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης– είναι παραπάνω από αυτονόητες.
Ανάλογη «παραφωνία» αυτής, είναι να θέλει κάποιος μετανάστης να έρθει και να εγκατασταθεί στη χώρα σου, αλλά με τα δικά του δεδομένα. Τα θρησκευτικά και τα πολιτιστικά, ασφαλώς και πρέπει να γίνουν σεβαστά. Όμως, στους νόμους και στα έθιμα της χώρας υποδοχής, πρέπει να υπάρχει σεβασμός. Από όλους.
Το δεύτερο βιβλίο που προτείνω, είναι στα αγγλικά και έχει τον ενδιαφέροντα υπέρτιτλο «Οδηγός για Αρχάριους», τίτλο «Η Ισραηλινο-Παλαιστινιακή διένεξη» (The Palestine-Israeli Conflict», από τον Dahn Cohn-Sherbock, καθηγητή Ιστορίας, που δίνει την ισραηλινή εκδοχή των πραγμάτων και τον δρα Νταγούντ Ελ-Αλαμί, που παρουσιάζει την παλαιστινιακή θέση.
Το βιβλίο κυκλοφόρησε πολύ πριν από τον τωρινό πόλεμο στην Γάζα. Αλλά η «θέση» του είναι αδιατάρακτη: Υπάρχει ελπίδα και χώρος και για τις δύο πλευρές. Μακάρι!