Αμέσως μετά την εκλογή του Δημήτρη Χριστόφια στην προεδρία της Δημοκρατίας το 2008, πολλοί αναλυτές υπογράμμισαν τη σημασία που είχε το σπάσιμο ενός πολιτικού και κοινωνικού ταμπού, που ήθελε τον εκάστοτε ηγέτη του ΑΚΕΛ να μην μπορεί να ανελιχθεί στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα.

Η εκλογή Χριστόφια συνέπεσε με την παρουσία του επίσης αριστερού, Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, στο πηδάλιο της Τουρκοκυπριακής ηγεσίας. Η συνύπαρξη των δύο φίλων και ομοϊδεατών στην ηγεσία των δύο κοινοτήτων προκάλεσε ευφορία εντός και εκτός Κύπρου, ειδικότερα ανάμεσα σε όσους έβλεπαν να διανοίγονται προοπτικές επίλυσης του Κυπριακού μετά το αδιέξοδο που προκάλεσε η καταψήφιση του Σχεδίου Ανάν το 2004. Ορισμένες από τις αναλύσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας την εποχή εκείνη, κατέληγαν στην εκτίμηση ότι η επίτευξη συμφωνίας από τους Χριστόφια-Ταλάτ για επίλυση του Κυπριακού, ίσως να δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για επικυριαρχία της Αριστεράς στην επανενωμένη Κύπρο για πολλά χρόνια. Τα γεγονότα που ακολούθησαν διέψευσαν τις προσδοκίες για επίλυση του Κυπριακού και έκαναν την εκτίμηση για μελλοντική επικυριαρχία της Αριστεράς να έχει την αξία που έχει η πρόβλεψη ενός μέντιουμ. 

Κάτι παρόμοιο βλέπουμε να συμβαίνει και σήμερα. Από την επομένη της εκλογής του Νίκου Χριστοδουλίδη στην προεδρία της Δημοκρατίας άρχισαν οι εκτιμήσεις για τις επιδράσεις της επικράτησής του στον πολιτικό χάρτη, το πως θα διαμορφωθεί το σκηνικό τα επόμενα χρόνια, εάν θα είναι πρόεδρος μιας ή δύο θητειών, εάν θα αμφισβητηθεί από την Αννίτα Δημητρίου το 2028, εάν θα κάνει κόμμα, εάν ο λεγόμενος ενδιάμεσος χώρος μπορεί να εκτοπίσει έναν από τους δύο πολιτικούς πόλους και πολλά άλλα «εάν». 

Αναγκαία παρένθεση: Μάντεις κακών δεν είμαστε αλλά όσοι κυριευθούν από τώρα από τις σκέψεις για τις προεδρικές του 2028 τότε θα έχουν την τύχη εκείνων που λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο. Τα παραδείγματα είναι αμέτρητα. Κλείνει η παρένθεση.

Αν πάρουμε λίγο πίσω τη μνήμη θα θυμηθούμε ότι την επομένη της επανεκλογής του Προέδρου Αναστασιάδη το 2018, πρώτιστη έγνοια αρκετών στελεχών της Δεξιάς παράταξης δεν ήταν η διασφάλιση μιας καλής διακυβέρνησης αλλά οι προεδρικές του 2023 καθώς και οι κομματικοί θώκοι. Με την ασφάλεια που μας προσφέρει η γνώση όσων ακολούθησαν από τότε μέχρι σήμερα, και με κίνδυνο να χαρακτηριστούμε μετά Χριστόν προφήτες, μπορούμε με σχετική σιγουριά να ισχυριστούμε ότι αυτή ενδεχομένως να ήταν και η συνταγή που οδήγησε το μέχρι πρότινος κυβερνών κόμμα στο εκλογικό Βατερλό. 

Είναι εντυπωσιακό πάντως το γεγονός ότι ακόμη δεν έχει στεγνώσει το μελάνι των δημοσιευμάτων που έφεραν στελέχη της πρώτης γραμμής του τέως κυβερνώντος κόμματος και της απελθούσας κυβέρνησης να στριμώχνονται για την προεδρία της παράταξης. Η αλήθεια μιλά από μόνη της: Όλα αυτά τα στελέχη αποσύρθηκαν υπό το βάρος της εκλογικής ήττας, η οποία ενεργοποίησε δυναμικές, οι οποίες δεν είχαν προβλεφθεί από κανέναν. 

Την ώρα που γράφτηκε αυτό το κείμενο ο νέος πρόεδρος του ΔΗΣΥ δεν ήταν γνωστός. Όποια κι αν είναι όμως η ετυμηγορία των μελών του κόμματος στην αναμέτρηση Αννίτας Δημητρίου και Δημήτρη Δημητρίου για τη διαδοχή του Αβέρωφ Νεοφύτου, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός: Τα στελέχη και τα μέλη του μεγαλύτερου κόμματος έδωσαν τη σκυτάλη στους εκπροσώπους της νέας γενιάς, οι οποίοι έχουν πολλά όμοια χαρακτηριστικά με τον νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ένα από αυτά είναι ο ήπιος και μη συγκρουσιακός τους λόγος μέσω του οποίου ευκολότερα μπορούν να απευθυνθούν σε ένα ευρύτερο ακροατήριο, πέραν του σκληρού κομματικού. 

Όσοι σπεύσουν να χύσουν δάκρυα υποκρισίας για την επικράτηση μιας απολιτίκ κατάστασης καλύτερα ας φροντίσουν να αναρωτηθούν για τους λόγους που υπέστη τόσο ταπεινωτική ήττα η δήθεν…original πολιτική. Εκείνοι δε που μέχρι πρόσφατα έκαναν ότι αδιαφορούσαν για τη διάσταση της εικόνας και της δημοφιλίας στη δημόσια ζωή, ήρθε η ώρα να χειροκροτήσουν τον τύπο πολιτικού που μόλις πριν από ένα μήνα περιφρονούσαν και λοιδορούσαν. Η συνέχεια αναμένεται με ενδιαφέρον.