Άμεσα και με πρώτη ανάγνωση σχετικής νομοθεσίας κάποιος μπορεί να εντοπίσει ότι η Αστυνομία και πιο συγκεκριμένα ο υπεύθυνος του Αστυνομικού σταθμού έχει υποχρέωση και φέρει ευθύνη για την επαρκή και κατάλληλη διατροφή του κρατουμένου, τη σωματική και διανοητική υγεία του κρατουμένου, όπως επίσης και για την ασφάλεια και σωματική ακεραιότητα του κρατουμένου. Η συγκεκριμένη πρόνοια εντοπίζεται στον περί των Δικαιωμάτων Υπόπτων Προσώπων, Προσώπων που Συλλαμβάνονται και Προσώπων που τελούν υπό Κράτηση Νόμο του 2005 (163(Ι)/2005).

Ο ίδιος ο περί Φυλακών Νόμος του 1996 (62(Ι)/1996) αναφέρει ότι άτομα τα οποία βρίσκονται σε αστυνομικά κρατητήρια βρίσκονται υπό τον έλεγχο, την εποπτεία και την ευθύνη του Αρχηγού της Αστυνομίας. Την ίδια στιγμή οι περί Φυλάκων Κανονισμοί αναφέρουν ότι κάθε κρατούμενος μετά την εισαγωγή του στις Φυλακές βρίσκεται υπό τη νόμιμη κράτηση του Διευθυντή. 

Το Άρθρο 7 του Συντάγματος και το Άρθρο 2 της Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δίνει απόλυτο δικαίωμα στη ζωή και στην προστασία αυτής, με αποτέλεσμα όταν επέλθει θάνατος ατόμου, που βρίσκεται υπό κράτηση και κάτ’ επέκταση υπό την απόλυτη ευθύνη και επίβλεψη των αρμοδίων Αρχών, τότε σε περίπτωση που το κράτος δεν καταφέρει να δείξει ότι έχει λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να προστατεύσει το άτομο, υπάρχει άμεση παραβίαση του δικαιώματος και το κράτος φέρει ευθύνη για τον θάνατο του ατόμου. 

Σε κάθε περίπτωση που προκύπτει θάνατος ατόμου το οποίο βρισκόταν υπό τη φροντίδα κρατικού ιδρύματος, όπως είναι και οι περιπτώσεις κράτησης ή φυλάκισης, επιβάλλεται όπως υπάρξει θανατική ανάκριση σύμφωνα με τον περί Θανατικής Ανάκρισης Νόμο Κεφ. 153. Η διαδικασία της Θανατικής Ανάκρισης έχει σκοπό να απαντήσει στο ποιος, πότε, πού και πώς πέθανε κάποιος. Όπως φαίνεται και από τις πιο κάτω αποφάσεις, ο Θανατικός Ανακριτής μπορεί να καταλήξει και σε συμπέρασμα εμπλοκής των οργανισμών / ιδρυμάτων που είχαν την ευθύνη του κρατουμένου κατά την ώρα που επήλθε ο θάνατός του.

Σχετική είναι η απόφαση  του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας Θανατική Ανάκριση 67/13, μέσα από την οποία το Επαρχιακό Δικαστήριο καταλήγει ότι υπήρχε ευθύνη και στις Κεντρικές Φυλακές που δεν εξέτασαν το άτομο ως προς την ψυχιατρική του κατάσταση και δεν τον παρακολουθούσαν στενά όπως θα έπρεπε για να επέμβουν και ανακόψουν την αυτοκτονία του. Όπως επίσης και η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού Θανατική Ανάκριση 62/11, μέσα από την οποία το Επαρχιακό Δικαστήριο καταλήγει ότι υπάρχει ευθύνη δημοσίας Αρχής, αφού το άτομο απεβίωσε διά απαγχονισμού ενώ τελούσε υπό νόμιμη κράτηση στον Αστυνομικό Σταθμό Γερμασόγειας.

Είναι θέμα προς εξέταση μέσω της διαδικασίας της Θανατικής Ανάκρισης και εισήγησης της Ανεξάρτητης Αρχής Διερεύνησης Παραπόνων Εναντίον της Αστυνομίας και απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα αν μέσα από τα γεγονότα της κάθε περίπτωσης ίσως προκύπτουν και ποινικές ευθύνες προς τον υπεύθυνο Αστυνομικό του τμήματος ή τον Αρχηγό Αστυνομίας ή τον Διευθυντή των Κεντρικών Φυλάκων. Οποτεδήποτε θάνατος επέλθει μέσω παράνομης πράξης ή παράλειψης, στις οποίες περιπτώσεις η παράνομη πράξη είναι εκείνη που συνιστά υπαίτια αμέλεια παράλειψης εκτέλεσης καθήκοντος, τότε η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το αδίκημα της ανθρωποκτονίας. Αν όχι ανθρωποκτονίας τότε η απερίσκεπτη χρήση συγκεκριμένης τοποθεσίας για την κράτηση ατόμου η οποία ήταν τόσο επικίνδυνη που θα έπρεπε να γίνει αντιληπτή ότι θα μπορούσε να επιφέρει τον θάνατο κρατουμένου, αποτελεί και πάλι ποινικό αδίκημα βάσει του άρθρου 210 του Ποινικού Κώδικα. 

*Δικηγόρος