Το αποθεματικό του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΤΚΑ) και  η αποπληρωμή του χρέους της κυβέρνησης , απασχολούν κατά καιρούς έντονα την κυπριακή κοινωνία εδώ και αρκετά  χρόνια. Παρ όλο που έχουν γίνει στο παρελθόν  τεχνοκρατικές μελέτες και διαβουλεύσεις, ο δανεισμός της κυβέρνησης όχι μόνο δεν άρχισε να μειώνεται αλλά αντίθετα αυξάνεται συνεχώς. Το επόμενο διάστημα το θέμα θα απασχολήσει έντονα  και πάλι διότι, σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του Υπουργού Εργασίας, η κυβέρνηση έχει την πολιτική βούληση και θα προχωρήσει στη βελτίωση και τον εξορθολογισμό της επενδυτικής πολιτικής του Ταμείου στο πλαίσιο της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης.

Το ΤΚΑ δημιουργήθηκε το 1957 και κάλυπτε κυρίως τους εργοδοτουμένους της τότε αποικιοκρατικής διοίκησης και χορηγούσε περιορισμένες παροχές . Το 1964 ο τότε Υπουργός Εργασίας της νεοσύστατης Κυπριακής Δημοκρατίας με την στήριξη των κοινωνικών εταίρων προωθεί τροποποίηση της νομοθεσίας με την οποία καλύπτονται όλοι οι  εργαζόμενοι, περιλαμβανομένων των αυτοτελώς, που την εποχή εκείνη ήταν σημαντικό κομμάτι του εργατικού δυναμικού. Επόμενος μεγάλος σταθμός ήταν το 1980 που προωθείται από την τότε κυβέρνηση, το αναλογικό σύστημα και το ύψος των εισφορών γίνεται ανάλογο των αποδοχών από την εργασία και ανάλογα αυξάνονται και οι συντάξεις  που μέχρι τότε ήταν όλες χαμηλές.

Ποιοι πληρώνουν τους  συνταξιούχους

Οι συντάξεις από τα κρατικά Ταμεία κοινωνικών ασφαλίσεων διεθνώς είναι ένα σύνθετο θέμα με πολύπλοκους τεχνικούς όρους. Μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας μας δεν έχει ξεκάθαρη εικόνα. Για να γίνει λοιπόν καλύτερα αντιληπτό το ποιοι και πόσα καταβάλλουν για να πληρωθούν οι  συνταξιούχοι μας, παραθέτω συνοπτικό πίνακα με τα πρόσφατα έσοδα και έξοδα του ΤΚΑ.

  • Τελικοί λογαριασμοί του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων για τα έτη 2017 – 2022:
 2019 (‘000)  2020 (€’000)2021 (€’000)  2022 (€’000) (προκαταρκτικά)
ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΟ ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ7.594.1247.915.7498.066.6928.293.857
ΕΣΟΔΑ:    
Μισθωτοί ιδιωτικού/ημιδημόσιου τομέα               1.053.686984.9811.088.9611.256.110
Μισθωτοί δημόσιου τομέα                 291.568297.353306.000316.245
Αυτοτελώς εργαζόμενοι      68.00557.81160.10669.998
Προαιρετικά ασφαλισμένοι              1.065907962863
Γενική Κυβερνητική Εισφορά             418.832397.003431.506486.608
Τόκοι                                      10.47010.66592347.301
Άλλα έσοδα40.63839.00333.61837.662
ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ1.884.2641.787.7231.922.0762.214.787
ΕΞΟΔΑ:    
Συντάξεις                                              1.400.7891.452.6951.545.6521.681.242
’Άλλες παροχές                    152.675175.158141.894165.789
Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη      6100
Διοικητικά έξοδα9.1698.9267.3658.357
ΣΥΝΟΛΟ ΕΞΟΔΩΝ1.562.6391.636.7801.694.9111.855.388
ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΣΟΔΩΝ ΚΑΙ ΕΞΟΔΩΝ321.625150.943227.165359.399
ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ7.915.7498.066.6928.293.8578.653.256
     

Όπως φαίνεται στον πίνακα το μεγαλύτερο κομμάτι για τις συντάξεις το πληρώνουν οι εργαζόμενοι και οι εργοδότες που το 2022 πλήρωσαν1,642 δισεκατομμύρια ευρώ (στο ποσό αυτό περιλαμβάνεται και η εισφορά της κυβέρνησης σαν εργοδότης).  Για την ίδια χρονιά οι φορολογούμενοι πέραν των 486,6 εκατομμυρίων ευρώ που ήταν η Γενική Κυβερνητική Εισφορά, επιβαρύνθηκαν με 26,5 εκ για το συμπλήρωμα της κατώτατης σύνταξης, 7,3 εκ για το επίδομα συνταξιούχου με θητεία κατά την τουρκική εισβολή και 47,3 εκ για τόκους.  Επιβαρύνθηκαν επίσης με 76,3 εκ για την κοινωνική σύνταξη (εκ των οποίων τα 24,5 περίπου εμβάστηκαν από το ΤΚΑ στο Πάγιο Ταμείο). Πρόσθετα κονδύλι 94 εκ περίπου προϋπολογίστηκε για το επίδομα χαμηλοσυνταξιούχου και το πασχαλινό επίδομα.  Για να ολοκληρωθεί η εικόνα για την επιβάρυνση του φορολογούμενου στα πιο πάνω ποσά θα πρέπει να προστεθεί η ετήσια δαπάνη του κράτους για τις επαγγελματικές συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων.

Το ΤΚΑ είχε ετήσιο πλεόνασμα 359.4 εκατομμύρια τα οποία δανείστηκε η κυβέρνηση. Από το 1989 οι εισφορές  από τους εργαζόμενους και τους εργοδότες από μόνες τους δεν ήταν αρκετές να καλύψουν το κόστος για τις συντάξεις. Ο αναλογιστής ανέφερε τότε στην Έκθεση του ότι όχι μόνο οι καθαρές ταμειακές ροές (net cash flow) για την κυβέρνηση ήταν αρνητικές αλλά και ότι θα αυξάνονταν σημαντικά.

Το Διανεμητικό Σύστημα

Το σύστημα που επικρατεί διεθνώς στα κρατικά συστήματα κοινωνικών ασφαλίσεων   (κυρίως στις αναπτυγμένες  χώρες) είναι το Διανεμητικό Σύστημα (pay as you go-PAYG). Σύμφωνα με το σύστημα αυτό τα έσοδα από τις εισφορές των εργαζομένων και προσδιορισμένο μέρος της φορολογίας που εισπράττει το κράτος την ίδια χρονιά, χρηματοδοτούν την δαπάνη για τις συντάξεις  για την ίδια χρονιά. Τα πλεονάσματα που συσσωρεύονται δημιουργούν το αποθεματικό του Ταμείου το οποίο επενδύεται και επιφέρει πρόσθετα έσοδα. Τα Ταμεία που δεν επενδύουν ολόκληρο το αποθεματικό τους σε μη διαπραγματεύσιμα κυβερνητικά προϊόντα αλλά επενδύουν και σε εμπορεύσιμα προϊόντα λειτουργούν με μερική κεφαλαιοποίηση (partially funded)  διότι διαθέτουν και πραγματικό αποθεματικό.

Μακροπρόθεσμα το σύστημα αυτό αναμένεται να αντιμετωπίσει πρόβλημα βιωσιμότητας αν δε ληφθούν έγκαιρα μέτρα που να οδηγούν στη μείωση των εξόδων των Ταμείων ή/και την αύξηση των εσόδων τους.

Ο βασικός λόγος για τη δημιουργία του προβλήματος είναι η γήρανση του πληθυσμού στη Κύπρο και την Ευρώπη γενικότερα που σημαίνει αφενός ότι οι ασφαλισμένοι θα ζήσουν περισσότερα χρόνια και θα λάβουν περισσότερα χρόνια συντάξεις (αυξάνονται τα έξοδα του Ταμείου ) και αφετέρου λόγω της μείωσης των γεννήσεων θα συρρικνώνεται ο ενεργός παραγωγικός πληθυσμός που θα καταβάλλει εισφορές και φόρους (μειώνονται τα έσοδα).

Στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) η αναλογία στις πηγές χρηματοδότησης των παροχών προς τους ηλικιωμένους δεν είναι η ίδια. Στον πιο κάτω πίνακα από την Έκθεση για την Επάρκεια των Συντάξεων του 2021 της ΕΕ καταγράφεται το βάρος που επωμίζονται οι εισφορείς και το βάρος στον κρατικό προϋπολογισμό (φορολογούμενοι). Στη Κύπρο το βάρος για τους εισφορείς ήταν χαμηλότερο από τον μέσον όρο της ΕΕ.

Για να γίνει αντιληπτό το πόσο μεγάλη είναι η ετήσια δαπάνη για τις συντάξεις  στις χώρες μέλη της ΕΕ παραθέτω  πίνακα της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας για τις δαπάνες  το 2020 σαν ποσοστό του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) . Σε αυτόν καταδεικνύονται  ψηλά ποσοστά και ότι στη Κύπρο η δαπάνη είναι χαμηλότερη του μέσου όρου της ΕΕ.

Για να έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα θα πρέπει επίσης να δούμε πια ήταν η επιβάρυνση για τον εργαζόμενο και τον φορολογούμενο στο πρόσφατο παρελθόν και πια θα είναι στο μέλλον.

  Τα στοιχεία για την Κύπρο, για τα αμέσως προηγούμενα χρόνια και οι προβλέψεις   για τις επόμενες δεκαετίες  σαν ποσοστά του ΑΕΠ περιέχονται στους πιο κάτω πίνακες της  Έκθεσης για τη Γήρανση του 2021 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Από τους πίνακες προκύπτει  ότι την περίοδο 2009-2017 η δαπάνη αυξήθηκε κατακόρυφα και από το 6,3% του ΑΕΠ το 2009  έφτασε το 8,9% το 2017, και ότι τις επόμενες δεκαετίες προβλέπεται να συνεχιστεί η αύξηση με πιο μικρούς όμως ρυθμούς για να φτάσει το 2070 το 10,9% του ΑΕΠ.  Για την ίδια περίοδο οι εισφορές θα αυξηθούν από το 8,4% του ΑΕΠ στο 10%  

Πρόσθετα στην ίδια Έκθεση αναφέρεται ότι το 2019 τα άτομα ηλικίας 65 και άνω σε σχέση με τα άτομα ηλικίας 20-64 ήταν το 26.2% και ότι το 2070 προβλέπεται να φτάσουν το 50.7% , δηλαδή ενώ σήμερα αντιστοιχούν τέσσερα περίπου άτομα του  ενεργού πληθυσμού σε ένα συνταξιούχο το 2070 θα αντιστοιχούν δύο.

Διαχρονικά από την ίδρυση του Ταμείου το 1957 μέχρι σήμερα τα συνολικά έσοδα του Ταμείου ήταν περισσότερα από τα έξοδα εκτός από δύο περιπτώσεις.

Η πρώτη ήταν μετά την Τουρκική εισβολή του 1974 που για να μην καταρρεύσει το Ταμείο υιοθετήθηκαν μέχρι το 1977 επώδυνα μέτρα που περιλάμβαναν μεταξύ άλλων τη μείωση των συντάξεων και των άλλων παροχών κατά 14% περίπου και την αναστολή στην καταβολή του  ανεργιακού επιδόματος.

Η δεύτερη απειλή ήταν με την διεθνή οικονομική κρίση και την έλευση της Τρόικα το 2012. Για να διαφυλαχθεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του Ταμείου επιβλήθηκαν το Δεκέμβρη του 2012 σειρά από μέτρα, περιορισμένης και μόνιμης ισχύος, που μεταξύ άλλων περιλάμβαναν την αναστολή στις αυξήσεις των συντάξεων μέχρι τις 31 Δεκ 2016, τη σταδιακή αύξηση σε 15 μονάδες και 15 χρόνια εισφορών κατ’ ελάχιστό για να αποκτάς δικαίωμα σύνταξης στα 65 και την αναλογιστική αναπροσαρμογή με μείωση της σύνταξης κατα12% σε όσους συνταξιοδοτούνται στα 63. Τονίζεται ότι τα μόνιμης ισχύος  μέτρα  ήταν ούτως ή άλλως επιβεβλημένα για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του Ταμείου και από το 2003, τόσο ο αναλογιστής όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλοι διεθνείς οργανισμοί, επαναλάμβαναν την αναγκαιότητα για άμεση υιοθέτηση τους. Σημειώνεται ότι οι πλείστες χώρες της ΕΕ είχαν ήδη υιοθετήσει ανάλογα μέτρα.

Τα χρόνια αμέσως μετά την επιβολή του μνημονίου τα συνολικά  έσοδα του Ταμείου δεν κάλυπταν τα έξοδα και ως εκ τούτου το κράτος υποχρεώθηκε σ ένα πολύ μικρό ποσοστό (μερικές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ το χρόνο) να αποπληρώνει το χρέος του προς το Ταμείο σε μια περίοδο εξαιρετικά δύσκολη για την οικονομία της Κύπρου.

Η δημιουργία του αποθεματικού

Σύμφωνα με την αναλογιστική μελέτη για το Ταμείο που έκανε το  Διεθνές Γραφείο Εργασίας το 1964 τα πρώτα πέντε χρόνια το Ταμείο θα παρουσίαζε σταδιακά ένα μικρό πλεόνασμα που θα έφτανε στο τέλος της περιόδου τα 3.5 εκατομμύρια λίρες όμως στη συνέχεια θα μειωνόταν σταδιακά και από το 1977 το Ταμείο θα παρουσίαζε έλλειμμα που σταδιακά θα αυξανόταν.

Το 1980 με την εισαγωγή του αναλογικού άρχισαν αμέσως τα έσοδα του Ταμείου να αυξάνονται λόγω αυξημένων εισφορών χωρίς όμως να υπάρχει και ανάλογη αύξηση των εξόδων. Οι παροχές του Ταμείου και κύρια οι συντάξεις υπολογίζονται λαμβάνοντας υπόψη τις εισφορές του ασφαλισμένου για όλα τα χρόνια ασφάλισης του που μέχρι το 1980 ήταν χαμηλές επειδή μέχρι τότε όλοι οι ασφαλισμένοι κατέβαλλαν την ίδια χαμηλή εισφορά (flat rate system). Το σύστημα αυτό θα παύσει εντελώς να επηρεάζει το αναλογικό σύστημα με την πλήρη ωρίμανση του όταν δηλαδή αποβιώσουν όλοι οι συνταξιούχοι που ,εν όλο ή εν μέρει, είχαν εργαστεί πριν το 1980.  Στα χρόνια που ακολούθησαν το αποθεματικό αυξανόταν  ραγδαία. Ενδεικτικά ενώ το 1997 σύμφωνα με τις αναλογιστική μελέτη ανερχόταν σε  1,443 δισεκατομμύρια λίρες (2,468 δις ευρώ) μέσα σε μια πενταετία σχεδόν διπλασιάστηκε και έφτασε το 2003 τα 2,521 δις λίρες (4,285 δις ευρώ).

Σήμερα, σύμφωνα με την τριμηνιαία έκθεση ενημέρωσης της Βουλής των Αντιπροσώπων κατά το τρίτο τρίμηνο του 2023 το αποθεματικό του Ταμείου ανερχόταν στα 9,1 δις ευρώ, όπως δε εκτιμά το Δημοσιονομικό Συμβούλιο σε σχετικό Σημείωμα του, το 2028 θα ανέλθει στα 12,8 δις ευρώ αν ο ρυθμός αύξησης είναι όσο ο μέσος ρυθμός αύξησης της τελευταίας πενταετίας.

Η μέχρι σήμερα Επενδυτική Πολιτική

Η νομοθεσία των κοινωνικών ασφαλίσεων στο άρθρο 73(7)  προβλέπει ρητά ότι το αποθεματικό του ταμείου επενδύεται σύμφωνα με τις εκάστοτε οδηγίες του Υπουργού Οικονομικών.   Το αποθεματικό την περίοδο 1.1.1970-31.7.2010 ήταν επενδυμένο από την Κεντρική Τράπεζα σε Κρατικά Ονομαστικά Χρεόγραφα Αναπτύξεως, Χρεόγραφα εγγυημένα από την Κυβέρνηση και Γραμμάτια του Δημοσίου , όπως δε αναφέρει ο αναλογιστής στην έκθεση του για το 2000 η απόδοση τους ήταν πολύ καλή  εφόσον το επιτόκιο ήταν αισθητά ψηλότερο του πληθωρισμού. Ενδεικτικά το επιτόκιο για το 1998 ήταν 6,9% και ο πληθωρισμός 2,2%. Aπό το 2001 με τη φιλελευθεροποίηση των επιτοκίων η απόδοση μειώθηκε σημαντικά και είναι ίση με το εκάστοτε επιτόκιο διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μείον 0,25%. Το 2009 ήταν 2,75% και το 2014 ήταν 0,15% και στα ίδια περίπου επίπεδα τα επόμενα χρόνια. Σήμερα λόγω των ψηλών επιτοκίων που επικρατούν η ετήσια απόδοση για όλο σχεδόν το αποθεματικό (πλασματικό), που είναι κατατεθειμένο στο Γενικό Λογιστήριο ,είναι 4,5% ενώ ποσό 110 εκατομμυρίων ευρώ περίπου  (πραγματικό αποθεματικό) είναι σε διάφορες προθεσμιακές καταθέσεις σε εμπορικές τράπεζες με μέγιστο επιτόκιο 3,25%.

Από την 1.8.2010  με τη μεταφορά της διαχείρισης του δημόσιου χρέους από την Κεντρική Τράπεζα στο Υπουργείο Οικονομικών το αποθεματικό έχει κατατεθεί στον Γενικό Κυβερνητικό Λογαριασμό υπό μορφή καταθέσεων.

Η  πρώτη προσπάθεια για αλλαγή της πολιτικής

Το 2007 η τότε κυβέρνηση  ,αφού έλαβε υπόψη ότι το αποθεματικό βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα θα αυξάνεται συνεχώς  και  αντιλαμβανόμενη ότι μακροπρόθεσμα αυτό θα ήταν αναγκαίο για τη βιωσιμότητα του Ταμείου και έπρεπε σταδιακά να επιστρέφεται σε αυτό, αποφάσισε ότι η μέχρι τότε επενδυτική πολιτική έπρεπε να αλλάξει. Στη βάση της σχετικής απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου (αρ 65.533/16.5.2007) έγινε μελέτη από τη Διεθνή Τράπεζα και συστάθηκε Διυπουργική Τεχνική Επιτροπή για την υλοποίηση των εισηγήσεων της.

Στη μελέτη γίνεται εισήγηση για τη σταδιακή δημιουργία ενός Εθνικού Ταμείου με ‘πραγματικό αποθεματικό’ και όχι μόνο πλασματικού (notional) που εξακολουθούν να έχουν ή είχαν τα αντίστοιχα Ταμεία αρκετών χωρών. Το αποθεματικό που θα δημιουργηθεί θα επενδύεται σε επενδυτικά προϊόντα με ψηλότερη απόδοση από τη σημερινή τα οποία όμως να είναι χαμηλού κινδύνου. Την εφαρμογή και παρακολούθηση της επενδυτικής πολιτικής του Εθνικού Ταμείου θα έχει ανεξάρτητος Δημόσιος Οργανισμός που θα συσταθεί.

Στις 13.1.2009 ο τότε Υπουργός Οικονομικών ανακοίνωσε στους κοινωνικούς εταίρους ότι το πραγματικό αποθεματικό ήταν μόνο 80 εκατομμύρια ευρώ και ότι η κυβέρνηση δεσμεύεται να καταβάλει στο Ταμείο ένα δισεκατομμύριο ευρώ σε πέντε ετήσιες δόσεις των 200 εκ ευρώ . Μόνο οι δύο πρώτες δόσεις είχαν καταβληθεί το 2009 και 2010. Ο Υπουργός Οικονομικών την 1.9.2014, σε απαντητική επιστολή του προς την τότε Υπουργό Εργασίας η οποία ζητούσε συνέχιση της καταβολής των δόσεων, ανέφερε ότι τούτο, επί του παρόντος, δεν ήταν εφικτό λόγω του Μνημονίου.

Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι στην επιφύλαξη του άρθρου 73(7) του νόμου των κοινωνικών ασφαλίσεων προβλέπεται ότι μέχρι το Μάρτη του 2010 πρέπει να κατατεθεί νομοσχέδιο για την αποτελεσματική διαχείριση των αποθεματικών του Ταμείου από ανεξάρτητη Επιτροπή αφού διασφαλιστεί η δημιουργία ικανοποιητικού αποθεματικού . Το νομοσχέδιο δεν έχει ακόμη κατατεθεί διότι, παρά το ότι αυτό είχε ετοιμαστεί άμεσα, δεν υπάρχει ακόμη ικανοποιητικό πραγματικό αποθεματικό.

Η ανάγκη για νέα επενδυτική πολιτική

Το ύψος του αποθεματικού τις επόμενες δεκαετίες θα αυξάνεται σαν ποσοστό του ΑΕΠ και στη συνέχεια γύρω στο 2060 θα αρχίσει να μειώνεται. Με βάση την υφιστάμενη επενδυτική πολιτική προβλέπεται να έχει μέση ετήσια απόδοση 2.2%., Πιο κάτω παρατίθεται ο σχετικός πίνακας από την Έκθεση της ΕΕ του 2021 για τη Γήρανση .

Έχει ήδη καταδειχθεί ότι σε περιόδους κρίσεων όπως ήταν το 1974 και το 2013 η απουσία πραγματικού αποθεματικού  κατέστησε αναπόφευκτο τον  δυσμενή επηρεασμό των συντάξεων και των άλλων παροχών του Ταμείου και  επιβάρυνε περαιτέρω τα ήδη κακά δημόσια οικονομικά.

Είναι σημαντικό να δούμε πότε τα έσοδα του ταμείου δε θα είναι αρκετά για να πληρωθούν οι συντάξεις και θα χρειαστεί η κυβέρνηση να  επιστρέφει μέρος του  υπέρογκου ποσού που έχει κατατεθειμένο στο Γενικό Λογιστήριο. Ακόμη πιο σημαντικό όμως είναι να δούμε ποιοι και πόσα θα καταβάλλουν για τα έσοδα του Ταμείου τις επόμενες δεκαετίες και κατά πόσο  θα επηρεαστεί η οικονομική ανάπτυξη και το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων,

Η απάντηση  καταδεικνύεται στο πιο κάτω διάγραμμα που περιέχεται στην Έκθεση για την Γήρανση του 2021 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Προβλέπεται ότι τις επόμενες δεκαετίες και μέχρι το 2061 τα έσοδα θα αυξάνονται συνεχώς και θα είναι περισσότερα από τα έξοδα. Το ποσό που θα υπερβαίνουν τα έξοδα θα προέρχεται  κυρίως από την απόδοση από το αποθεματικό. Την επόμενη δεκαετία θα είναι ελαφρώς λιγότερα ή το ίδιο με τα έξοδα . Το αποθεματικό σήμερα είναι περίπου πενταπλάσιο των ετήσιων εξόδων του Ταμείου, η αναλογία (ratio) όμως αυτή θα μειώνεται συνεχώς.

Η αύξηση των εσόδων συνδέεται άμεσα με την αύξηση των εργαζομένων (απασχόληση)  και τα επίπεδα των μισθών και γενικότερα με την οικονομική ανάπτυξη. Τα έσοδα όμως αυξάνονται σημαντικά από το 2009 και λόγω της αύξησης στις εισφορές ,που ρητά προβλέπει   η νομοθεσία και που περιοδικά θα συνεχίσουν να αυξάνονται ,κάθε πέντε χρόνια, μέχρι και το 2039 εκτός αν αναλογιστική μελέτη καταδείξει ότι δεν είναι αναγκαία κάποια αύξηση.  Η συνολική εισφορά το 2008 ήταν  το 16,6% των αποδοχών και προβλέπεται στη νομοθεσία να φτάσει το  27,7% το 2039. Αφαιρείται δηλαδή αγοραστική δύναμη από τους εργαζόμενους και επηρεάζεται η κατανάλωση κυρίως λόγω των χαμηλόμισθων, αυξάνεται το  εργατικό κόστος για τους εργοδότες και επηρεάζεται η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας και επιβαρύνονται περισσότερο οι φορολογούμενοι.

Στο Έγγραφο Εργασίας του 2002 του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας « Για τη Σταθερότητα των Διανεμητικών συνταξιοδοτικών ταμείων (PAYG) υπό συνθήκες γήρανσης του πληθυσμού- το παράδειγμα της Ιαπωνίας» το οποίο βασίστηκε σε δεδομένα 13 χωρών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) αναφέρονται μεταξύ άλλων τα ακόλουθα σχετικά: Κάθε ποσοστιαία αύξηση των εισφορών κοινωνικών ασφαλίσεων στο ΑΕΠ επιφέρει ποσοστιαία μείωση 0.302% στο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας και επηρεάζει την αποταμίευση. Αναφέρεται επίσης ότι, αν η απόδοση από τις επενδύσεις αυξηθεί μακροχρόνια κατά 0.5%,τότε ,λόγω αυξημένων εσόδων, μπορούν να μειωθούν οι εισφορές κατά 1%.

Μια άλλη πτυχή που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη  είναι η προβλεπόμενη σημαντική αύξηση του αριθμού των συντάξεων που θα αποστέλλονται στο εξωτερικό, σε Ευρωπαϊκές κυρίως χώρες, και δε θα παραμένουν στην Κύπρο για να διοχετεύονται κύρια στην εγχώρια κατανάλωση. Η μαζική απασχόληση ξένων εργαζομένων άρχισε   την περίοδο της ένταξης μας στην ΕΕ και αναμένεται, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία αυτών που εργάστηκαν στην Κύπρο , να γίνουν σταδιακά συνταξιούχοι τα επόμενα χρόνια . Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο  οι κοινοτικοί που εργάστηκαν για ένα τουλάχιστο χρόνο στην Κύπρο  δικαιούνται από το ΤΚΑ επιμερισμένη μηνιαία σύνταξη που το ύψος της  είναι ανάλογο των χρόνων που εργάστηκαν στη Κύπρο και των χρόνων που εργάστηκαν σε άλλες χώρες μέλη.

Οι εργαζόμενοι από τρίτες χώρες εάν έχουν εργαστεί στην Κύπρο για έξι τουλάχιστον χρόνια και έχουν έξι τουλάχιστο ασφαλιστικές μονάδες δικαιούνται, σύμφωνα με τον νόμο των κοινωνικών ασφαλίσεων, να λάβουν από το Ταμείο στην ηλικία των 68 ετών εφάπαξ ποσό ,. Το ύψος του ποσού αντιστοιχεί με το συνολικό ποσό που θα λάμβαναν σαν σύνταξη για περίοδο δέκα χρόνων με βάση τις εισφορές τους.

Η Κύπρος έχει συνάψει διμερείς συμβάσεις με αριθμό τρίτων χωρών όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Σερβία, την Αίγυπτο κ.ά. στις οποίες περιλαμβάνονται ανάλογες πρόνοιες με αυτές που ισχύουν για τους κοινοτικούς εργαζομένους.

Ο πιο κάτω πίνακας του ΤΚΑ είναι ενδεικτικός για τον αριθμό του ξένου εργατικού δυναμικού.

Ενεργοί ασφαλισμένοι 2022:

  ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΑΣΦΑΛΙΣΗΣ   
  ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΜισθωτοί Ιδιωτικού και Ημιδημόσιου ΤομέαΜισθωτοί Δημόσιου ΤομέαΑυτοτελώς ΕργαζόμενοιΠροαιρετικά ΑσφαλισμένοιΣύνολοΠοσοστό επί του Συνόλου
Ελληνοκύπριοι και άλλοι  262.178  54.142  25.727  286  342.333  61,6%
Τουρκοκύπριοι3.0572145203.1430,6%
Αλλοδαποί107.2185571.66631109.47219,7%
Κοινοτικοί[1]95.8721.2453.71946100.88218,1%
Σύνολο468.32555.96531.157383555.830100,0%
Ποσοστό επί του συνόλου  84,3%  10%  5,6%  0,1%  100,0% 

Εισηγήσεις για τη νέα επενδυτική πολιτική

Λαμβάνοντας υπόψη την πιο πάνω ανάλυση θεωρώ ενδεδειγμένη την σταδιακή δημιουργία πραγματικού αποθεματικού  και την επένδυση του με τρόπο που να διασφαλίζεται αφενός η μακροχρόνια βιωσιμότητα του Ταμείου και να ενισχύεται η οικονομική ανάπτυξη της χώρας και αφετέρου να περιορίζεται η αυξανόμενη ανισότητα που υπάρχει  σε βάρος των εργαζομένων (κυρίως της νέας γενιάς)  προς όφελος των συνταξιούχων.

Προς την κατεύθυνση αυτή απαιτείται η θεσμοθέτηση σχετικού νομικού πλαισίου που πρέπει να είναι λεπτομερές και σαφές και να προωθηθεί για ψήφιση το συντομότερο δυνατό.

Πραγματικό αποθεματικό

   Για τη σταδιακή δημιουργία πραγματικού αποθεματικού κρίνω ότι είναι καλύτερο να αποφευχθεί ο καθορισμός σταθερού ετήσιου ποσού που θα καταβάλλει η κυβέρνηση στο Ταμείο όπως είχε γίνει το 2009 και 2010. Πιστεύω ότι, στις περιόδους που υπάρχει  οικονομική ανάπτυξη ενδείκνυται να καταβάλλεται ένα καθορισμένο ποσοστό επί του ρυθμού ανάπτυξης . Εναλλακτικά θα μπορεί να είναι ένα ποσοστό στην ετήσια αύξηση των ασφαλιστέων αποδοχών του Ταμείου. Στις περιόδους οικονομικής ύφεσης και αρνητικών ρυθμών ανάπτυξης η καταβολή εκ μέρους της κυβέρνησης ,είτε θα αναστέλλεται,  είτε συμβολικά θα καταβάλλεται ένα σχετικά χαμηλό ποσό. Θα μπορούσε για παράδειγμα να είναι  το ισόποσο των ετήσιων εσόδων του κράτους από τα τυχερά παιγνίδια (περιλαμβανομένων των εσόδων από το καζίνο). Μεσοπρόθεσμα και μακροχρόνια τα ετήσια ποσά που θα καταβάλλονται θα πρέπει να αυξηθούν και προς την κατεύθυνση αυτή υπάρχει η προοπτική διασύνδεσης τους με τα ετήσια κρατικά έσοδα από την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου από την ΑΟΖ της Κύπρου (κατ’  αναλογία με ότι γίνεται στην Νορβηγία). Όπως καταδείχθηκε πιο πάνω τα ετήσια έσοδα του Ταμείου θα είναι περισσότερα από τα έξοδα μέχρι το 2061 γι’ αυτό ,αν δε ληφθούν μέτρα, οι καταθέσεις του Ταμείου στο Γενικό Λογιστήριο (πλασματικό αποθεματικό)  θα έχουν αυξητική τάση.

Για τον καθορισμό των ποσών που θα καταβάλλονται πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι δε θα απαιτηθεί μακροπρόθεσμα η κυβέρνηση να επιστρέψει όλο το ποσό που δανείστηκε αλλά θα απαιτείται να επιστρέφει σταδιακά μέρος του.

Η  εισήγηση στοχεύει, σε πρώτη φάση, στη δημιουργία ενός ικανοποιητικού πραγματικού αποθεματικού που να μπορεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά απρόβλεπτους σοβαρούς οικονομικούς κραδασμούς (economic shocks) εάν και εφόσον προκύψουν. (ανάλογους αυτών του 1974 και 2013 που αναφέρθηκαν πιο πάνω)

Σημειώνεται ότι για τη διαμόρφωση της εισήγησης λήφθηκε υπόψη και το σημαντικό πρωτογενές και δημοσιονομικό πλεόνασμα που προβλέπεται να οδηγήσει το δημόσιο χρέος κάτω του 60% του ΑΕΠ το 2027 και η δυνατότητα που υπάρχει ένα μέρος του να καταβάλλεται στο Ταμείο (ο δανεισμός από το ΤΚΑ δεν περιλαμβάνεται στο δημόσιο χρέος).  Συνυπολογίστηκε επίσης το γεγονός ότι τα έσοδα του κράτους από την φορολογία δεν επιβαρύνουν αποκλειστικά τους μόνιμους κατοίκους  αλλά και το σημαντικό αριθμό  τουριστών που επισκέπτονται την Κύπρο (πχ ΦΠΑ ). Η δεύτερη φάση που θα προβλέπει την καταβολή από την κυβέρνηση αυξημένων ποσών κάθε χρόνο στοχεύει στη σταδιακή δημιουργία ικανοποιητικού πραγματικού αποθεματικού για να μη χρειαστεί μακροπρόθεσμα (μετά το 2061) η κυβέρνηση να καταβάλλει κάθε χρόνο πολύ μεγαλύτερα ποσά που θα απαιτούσαν επιβολή πρόσθετης φορολογίας ή/και δανεισμού από τις αγορές εφόσον είναι κοινά παραδεκτό ότι δε μπορούν να μειωθούν οι συντάξεις.

Η επενδυτική πολιτική

Τα συνταξιοδοτικά Ταμεία είναι οι μεγαλύτεροι επενδυτές διεθνώς. Από μόνο του το Νορβηγικό συνταξιοδοτικό Ταμείο το Μάρτη του 2024 είχε περιουσιακά στοιχεία  περισσότερα από $1.62 τρισεκατομμύρια . Η ετήσια απόδοση του από επενδύσεις την περίοδο 1998 έως 2023 ήταν 6.09% ενώ η καθαρή ετήσια πραγματική απόδοση (net annual real return) 3.83%

Για να υπάρχουν όμως μακροχρόνια ικανοποιητικές αποδόσεις από τις επενδύσεις είναι απαραίτητο να υπάρχει και να εφαρμόζεται ένα αυστηρό θεσμικό πλαίσιο . Σύμφωνα με μελέτη του ΔΝΤ την περίοδο της οικονομικής κρίσης του 2008 πολλά Ταμεία Συντάξεων και ασφαλιστικές εταιρείες υπέστησαν τεράστιες ζημιές. Ένας από τους κύριους λόγους ήταν η απουσία ενός ισχυρού ρυθμιστικού πλαισίου.

Στις χώρες μέλη της ΕΕ ισχύει σήμερα ένα πολύ αυστηρό και λεπτομερές νομικό πλαίσιο για την ίδρυση ,τις δραστηριότητες και την εποπτεία των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών Ταμείων, η  Οδηγία ΕΕ 2016/2341 που είναι περισσότερο γνωστή σαν IORP II. Για τις επενδύσεις των  Ταμείων κοινωνικών ασφαλίσεων υπάρχουν επίσης κατευθυντήριες οδηγίες Διεθνών Οργανισμών όπως της  Παγκόσμιας Ένωσης Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ISSA), του ΟΟΣΑ κ.α.

Σύμφωνα με τη μελέτη της Διεθνούς Τράπεζας για το ΤΚΑ θα πρέπει το πραγματικό αποθεματικό να το διαχειρίζεται μια  Επιτροπή που θα συσταθεί και να είναι ανεξάρτητη από την κυβέρνηση, να έχει ισχυρή δομή διακυβέρνησης και ψηλό βαθμό διαφάνειας και δημόσιας λογοδοσίας. Έχουν περάσει περισσότερο από δεκαπέντε χρόνια από τη διεξαγωγή της μελέτης  χωρίς ακόμη να υλοποιηθούν οι εισηγήσεις της. Πιστεύω ότι επιβάλλεται η άμεση κατάθεση του σχετικού νομοσχέδιου πριν δημιουργηθεί ικανοποιητικό πραγματικό αποθεματικό. Η εξουσία για τις επενδύσεις να μεταβιβαστεί άμεσα από τον Υπουργό Οικονομικών σε ένα μεταβατικό όργανο μέχρι τη δημιουργία ικανοποιητικού αποθεματικού και τη σύσταση Ανεξάρτητης Επιτροπής. Σημειώνεται ότι ο λόγος που τέθηκε η προϋπόθεση της ύπαρξης ικανοποιητικού αποθεματικού ήταν το ψηλό διοικητικό κόστος λειτουργίας της Ανεξάρτητης Επιτροπής και η αναγκαιότητα ύπαρξης του για ψηλότερες αποδόσεις από τις επενδύσεις.

Σύμφωνα με την πιο πάνω μελέτη οι επενδύσεις πρέπει να γίνονται με συνετό τρόπο σε εγχώρια και διεθνή εμπορεύσιμα επενδυτικά προϊόντα που να έχουν αποδόσεις ψηλότερες από τις σημερινές και να διασφαλίζεται ότι δεν θα υπάρχουν πολιτικές και κοινωνικές παρεμβάσεις για επενδύσεις είτε σε κυβερνητικά χρεόγραφα είτε σε μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Κύπρου.

Τα κύρια χαρακτηριστικά της επενδυτικής πολιτικής των συνταξιοδοτικών ταμείων, με βάση τις καλές πρακτικές που υπάρχουν διεθνώς, θα μπορούσαν να συνοψιστούν στα ακόλουθα: Διασπορά σε επενδύσεις χαμηλού κινδύνου με μακρύ επενδυτικό ορίζοντα (τουλάχιστο δέκα χρόνων) που να αποφέρουν μέση ετήσια απόδοση ψηλότερη από τον πληθωρισμό, διασφάλιση ότι θα υπάρχει ικανοποιητικό ποσοστό του αποθεματικού επενδυμένο σε προϊόντα που είναι άμεσα ρευστοποιήσιμα και θα υπερκαλύπτουν τις εκάστοτε υποχρεώσεις του ταμείου και θα μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά απρόβλεπτους σοβαρούς οικονομικούς κραδασμούς. Τα περιουσιακά τους στοιχεία κατανέμονται σε διάφορα επενδυτικά προϊόντα χαμηλής κυρίως απόδοσης με στόχο την ελαχιστοποίηση του κινδύνου. Μεταξύ άλλων στο χαρτοφυλάκιο τους περιλαμβάνονται κρατικά ομόλογα με ψηλή πιστοληπτική διαβάθμιση, αμοιβαία κεφάλαια (mutual funds), διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια (ETFs) που είναι κυρίως συνδεδεμένα με βασικά αγαθά (commodities) όπως για παράδειγμα τα δημητριακά (σε περιόδους παγκόσμιων οικονομικών κρίσεων έχουν αυξημένες αποδόσεις) , χρηματιστηριακά κεφάλαια που παρακολουθούν χρηματιστηριακούς δείκτες (index funds) και σε μικρό ποσοστό μη εισηγμένα προϊόντα όπως για παράδειγμα οι επενδύσεις σε υποδομές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που τα τελευταία χρόνια οι επενδύσεις αυτού του είδους παρουσιάζουν αυξητική τάση. Περισσότερες πληροφορίες για την επενδυτική πολιτική των μεγάλων συνταξιοδοτικών ταμείων μπορεί κάποιος να βρει στη σχετική ετήσια επισκόπηση του ΟΟΣΑ που διεξάγεται από το 2011 (Long-term investing of large pension funds and public pension reserve funds).  Τέλος είναι ενδιαφέρον να αναφερθεί ότι υπάρχουν ταμεία που απαγορεύουν συγκεκριμένου είδους επενδύσεις . Στο Νορβηγικό ταμείο για παράδειγμα  απαγορεύονται οι επενδύσεις σε εταιρείες που άμεσα ή έμμεσα συμβάλλουν στη θανάτωση, βασανισμό, στέρηση της ελευθερίας ή άλλη παραβίαση ανθρώπινου δικαιώματος κατά τη διάρκεια συγκρούσεων ή πολέμων.

Συμπεράσματα

Από το 2061 και μετά, αν δε ληφθούν έγκαιρα μέτρα, θα χρειαστεί η κυβέρνηση να αρχίσει να αποπληρώνει μέρος των καταθέσεων που έχει το Ταμείο στο Γενικό Λογιστήριο για να καλύπτεται η δαπάνη για τις συντάξεις. Το 2061 ακούγεται ίσως πολύ μακρινό. Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν είναι και τόσο μακρινό αν αναλογιστεί κάποιος ότι τότε θα είναι συνταξιούχοι άτομα που σήμερα εργάζονται και είναι ηλικίας μεταξύ 27 και 44 χρόνων περίπου και θα αρχίσουν επίσης να παίρνουν σύνταξη άτομα που σήμερα είναι  26 ετών (νοουμένου ότι δε θα αυξηθεί η συντάξιμη ηλικία). Είναι η νέα γενιά δηλαδή που από το 2009 πληρώνει αυξημένες εισφορές που προβλέπεται να συνεχίσουν να αυξάνονται μέχρι το 2039. Είναι η γενιά που θα σηκώσει το μεγαλύτερο βάρος από οποιαδήποτε άλλη γενιά. Σαν κοινωνία έχουμε υποχρέωση και το βάρος  που θα επωμίζονται να ελαφρύνουμε και ταυτόχρονα να διασφαλίσουμε τις συντάξεις που θα παίρνουν. Αναμφίβολα  η υιοθέτηση μιας νέας επενδυτικής πολιτικής που να ενισχύει ταυτόχρονα την οικονομική ανάπτυξη, όπως έχει καταδειχθεί στις πιο πάνω εισηγήσεις,  μπορεί  να συνεισφέρει θετικά προς αυτή την κατεύθυνση .

Ολοκληρώνοντας διευκρινίζω ότι  η ανάγκη να αυξηθούν τα εισοδήματα από τις συντάξεις είναι  απαραίτητη και είναι από μόνη της ένα ξεχωριστό θέμα που δεν είναι αντικείμενο αυτής της δημοσίευσης.  Η Έκθεση της ΕΕ του 2021 για την Επάρκεια των Συντάξεων αναλύει σε λεπτομέρεια το θέμα αυτό.

 Η ενίσχυση των συντάξεων, ιδιαίτερα των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα,  είναι από τους βασικότερους στόχους της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού που προωθεί η κυβέρνηση και πιστεύω ότι υπάρχουν και κατάλληλες  αλλαγές που μπορεί να γίνουν και γενναία κίνητρα που μπορούν να δοθούν, με την συναίνεση των κοινωνικών εταίρων, για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός.

*Τέως Διευθυντής Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Έφορος Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Ταμείων