Τα γραφήματα των Financial Times (19/8/25) για τις δασικές πυρκαγιές στον ευρωπαϊκό νότο, περιλαμβανομένης της Κύπρου, είναι αποκαλυπτικά: αναφορικά με τις καμένες εκτάσεις, το φετινό καλοκαίρι είναι το χειρότερο των τελευταίων 20 ετών. Η σχετική καμπύλη εκτινάσσεται κατακόρυφα τους μήνες Ιούλιο-Αύγουστο. Στην Ισπανία, λ.χ., το 2025, κάηκε περιοχή περίπου διπλάσια του μεγέθους του μητροπολιτικού Λονδίνου. Η καμένη έκταση ήταν τριπλάσια σε σχέση με το τον εποχιακό μέσο όρο.

Ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ ορθά απέδωσε την ένταση του φαινομένου στην κλιματική αλλαγή και κάλεσε σε σύναψη «συμφώνου» μεταξύ κράτους, επιστημόνων, επιχειρήσεων και τοπικής αυτοδιοίκησης για την αντιμετώπισης της «κλιματικής έκτακτης ανάγκης» (FT, 19/8/25). Απαιτείται γιγαντιαία, οριζόντια κινητοποίηση, τώρα.

Ο φορέας-κλειδί είναι το κράτος, εφόσον αυτό έχει την πολιτική νομιμοποίηση, την τελική ευθύνη, και τους πόρους. Το κεντρικό κράτος, υπό κυβερνητική καθοδήγηση, ενορχηστρώνει τις δράσεις του δικτύου των εμπλεκομένων φορέων. Πρόκειται για ένα εξόχως δύσκολο έργο, το οποίο, για να πετύχει, απαιτεί την ριζική ανασύσταση του κράτους – αλλαγή στη φιλοσοφία, την οργάνωση και τη διοίκησή του.

Με αυτό κατά νου, έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας. Η νοοτροπία του κυπριακού κράτους είναι, εν πολλοίς, αναχρονιστική – διακρίνεται από ερασιτεχνισμό, κανονιστικό φορμαλισμό, αναβλητικότητα, τεχνολογική καχεξία, silo mentality, και ημετερισμό. Για να αλλάξει, απαιτείται ρηξικέλευθη πολιτική βούληση. Εξηγούμαι.

Κάθε κρίση, όπως η καταστροφική πυρκαγιά στην ορεινή Λεμεσό, αναδεικνύει προβλήματα και παρέχει την αφορμή να συζητηθούν θέματα που, υπό κανονικές συνθήκες, περνούσαν απαρατήρητα. Αναζητώντας την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ πράξεων ή παραλείψεων και αποτελεσμάτων, θέτουμε ερωτήματα.

Γιατί, π.χ., απουσίαζε σε εθιμοτυπικό ταξίδι στην Αυστραλία, στην καρδιά του καλοκαιριού, ο γενικός διευθυντής του Υπουργείου Γεωργίας κ. Γρηγορίου, ο οποίος είχε οριστεί από το Υπουργικό Συμβούλιο υπεύθυνος συντονιστής του εθνικού συστήματος κατάσβεσης πυρκαγιών; Ο αρχιπύραρχος Λογγίνος ανέφερε ότι, πριν αναχωρήσει για την Αυστραλία, ο κ. Γρηγορίου τον «κάλεσε σε σύσκεψη» και «δόθηκαν κάποιες οδηγίες» («Φ»  5/8/25).

Προσέξετε νοοτροπία: ο κατ’ εξοχήν αρμόδιος απουσιάζει σε αποφεύξιμο ταξίδι τη χειρότερη στιγμή, με την άδεια του πολιτικού προϊσταμένου του, και αρκείται να «δίνει κάποιες οδηγίες», χωρίς να ορίζεται αντικαταστάτης του. Πώς προετοιμάστηκε για τον επιπρόσθετο ρόλο τού συντονιστή ο ΓΔ του Τμήματος Δασών; Πώς τον έφερε εις πέρας πριν τη φονική πυρκαγιά; Ο αρχιπύραρχος Λογγίνος αρνήθηκε ότι είχε ρόλο συντονιστή, διαψεύδοντας την υπουργό Γεωργίας κ. Παναγιώτου: «σε καμία περίπτωση δεν μπορούσα να παραβώ την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και να αναλάβω καθήκοντα συντονιστή», είπε («Φ» 5/8/25). Η εικόνα της ανευθυνοϋπευθυνότητας που προκύπτει δεν ταιριάζει σε ένα σοβαρό κράτος.

Θα μου πείτε: αν ο υπεύθυνος συντονιστής ήταν στη θέση του, θα περιοριζόταν η έκταση της καταστροφής; Πιθανότατα όχι, αλλά τουλάχιστον θα ξέραμε να αναζητήσουμε αλλού τα αίτια της αναποτελεσματικής διαχείρισης, όπως τώρα μάθαμε για τη διακοσμητική λειτουργία του υπεύθυνου συντονιστή.

Δείτε τι, πιθανότατα, συμβαίνει: οι κυβερνήσεις, προκειμένου να δώσουν την εντύπωση ότι λειτουργούν ορθολογικά, δημιουργούν ad hoc ρόλους. Πρόκειται, συνήθως, για ψευδο-ορθολογική λειτουργία, εφόσον δεν διασφαλίζονται οι προϋποθέσεις να λειτουργήσουν σωστά οι αρμόδιοι: να είναι γνώστες του αντικειμένου και να μεριμνούν ουσιαστικά (όχι φορμαλιστικά) για την ορθή διεκπεραίωση του ρόλου τους. Αν δεν υπερβούμε τον θεατρινίστικο (performative) χαρακτήρα των κυβερνητικών αποφάσεων, δεν θα είμαστε αποτελεσματικοί.

Διαβάζοντας τις εκθέσεις-μονολόγους των τεσσάρων κρατικών φορέων για τη διαχείριση της πυρκαγιάς της Ορεινής Λεμεσού, επιβεβαιώθηκε η πρόβλεψή μου (βλ. «Φ» 3/8/25). Οι εκθέσεις διαπερνώνται από ένα κοινό μοτίβο: περιγραφή ακραίων πυρομετεωρολογικών συνθηκών, σχολαστική καταγραφή γεγονότων και ενεργειών, γενικόλογη αναφορά καθηκόντων, σχεδίων, και εισηγήσεων. Ο αναγνώστης χάνεται σε έναν κυκεώνα γενικοτήτων και λεπτομερειών, χωρίς να μπορεί να  αποτιμήσει συνολικά τα όσα καταγράφονται.

Για όσους μελετάμε οργανισμούς,  αυτό ουδόλως εκπλήσσει: έτσι συμπεριφέρονται οι γραφειοκρατίες – αμυντικά. Αν θέλεις να αποφύγεις τη λογοδοσία, βομβάρδισε τον ερωτώντα με λεπτομέρειες – θα χαθεί. Ο Sir Humphrey, στην αξεπέραστη κωμωδία «Yes Prime Minster», είχε τελειοποιήσει την  τέχνη της αποφυγής λογοδοσίας δια της φλυαρίας!

Τι απουσιάζει;

>Πρώτον τα μη-γεγονότα: τι δεν έκαναν οι κρατικές υπηρεσίες, και γιατί;

>Δεύτερον η αξιολόγηση των πράξεων και παραλείψεών τους. Δεν αρκεί η φράση «κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε». Αφενός, διότι αυτό πρέπει να το πει ένας αμερόληπτος τρίτος, όχι ο άμεσα εμπλεκόμενος, αφετέρου, εκ του αποτελέσματος, «το καλύτερο που μπορούσαμε» αποδείχθηκε κατώτερο αυτού που έπρεπε. Τι εξηγεί τη διαφορά;

>Τρίτον, ο συντονισμός των υπηρεσιών. Η κάθε μια υπηρεσία, φορώντας τις δικές της παρωπίδες, εστιάζει μονολογικά στα του οίκου της. Η πρόληψη και διαχείριση μιας πυρκαγιάς, όμως, απαιτεί χορογραφημένο συντονισμό. Ποιος θα αποτιμήσει την ποιότητα του συντονισμού;

Αν το δούμε θετικά, το απρόθετο όφελος των κρίσεων είναι ότι μας ωθούν σε αυτο-εξέταση. Αν κάτι δεν χαλάσει δεν ξέρεις πώς λειτουργεί. Δυστυχώς, εφόσον δεν συστάθηκε  ανεξάρτητη ερευνητική επιτροπή, δεν θα μάθουμε πλήρως γιατί το σύστημα πρόληψης και διαχείρισης πυρκαγιών δεν δούλεψε αποτελεσματικά στην πυρκαγιά της ορεινής Λεμεσού. Βλέπετε πώς η πολιτική κουλτούρα διακυβέρνησης μειώνει τη θεσμική μάθηση;

Το πρώτο πράγμα, λοιπόν,  που πρέπει να καθιερώσουμε είναι το αγγλοσαξονικό σύστημα των ανεξάρτητων public inquiries μετά από κάθε μείζονα κρίση. Η Βρετανία, η Αυστραλία, ο Καναδάς και οι ΗΠΑ το εφαρμόζουν συστηματικά, επιφέροντας θεσμική μάθηση και βελτίωση.

Οι εκθέσεις των τεσσάρων κρατικών φορέων προτείνουν μερικές προφανείς ενέργειες που πρέπει να αναληφθούν: καθαρισμός βλάστησης, αντιπυρικές ζώνες, υπογειοποίηση ηλεκτρικών καλωδίων, διαχείριση σκυβαλότοπων, τεχνολογική αναβάθμιση, αποτελεσματικότερα μέτρα πρόληψης, καλύτερη διαχείριση εθελοντών, κλπ. Όλα αυτά είναι σημαντικά αλλά δεν πρόκειται να υλοποιηθούν με συστηματικό τρόπο αν δεν υπάρξει η πολιτική βούληση για ριζική μεταρρύθμιση του κράτους.

Το κράτος μας δουλεύει με τον τρόπο που έμαθε: αργά, φορμαλιστικά, σε σιλό, ευθυνόφοβα. Δεν έχει μάθει να δουλεύει δικτυακά: να ενορχηστρώνει την προσπάθεια ενός δικτύου φορέων· να νοιάζεται για αποτελέσματα, όχι μόνο για γραφειοκρατικές διαδικασίες· να αξιοποιεί την υπάρχουσα εμπειρογνωμοσύνη στην επιστημονική κοινότητα. Η ίδρυση υφυπουργείου Πολιτικής Προστασίας θα ήταν η αρχή: θα δράσει σαν καταλύτης ώστε το υπόλοιπο κράτος (κεντρικό και τοπικό) να δρα οριζόντια, συντονισμένα και στρατηγικά.

Καμιά οργανωτική αλλαγή από μόνη της δεν αποδίδει αν δεν συνοδεύεται από αλλαγή κουλτούρας – αυτό είναι το δύσκολο. Η πρόκληση για την (όποια) κυβέρνηση είναι να ξαναστήσει το κράτος. Έχει το σθένος; Αν όχι, θα ξανακαούμε.

*Ο κ. Χαρίδημος Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και Αντεπιστέλλον Μέλος της Κυπριακής Ακαδημίας, ιδρυτικό στέλεχος του Άλματος.