Λανθασμένοι χειρισμοί της Υπηρεσίας Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας έχουν οδηγήσει μία οικογένεια σε απόγνωση, καθώς η δίχως προειδοποίηση αποκοπή σημαντικού μέρους του επιδόματος που λάμβανε για την κόρη της, που είναι άτομο με αναπηρία, την έχει καταστήσει οικονομικά ανήμπορη να ανταποκριθεί στο αυξημένο κόστος θεραπειών, στις οποίες είναι αναγκαίο να υποβάλλεται.

Τις αστοχίες της Υπηρεσίας Διαχείρισης Επιδομάτων Προνοίας διαπιστώνει σε έκθεσή της η Επίτροπος Διοικήσεως με αφορμή παράπονο που υποβλήθηκε στο Γραφείο της. Σύμφωνα με αυτό, η θυγατέρα της οικογένειας λάμβανε επίδομα ύψους €848,38, το οποίο τον Φεβρουάριο του 2016 αυξήθηκε κατά €144. Το επίδομα αυτό κάλυπτε αποκλειστικά τις θεραπείες και ιατρικές υπηρεσίες που το άτομο με αναπηρία είναι αναγκαίο να λαμβάνει. Η καταβολή του αυξημένου αυτού ποσού συνεχίστηκε μέχρι και τον Ιούνιο του 2020, ενώ έκτοτε το επίδομα μειώθηκε στα €339,58 δίχως να προηγηθεί οποιαδήποτε σχετική ενημέρωση ή προειδοποίηση.

Όπως εκ των υστέρων διαπιστώθηκε η αύξηση προέκυψε λόγω πλάνης, η οποία οφειλόταν σε εσφαλμένους χειρισμούς της Υπηρεσίας Διαχείρισης Επιδομάτων Προνοίας. Συγκεκριμένα, η εμπλεκόμενη Υπηρεσία θεώρησε ότι το δεύτερο παιδί της οικογένειας, το οποίο γεννήθηκε στις 22/1/2016, ήταν εξαρτώμενο του ατόμου που λάμβανε το επίδομα. Η εσφαλμένη αυτή αντίληψη διήρκησε τέσσερα χρόνια και τον Ιούλιο του 2020 η Υπηρεσία προέβη σε μείωση του ποσού, το οποίο λάμβανε το άτομο με αναπηρία, με σκοπό την εξόφληση του ποσού της υπερπληρωμής που είχε δημιουργηθεί.

Θέση του παραπονούμενου είναι ότι η οποιαδήποτε παρακράτηση από το συνολικό ποσό που λάμβανε αρχικά η κόρη του, ως δικαιούχος του επιδόματος, δεν δικαιολογείται, καθώς η αναφερόμενη υπερπληρωμή δεν προέκυψε με δική τους υπαιτιότητα. Όπως δε τονίζει εξαιτίας της σημαντικής μείωσης του επιδόματος που παραχωρείτο, κατά τον χρόνο υποβολής του παραπόνου, δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν οικονομικά στο κόστος των θεραπειών, στις οποίες είναι αναγκαίο να υποβάλλεται η κόρη τους.

Στο πλαίσιο της διερεύνησης του παραπόνου, η Επίτροπος Διοικήσεως ζήτησε τη θέση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας, Προνοίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Στην απαντητική του επιστολή ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου σημειώνει την εκ παραδρομής καταχώρηση του δεύτερου παιδιού της οικογένειας ως εξαρτώμενο του δικαιούχου επιδόματος, που είχε ως αποτέλεσμα τη λανθασμένη αύξηση του μηνιαίου επιδόματος. Όπως ανέφερε περαιτέρω, το λάθος εντοπίστηκε και διορθώθηκε τον Ιούνιο του 2020 και για σκοπούς ανάκτησης των υπερπληρωμών που είχαν γίνει, ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2020, να αποκόπτεται το ποσό των €508,80 από το μηνιαίο επίδομα μέχρι εξόφλησης του συνολικού ποσού των €7.632, που αντιστοιχούσε στο σύνολο των υπερπληρωμών. Σημειώνεται ότι κατόπιν παρέμβασης του Γενικού Διευθυντή διαφοροποιήθηκε το ποσό που αποκόπτονταν και από τον Φεβρουάριο του 2021, αποκόπτεται δόση ύψους €238,50 από το μηνιαίο επίδομα που λαμβάνει η δικαιούχος, το οποίο ανέρχεται πλέον σε €609,88.

Δέον να τονιστεί ότι δεν έχει αμφισβητηθεί από την Υπηρεσία ότι για διάστημα πέραν των τεσσάρων ετών η ενδιαφερόμενη χωρίς δική της υπαιτιότητα, επωφελείτο των ευνοϊκών γι’ αυτήν αποτελεσμάτων εξαιτίας μιας λανθασμένης διοικητικής απόφασης. Αποτελεί δε διαπίστωση της Επιτρόπου Διοικήσεως ότι η απόφαση αυτή δεν προέκυψε εξαιτίας οποιασδήποτε δόλιας ενέργειας της ενδιαφερόμενης οικογένειας, η οποία δεν είχε καμία γνώση για τους λανθασμένους χειρισμούς της Υπηρεσίας Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας, που οδήγησαν σε αύξηση του ποσού που λάμβανε η κόρη τους.

Στα συμπεράσματά της η Επίτροπος Διοικήσεως σημειώνει ότι η διαπίστωση του λάθους δικαιολογούσε σαφώς τη μείωση του ποσού του επιδόματος που λάμβανε το άτομο με αναπηρία στο ορθό ύψος. Εντούτοις, η Επίτροπος σημειώνει ότι δεν πρέπει να ισχύει το ίδιο και για την απαίτηση αποπληρωμής των υπερπληρωμών που προέκυψαν λόγω του αναφερόμενου λάθους. «Η μετά την πάροδο εύλογου χρόνου αναδρομική αναζήτηση χρημάτων που η διοίκηση κατέβαλε παράνομα και που έλαβαν καλόπιστα οι πολίτες, δεν είναι θεμιτή», αναφέρει χαρακτηριστικά η Μαρία Στυλιανού Λοττίδη.

Καταλήγοντας και αφού σημειώνει ότι η Υπηρεσία ανέκτησε ήδη ένα σημαντικό μέρος από το ποσό των €7.632 που είχε καταβληθεί στην οικογένεια ως υπερπληρωμή, η Επίτροπος Διοικήσεως εισηγείται όπως διακοπεί άμεσα η περαιτέρω παρακράτηση οποιουδήποτε ποσού από το επίδομα που λαμβάνει η δικαιούχος, υπό το φως των αρχών που πρέπει να διέπουν τη δράση της διοίκησης, η οποία δεν δύναται να καταστήσει τον διοικούμενο σε δυσμενέστερη θέση απ’ αυτήν που βρισκόταν από πράξεις ή παραλείψεις ή από υπαιτιότητα της Διοίκησης.