Το υπέρογκο ποσό των 160 εκατομμυρίων ευρώ σε μετρητά εντός τεσσάρων ετών μεταφέρθηκε στην Κύπρο από ταξιδιώτες μέσω αεροδρομίων Λάρνακας και Πάφου, σύμφωνα με πληροφορίες που έθεσε χθες υπόψιν αρμοδίων ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής Θεσμών, Δημήτρης Δημητρίου.

Μιλώντας κατά τη διάρκεια της κεκλεισμένων των θυρών χθεσινής συνεδρίασης της εν λόγω επιτροπής, ρώτησε τις εκπροσώπους του Τμήματος Τελωνείων, κατά πόσον οι πιο πάνω πληροφορίες του είναι ορθές. Απαντώντας στο ερώτημα μια εκ των δυο λειτουργών, είπε πως δεν είναι σε θέση να γνωρίζει. Ο κ. Δημητρίου επανήλθε με νέο ερώτημα: «Είναι πάνω από 100 εκατομμύρια ευρώ;». Η λειτουργός του Τμήματος Τελωνείων φέρεται να απάντησε καταφατικά.

Κατά τ΄ άλλα στη συνεδρίαση, που «έκλεισε» για τους δημοσιογράφους μετά τις πρωτολογίες βουλευτών, υπήρξαν αναφορές που οδηγούν στο εύλογο συμπέρασμα ότι οι αρμόδιες διωκτικές Αρχές στην προκειμένη δεν ενεργούν στο πλαίσιο ενός μηχανισμού.

Αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ότι το Τμήμα Τελωνείων έπρεπε να διαβιβάζει στοιχεία για τους ταξιδιώτες που μεταφέρουν υπέρογκα ποσά σε μετρητά κάθε 15 ημέρες στην Μονάδα Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης (ΜΟΚΑΣ), αλλά υπήρξε και περίπτωση που τα στοιχεία αυτά διαβιβάστηκαν μετά από τρεις μήνες.

Πάντως, επιβεβαιώθηκε και το δημοσίευμα του «Φ» την περασμένη Τετάρτη (6/3) και στο οποίο κάναμε αναφορά σε συνεννόηση της Αστυνομίας και του Τμήματος Τελωνείων τον Σεπτέμβριο του 2023, προκειμένου το τελευταίο να ειδοποιεί αμέσως το αστυνομικό Σώμα, όποτε ταξιδιώτης φέρνει στην Κύπρο 100.000 ευρώ και άνω σε μετρητά.

Πληροφορίες μας αναφέρουν ότι πίσω από τις κλειστές πόρτες αρμόδιος αξιωματούχος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, Παντελής Χριστοφίδης, ανέφερε πως η ισχύουσα νομοθεσία προνοεί επ΄ ακριβώς τι πράττουν οι αρμόδιες Αρχές, όταν κάποιος δηλώνει ποσό ίσο ή μεγαλύτερο των 10.000 ευρώ κατά την είσοδό του στη Δημοκρατία. Να σημειωθεί ότι ο κ. Χριστοφίδης είναι ο πρόεδρος της επιτροπής του ΠΔΣ, για ζητήματα παρεμπόδισης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και αποτροπής παράβασης κυρώσεων.

Στη συνεδρίαση ζητήθηκε από το Τμήμα Τελωνείων να αποστείλει κατάσταση στην κοινοβουλευτική επιτροπή Θεσμών με τα συνολικά ποσά που μπήκαν στη χώρα από την 1η Ιανουαρίου του 2021, καθώς και σχετικές λεπτομέρειες για την χώρα προέλευσής τους. Ακόμη, ζητήθηκε από το τμήμα να ενημερώσει επίσης για τα ποσά που δεν δηλώθηκαν και δεσμεύτηκαν.

Δηλώσεις για διαφθορά

Τα όσα δηλώθηκαν ενώπιον ΜΜΕ μετά το τέλος της συνεδρίασης από τους βουλευτές που πρωτοστάτησαν για την εγγραφή και τη συζήτηση του θέματος, είναι πολύ σοβαρά. Ο πρόεδρος και τα μέλη της κοινοβουλευτικής επιτροπής Θεσμών, Δημήτρης Δημητρίου, Ειρήνη Χαραλαμπίδου και Αλεξάνδρα Ατταλίδου, αντίστοιχα, με τα όσα είπαν έδωσαν την εικόνα μια ανεξέλεγκτης κατάστασης που παραπέμπει σε ξέπλυμα βρόμικου χρήματος. Οι δυο τελευταίες, μάλιστα, έκαναν ξεκάθαρα λόγο για διαφθορά και αξιωματούχους που δεν έκαναν τη δουλειά τους. Η κ. Ατταλίδου, μάλιστα, μίλησε για επίορκους λειτουργούς.

Ο Δημήτρης Δημητρίου μίλησε για «παντελή έλλειψη συντονισμού μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών του κράτους και παντελή έλλειψη αντανακλαστικών από μέρους Τμήματος Τελωνείων και μια αδράνεια από μέρους της ΜΟΚΑΣ και από μέρους της Αστυνομίας». Αναφερόμενος στην υπόθεση της 31χρονης Ουκρανής που βρέθηκε να μεταφέρει 420.000 ευρώ στην Κύπρο, είπε πως «έπρεπε κατά σύμπτωση να φτάσουμε στο σημείο να συμπεράνουμε ότι και σ΄ αυτό τον τομέα δεν λειτουργεί σχεδόν τίποτα».

Ο κ. Δημητρίου είπε πως όλοι οι βουλευτές πρέπει να κάνουν την αυτοκριτική τους, καθώς βάσει των λεγομένων του θα έπρεπε να μεριμνήσουν με νομοθεσία να κλείσουν τα παραθυράκια που επιτρέπουν σε κάποιους να ξεπλένουν βρόμικο χρήμα.

Η Ειρήνη Χαραλαμπίδου ήταν έντονη κατά τη συνεδρίαση, λέγοντας, ανάμεσα σ΄ άλλα και το ακόλουθο: «Για να περνούν τόσα εκατομμύρια και να κλείνουν τα μάτια, κάποιοι πληρώνονταν». Στις δε δηλώσεις της στους δημοσιογράφους ανέφερε: «Βιάζεται η λογική μας. Είναι απίστευτο να ακούμε ότι το Τελωνείο κάθε τρεις μήνες παραδίδει usb (κάρτα ψηφιακής φύλαξης δεδομένων) στη ΜΟΚΑΣ για τα ποσά τα οποία εισέρχονται».

Σε άλλο σημείο είπε ότι το αυτονόητο θα ήταν να είναι συνδεδεμένες οι υπηρεσίες και να ενημερώνονται σε πραγματικό χρόνο για τα μεγάλα κεφάλαια που εισρέουν στην Κύπρο. «Οι δυο υπηρεσίες (σημ. Τμ. Τελωνείων και ΜΟΚΑΣ) κρύφτηκαν πίσω από την Αστυνομία, η οποία μας ζήτησε να εμπιστευτούμε τον επαγγελματισμό της» σχολίασε.

Η Αλεξάνδρα Ατταλίδου, από την πλευρά της, ανέφερε: «Εκείνο που καταθέτω προσωπικά ως πολίτης αυτού του τόπου είναι την τεράστια έγνοια μου και την λύπη μου γιατί κάποιοι επίορκοι και επιμένω ότι είναι επίορκοι εκμεταλλεύονται τη θέση τους, το αξίωμα τους που τους έδωσε ο κυπριακός λαός, για πλουτισμό και δεν τους ενδιαφέρει ποιες συνέπειες θα επωμιστεί η Κύπρος και ο λαός της». Κατέληξε λέγοντας πως μετά το Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα πίστευε πως δόθηκε ένα τέλος στο ξέπλυμα βρόμικου χρήματος, αλλά κατά την έκφρασή της «βρήκαν άλλο τρόπο κάποιοι να κάνουν τις δουλειές τους».

Σε παρωδία εξελίχθηκε η συνεδρίαση στην κοινοβουλευτική επιτροπή Θεσμών

Πάντως, τα δεκάδες εκατομμύρια που εισέρρεαν στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια μέσω υπό τη μορφή μετρητών και μέσα σε βαλίτσες ταξιδιωτών και η αδράνεια των αρμοδίων διωκτικών Αρχών, δεν έμελλε να συζητηθούν διεξοδικά και στην παρουσία δημοσιογράφων, κατά τη χθεσινή συνεδρίαση.

Στην πρωτολογία τους οι βουλευτές-μέλη της κοινοβουλευτικής επιτροπής ήταν έντονοι, επισημαίνοντας ότι υπήκοοι ξένων χωρών μετέφεραν εκατομμύρια ευρώ σε τσάντες, δηλώνοντάς τα στο Τμήμα Τελωνείων, χωρίς να υπάρχει μηχανισμός περαιτέρω ελέγχου.

Σε κάποια στιγμή της συνεδρίασης η εισαγγελέας της Δημοκρατίας, Πολίνα Ευθυβούλου, έθεσε το αυτονόητο ζήτημα σε σχέση με την 31χρονη από την Ουκρανία, σε βάρος της οποίας έχει καταχωρισθεί υπόθεση στο Δικαστήριο (είχε μεταφέρει ποσό 8 εκατ. ευρώ στην Κύπρο μέσα σε ένα διάστημα οκτώ μηνών). Η εν λόγω υπόθεση ήταν και η αφορμή για να αναδειχθεί το θέμα. Η κ. Ευθυβούλου, λοιπόν, είπε πως δεν θα πρέπει οι αναφορές να επικεντρωθούν στην περίπτωση της 31χρονης, επισημαίνοντας το θέμα των δικαιωμάτων της κατηγορούμενης και τον κίνδυνο επηρεασμού της δικαστικής διαδικασίας. «Η δική μου έκκληση και παρότρυνση είναι να κάνετε τη δουλειά σας, αλλά να είμαστε όσο πιο γενικοί μπορούμε» είπε απευθυνόμενοι προς τους βουλευτές και εννοώντας πως δεν θα έπρεπε να γίνονται άμεσα αναφορές στην υπόθεση της γυναίκας από την Ουκρανία. «Να κάνετε τη δουλειά σας χωρίς να εστιάσετε σε μια υπόθεση που ό,τι λεχθεί ενώπιον τούτης της αίθουσας μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε βάρος της Δημοκρατίας που είναι ο κατήγορος στην υπόθεση» εξήγησε.

Λίγο αργότερα ο βουλευτής Ζαχαρίας Κουλίας έθεσε ζήτημα προκειμένου να πραγματοποιηθεί η συνεδρίαση χωρίς την παρουσία δημοσιογράφων. Ακολούθησε ψηφοφορία των βουλευτών, οι περισσότεροι εκ των οποίων ψήφισαν διακριτικά (δεν είδαμε καν να υψώνουν το χέρι τους) και τελικά επικράτησε η πρόταση, όπως αποχωρήσουν οι εκπρόσωποι του Τύπου. Αυτή που εναντιώθηκε στο ενδεχόμενο να πραγματοποιηθεί κεκλεισμένων των θυρών η συνεδρίαση ήταν η Ειρήνη Χαραλαμπίδου. Ξεκαθάρισε τη θέση της λέγοντας πως είναι θέμα διαφθοράς, δημοσίου συμφέροντος και ότι οι εκπρόσωποι των ΜΜΕ πρέπει να παραμείνουν.

Έτσι, λοιπόν, οι εκπρόσωποι της διευθύντριας του Τμήματος Τελωνείων και της Μονάδας Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης (ΜΟΚΑΣ) τοποθετήθηκαν πίσω από κλειστές πόρτες.

Να σημειωθεί ότι η διευθύντρια του Τμήματος Τελωνείων, Θεοδώρα Δημητρίου και η επικεφαλής της ΜΟΚΑΣ, Μαρία Κυρμίζη Αντωνίου, δεν παρευρέθηκαν στη συνεδρίαση. Η μεν πρώτη απουσίασε χωρίς να ενημερώσει έγκαιρα τη Βουλή, με τις δυο εκπροσώπους του τμήματός της να δηλώνουν πως η κ. Δημητρίου είχε άλλες υποχρεώσεις. Η δε κ. Κυρμίζη Αντωνίου, είχε ενημερώσει προηγουμένως επίσημα την κοινοβουλευτική επιτροπή ότι θα έλειπε για τους σκοπούς συνεδρίου.