Αλήθεια, στη βάση ποιας περίεργης λογικής το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης κατακρατεί την εγγύηση (€850 στην περίπτωση οικιακής βοηθού) του εργοδότη όταν αυτός δηλώσει τον εργοδοτούμενό του στην Αστυνομία ως παράνομο και το ΤΑΠΜ ακυρώνει την εγγύηση μόνο στη σπάνια περίπτωση που η Αστυνομία εντοπίσει, συλλάβει και απελάσει τον παράνομο; Γιατί δηλαδή ο εργοδότης να επωμίζεται αυτό το σημαντικό κόστος -το οποίο πολλαπλασιάζεται σε περίπτωση επανάληψης της παρανομίας από άλλον εργοδοτούμενό του – για κάτι (εντοπισμό του παρανόμου) για το οποίο δεν φέρει την παραμικρή ευθύνη; Μήπως θα ήταν πιο λογικό αν το ΤΑΠΜ ζητούσε από τους εργοδοτούμενους (αντί από τους εργοδότες) να καταβάλλουν οι ίδιοι την εγγύηση για την εργοδότησή τους; 

Η κατακράτηση της εγγύησης του εργοδότη θα μπορούσε ενδεχομένως να λειτουργήσει για την Αστυνομία και ως αντικίνητρο για να εντοπίσει τους παράνομους αφού αυξάνει τα κρατικά έσοδα… Και κάτι ακόμη: γιατί πάντα καθυστερεί η επιστροφή της εγγυητικής στον πρώτο εργοδότη;
Ιάκωβος

Tα όσα αναφέρει ο αναγνώστης μας τα μεταφέραμε στο Υπουργείο Εσωτερικών και από αρμόδιο λειτουργό του, πήραμε την ακόλουθη απάντηση:

Η υποχρέωση κατάθεσης εγγυητικής επιστολής προκύπτει από την κείμενη Νομοθεσία η οποία αναφέρει ότι η εγγυητική επιστολή κατατίθεται από τον εργοδότη για κάλυψη πιθανών εξόδων επαναπατρισμού αλλοδαπού εργαζόμενου. Επομένως, δεν μπορεί να επιστραφεί στον εργοδότη σε περίπτωση εγκατάλειψής του από τον εργοδοτούμενό του, εφόσον ο σκοπός για τον οποίο κατατίθεται είναι ακριβώς η κάλυψη εξόδων επαναπατρισμού παράνομα διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών. Σε διαφορετική περίπτωση το κόστος αυτό του επαναπατρισμού θα έπρεπε να βαραίνει τον κρατικό προϋπολογισμό.  Το ύψος της εγγυητικής αντικατοπτρίζει το κόστος αεροπορικού εισιτηρίου για σκοπούς επαναπατρισμού και κυμαίνεται από €350 μέχρι €850 ανάλογα με τη χώρα προέλευσης. Με τη χρήση της εγγυητικής, το υπόλοιπο, εάν υπάρξει, επιστρέφεται στον εργοδότη.

Επιπλέον, το βάρος της κατάθεσης εγγυητικής επιστολής δεν μπορεί να μεταφερθεί στους εργαζόμενους, σύμφωνα με διεθνή σύμβαση που έχει υπογράψει η Κύπρος το 1978. 

Οι εγγυητικές επιστρέφονται μόνο σε περιπτώσεις αποδεδειγμένης αναχώρησης αλλοδαπού από τη Δημοκρατία ή εξασφάλισης νέας άδειας διαμονής σε άλλον εργοδότη ή με άλλο καθεστώς. Ο μέσος χρόνος εξέτασης αιτήματος για επιστροφή εγγυητικής κυμαίνεται στους 4 μήνες, διάστημα το οποίο προβλέπει η νομοθεσία ως το μέγιστο για την εξέταση αιτήματος για νέα άδεια διαμονής.