Ο Κυριάκος Πολυκάρπου γράφει για το κάπνισμα στα νυκτερινά κέντρα, παρά την απαγόρευσή του διά νόμου και την αδυναμία των αρμοδίων Αρχών να πατάξουν το φαινόμενο.

Διερωτάται κάποιος αν υπάρχει νόμος στην Κύπρο σε ό,τι αφορά το κάπνισμα και ποιος ελέγχει την εφαρμογή του νόμου. Οι εμπλεκόμενοι φορείς (Υγειονομικές Υπηρεσίες του υπουργείου Υγείας, εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί και η Αστυνομία) ας κάνουν μια βραδινή απροειδοποίητη βόλτα σε κλαμπ, καφενεία, κέντρα διασκέδασης, ταβέρνες και θα δουν ότι κάποια από αυτά τα μαγαζιά δεν τηρούν τη νομοθεσία ή την τηρούν σε επιλεκτικές ώρες. Μια καλή ευκαιρία να βάλουν πρόστιμα και θα διαπιστώσουν ότι θα έχουν πολλή δουλειά και μεγάλη είσπραξη. Ο ίδιος Κύπριος που λέει ότι είμαστε μια ειδική περίπτωση χώρας και καπνίζει μέσα στο μαγαζί, όταν ταξιδεύει στο εξωτερικό προσαρμόζεται και δεν καπνίζει σε κλειστούς χώρους, γιατί εκεί τηρούνται οι νόμοι. Δεν τολμάς στο εξωτερικό να ανάψεις τσιγάρο σε εστιατόριο ή σε νυχτερινό μαγαζί, ούτε καν να βγάλεις το πακέτο πάνω στο τραπέζι.

Τον τελευταίο καιρό, όλο και πιο πολλά μαγαζιά στην Κύπρο επιτρέπουν στους θαμώνες στο εσωτερικό του μαγαζιού να καπνίζουν. Κάτι που απαγορεύεται διά νόμου και δυστυχώς, ο νόμος γράφεται στα παλαιότερα των υποδημάτων των ιδιοκτητών. Ο ιδιοκτήτης του καταστήματος θα πρέπει να απαγορεύει στους θαμώνες το κάπνισμα και όχι να τους κλείνει το μάτι ότι επιτρέπεται, θεωρώντας ότι το μαγαζί του ή ο ίδιος είναι υπεράνω του νόμου. Τελικά, χρειάζεται μια μικρή ανάσα προσαρμογής για να μηχανευτεί ο επιχειρηματίας πώς θα παραβιάσει τον νόμο, πώς θα τον καταργήσει, πώς θα τον γράψει στα παλιά του τα παπούτσια, πώς θα του ανοίξει το αγαπημένο του «παραθυράκι». Και οι μηχανισμοί του κράτους ανύπαρκτοι για έλεγχο που πέρα από την παραβίαση της νομοθεσίας έχει να κάνει και με την υγεία. Ο επιχειρηματίας συνήθως λέει στον πελάτη που θέλει να καπνίσει «θα το κανονίσουμε!». «Μόλις φύγει το απέναντι τραπέζι που είναι λιγάκι περίεργο, βγάλτε τα πακέτα διακριτικά!». Ποτήρια με βρεγμένες χαρτοπετσέτες, πιατάκια του καφέ και λοιπά ανορθόδοξα σταχτοδοχεία άρχισαν να μοιράζονται «κάτω από το τραπέζι» συνωμοτικά.

Στο πανεπιστήμιο διδάσκεται ότι δεν έχει σημασία το μέγεθος της ποινής, αλλά η βεβαιότητα ότι θα επιβληθεί. Ποιος δεν επιθυμεί να προστατεύονται τα παιδιά, οι έγκυοι, οι ευάλωτες ομάδες; Με ποια λογική άτομα με αναπνευστικά ή καρδιακά ζητήματα δεν έχουν δικαίωμα να πάνε για καφέ ή φαγητό; Πώς οι ιδιοκτήτες εστιατορίων, μπαρ που εφαρμόζουν τον νόμο θα προστατευθούν από τους συναδέλφους τους που αψηφώντας τις συνέπειες του νόμου επιτρέπουν το κάπνισμα για να αυξήσουν την πελατεία, νοθεύοντας τον ανταγωνισμό; Και αυτοί που θέλουν να είναι νομοταγείς, στο τέλος θα οδηγηθούν στην παρανομία για να μη χαθούν πελάτες.

Στην Ευρώπη τα πιο ακριβά τσιγάρα πωλούνται στη Νορβηγία, κοντά στα €12 και ακολουθούν η Ισλανδία, η Ιρλανδία και η Μεγάλη Βρετανία. Στον αντίποδα, στην Ουκρανία ένα πακέτο κοστίζει έως και ένα ευρώ. Στη Νέα Υόρκη το κάπνισμα εδώ και πάρα πολλά χρόνια είναι υπό διωγμό. Όχι μόνο απαγορεύεται σχεδόν παντού, σε μαγαζιά, πάρκα, ενοικιαζόμενα σπίτια, φωταγωγούς διαμερισμάτων κ.ά. αλλά και η τιμή των τσιγάρων έχει γίνει κυριολεκτικά απαγορευτική. Αυξήσεις-«φωτιά» στα τσιγάρα επέβαλε πριν μερικά χρόνια ο Δήμαρχος της Νέας Υόρκης, φιλοδοξώντας ότι με το νέο μέτρο θα υποχρεώσει χιλιάδες καπνιστές να απαλλαγούν από το πάθος τους. Όσοι πελάτες θέλουν να καπνίσουν, να βγουν έξω από το μαγαζί και να κάνουν το κέφι τους χωρίς να ενοχλούν τους άλλους. Ευκαιρία οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους να αρχίσουν να κάνουν εφόδους, να μοιράζουν πρόστιμα. Και όχι περιστασιακά αλλά συνέχεια, μέχρι όλοι να καταλάβουν ότι ο νόμος πρέπει να τηρείται και όχι να παραβιάζεται εις βάρος των υπολοίπων. Και έλεγχος για εφαρμογή του νόμου και έσοδα για το κράτος.