Προβλήματα και στην ανανέωση των συλλογικών συμβάσεων στην οικοδομική βιομηχανία προκαλούν η γενικότερη ακρίβεια και ο πληθωρισμός και ειδικότερα η εκτόξευση του κόστους των οικοδομικών υλικών. Στο πλαίσιο αυτό, η εργοδοτική πλευρά δεν φαίνεται διατεθειμένη να ικανοποιήσει βασικά αιτήματα που έθεσε το συνδικαλιστικό κίνημα για ανανέωση της συλλογικής σύμβασης, η οποία έχει λήξει στο τέλος Μαϊου.

Οι διαφορές των δύο πλευρών για ανανέωση της σύμβασης φάνηκαν από την αρχή της απευθείας διαπραγμάτευσης των δύο πλευρών, ήτοι της Ομοσπονδίας Συνδέσμων Εργολάβων Οικοδομών Κύπρου (ΟΣΕΟΚ) από τη μια και των συντεχνιών οικοδόμων της ΠΕΟ και της ΣΕΚ από την άλλη, οι οποίες κατέληξαν σε αδιέξοδο μετά από μόλις δύο απευθείας συναντήσεις. Στο πλαίσιο των απευθείας διαπραγματεύσεων έγινε, πάντως, προσπάθεια οι δύο πλευρές να τα βρουν, χωρίς τη μεσολάβηση του Υπουργείου Εργασίας, ωστόσο πρόταση που, όπως πληροφορούμαστε, κατατέθηκε από την ΟΣΕΟΚ για παράταση στην ουσία της υφιστάμενης σύμβασης για ακόμα ένα χρόνο, όχι μόνο δεν έφερε τα απαιτούμενα αποτελέσματα, αλλά μάλλον προκάλεσε μεγαλύτερη ένταση.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ: Τελεσίγραφο από τον Μασκ στους υπαλλήλους του Twitter

Καθώς η πρόταση, όπως διευκρινίστηκε στη δεύτερη και τελευταία απευθείας συνάντηση των δύο πλευρών που έγινε την περασμένη Δευτέρα, προέβλεπε παράταση της σύμβασης, χωρίς όμως παραχώρηση της ΑΤΑ την 1η Ιανουαρίου του 2023. Κι αυτό γιατί η ΟΣΕΟΚ συνέδεσε, όπως φάνηκε, την παραχώρηση της ΑΤΑ με το αίτημά της, που δεν αφορά το συνδικαλιστικό κίνημα αλλά την κυβέρνηση, για επαναφορά του Δείκτη Ωρομίσθιων Οικοδομικών Επαγγελμάτων.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ: Επίθεση κατά ΕΒΕΑ για ελεύθερη επ. Αμμοχώστου

Ως εκ τούτου, η διαφορά και το αδιέξοδο για ανανέωση της σύμβασης στον κλάδο, οι οποίες κατά κύριο λόγο αφορούν οικονομικά αιτήματα και αντιαιτήματα, αποφασίστηκε από κοινού από τις δύο πλευρές να προωθηθεί στο Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων του  Υπουργείου Εργασίας για τα περαιτέρω. Δηλαδή, για μεσολάβηση του Υπουργείου Εργασίας προκειμένου να διευκολυνθεί η προσπάθεια ανανέωσης της σύμβασης, χωρίς, πάντως, να αποκλείεται, εφόσον δεν υπάρξουν θετικές εξελίξεις, να υπάρξουν και κοινοποιήσεις.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, αναμένεται εντός των προσεχών ημερών να σταλεί κοινή επιστολή όλων των οργανώσεων – της ΟΣΕΟΚ και των συντεχνιών –  προς το Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων για το αδιέξοδο στις απευθείας διαπραγματεύσεις. Σημειώνεται ότι δεν είναι η πρώτη φορά που η ανανέωση της σύμβασης στην οικοδομική, που αφορά γύρω στις 40 χιλ. εργαζομένους, χρειάστηκε τη μεσολάβηση του Υπουργείου Εργασίας, καθώς αυτό έγινε και στην τελευταία συμφωνία των δύο πλευρών, η οποία μάλιστα οδήγησε και στη νομοθετική κατοχύρωση βασικών ορών της σύμβασης, όπως οι ώρες εργασίες, οι αργίες και το Ταμείο Προνοίας. 

Φαινόταν η ανάγκη μεσολάβησης

Η ανάγκη μεσολάβησης για ανανέωση της συλλογικής σύμβασης στην οικοδομική βιομηχανία για πολλούς ήταν ορατή από την κατάθεση των αιτημάτων της κάθε πλευράς. Καθώς η ΟΣΕΟΚ εισηγήθηκε εξ αρχής, εξαιτίας του αυξημένου κατασκευαστικού κόστους και της αβεβαιότητας γενικότερα, «τη διατήρηση των μισθών και ωφελημάτων στα ίδια επίπεδα (χωρίς οποιεσδήποτε αυξήσεις) καθ’ όλη της διάρκεια της σύμβασης».

Την ίδια ώρα, οι συντεχνίες, προτείνοντας ανανέωση της σύμβασης για δύο χρόνια, ζητούσαν επαναφορά στο 100% των αποκοπών που έγιναν σε όλους τους μισθούς, αλλά και στα φιλοδωρήματα που έγιναν βάσει συμφωνίας του 2013. Αίτημα των συντεχνιών είναι και η περαιτέρω διασφάλιση των μίνιμουμ μισθών στην οικοδομική βιομηχανία, καθώς εισηγήθηκαν τα άρθρα της συλλογικής σύμβασης που αναφέρονται στους κατώτατους μισθούς (μίνιμουμ πρόσληψης) για όλες τις κατηγορίες εργαζομένων, να υπαχθούν στην υπάρχουσα νομοθεσία, που κατοχυρώνει κι άλλα δικαιώματα των εργαζομένων. Αντίθετα, όπως γράψαμε ξανά, η ΟΣΕΟΚ πρότεινε να εισαχθεί νέα κατηγορία νεοεισερχομένων, με μισθό όπως αυτός θα καθορίζεται από το εκάστοτε διάταγμα για τον Εθνικό Κατώτατο Μισθό. Αίτημα που υποβλήθηκε πριν καν οριστεί το ύψος του Εθνικού Κατώτατου Μισθού, που θα ισχύσει με τον νέο χρόνο.

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ

Αιτήματα με ίδια αφετηρία

Η ακρίβεια, που άρχισε ως αποτέλεσμα της πανδημίας στην εφοδιαστική αλυσίδα και εντάθηκε με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, είναι πλέον ορατό ότι ταλαιπωρεί όχι μόνο τα νοικοκυριά αλλά και τις επιχειρήσεις. Η διαφαινόμενη κρίση στην οικοδομική βιομηχανία κλιμακώνεται μάλλον, καθώς τα αιτήματα των δύο πλευρών, που δυσκολεύουν την επίτευξη συμφωνίας για ανανέωση της συλλογικής σύμβασης, έχουν την ίδια αφετηρία. Το ενδεχόμενο, όμως, μιας σύγκρουσης και εργατικής αναταραχής σε έναν κλάδο που συνεχίζει να συνεισφέρει στην οικονομία θα βλάψει μάλλον και τις δύο πλευρές και όχι μόνο. Οπόταν, ο ρόλος του Υπουργείου Εργασίας στη γεφύρωση της διαφοράς κρίνεται σημαντικός, όχι μόνο για την εργασιακή ειρήνη στην οικοδομική αλλά και για την οικονομία γενικότερα.