Η αποκοπή από τη Βουλή της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, πέραν των υπηρεσιών που προσφέρει το ΓεΣΥ, που είχαν οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι συνταξιούχοι πρώην εργαζόμενοι στο Δημόσιο αλλά και τα μέλη των οικογενειών τους, έχει ξεσηκώσει τους εργαζόμενους στην κρατική μηχανή.

Λόγω της αποκοπής δημιουργήθηκαν εργαζόμενοι τριών ταχυτήτων, καθώς από την τροπολογία την οποία ενέκρινε η Βουλή και ενσωματώθηκε στο νόμο έμειναν εκτός του περιορισμού οι εκπαιδευτικοί, οι αστυνομικοί και οι πυροσβέστες.

Επίσης, διαφορετικής αντιμετώπισης τυγχάνουν και οι εργαζόμενοι στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όχι λόγω της αλλαγής που έγινε από το Κοινοβούλιο αλλά μετά απόφαση που έλαβε το Υπουργικό Συμβούλιο τον Νοέμβριο του 2019, το οποίο είχε αποφανθεί, παράλληλα με το ΓεΣΥ, να λειτουργούν στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου συμπληρωματικά ταμεία υγείας. Τα συγκεκριμένα ταμεία αποτελούν μετεξέλιξη των ταμείων υγείας που λειτουργούσαν στους οργανισμούς πριν από την εφαρμογή του ΓεΣΥ. Λειτουργούσαν στη βάση των συλλογικών τους συμβάσεων και αποτελούσαν αντιστάθμισμα στη μη παραχώρηση μισθολογικών αυξήσεων στους εργαζόμενους.

Σήμερα, οι υπηρεσίες που παρέχουν τα συμπληρωματικά ταμεία υγείας των συγκεκριμένων οργανισμών αναθεωρούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα, λόγω της ενσωμάτωσης και άλλων υπηρεσιών από το ΓεΣΥ.

Να σημειωθεί πως κατά την ψήφιση των προϋπολογισμών των ημικρατικών οργανισμών η Βουλή είχε αποκόψει τις ασφάλειες υγείας που είχαν οι εργαζόμενοι των ημικρατικών με ασφαλιστικές εταιρείες, με αποτέλεσμα πολλοί οργανισμοί να δημιουργούν τώρα συμπληρωματικά ταμεία υγείας.

Στο στρατόπεδο των δημοσίων υπαλλήλων επικρατεί αναβρασμός. Εξαιτίας των νέων δεδομένων που προέκυψαν, οι επηρεαζόμενοι κάνουν λόγο για άνιση μεταχείριση των εργαζόμενων και για απόφαση που αδικεί συγκεκριμένη κατηγορία εργαζόμενων. Όπως λέχθηκε, η ιατροφαρμακευτική κάλυψη που έχει αποκοπεί από τους κυβερνητικούς υπαλλήλους αφορά κυρίως οδοντιατρικές υπηρεσίες που παρέχουν τα κρατικά νοσηλευτήρια, συμπληρώματα διατροφής για τους ηλικιωμένους αλλά και εξιδεικευμένες εργαστηριακές εξετάσεις.

Οι υπηρεσίες αυτές, σύμφωνα με τους επηρεαζόμενους, δεν επιβαρύνουν με μεγάλες δαπάνες το κράτος. Αύριο, αντιπροσωπεία της ΠΑΣΥΔΥ θα μεταφέρει στον Υπουργό Οικονομικών το αίτημα της για επαναφορά της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης σε όλους τους δημόσιους υπαλλήλους, ενώ την Τρίτη θα συζητηθεί εκτενώς το θέμα και στη Μικτή Επιτροπή Προσωπικού (ΜΕΠ).

Οι δημόσιοι υπάλληλοι προειδοποιούν πως εάν δεν επανέλθει το κεκτημένο δικαίωμα τους δεν θα διστάσουν να κατέλθουν σε δυναμικές κινητοποιήσεις.

Αφού όμως οι κυβερνητικοί υπάλληλοι δηλώνουν πως έχουν αδικηθεί από την μονομερή, όπως υποστηρίζουν, απόφαση της Βουλής, αδικημένοι λογικά πρέπει να θεωρούνται και οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι πέραν των υπηρεσιών που τους προσφέρει το ΓεΣΥ δεν έχουν κάποια άλλη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Φυσικά, εξαίρεση αποτελούν οι ιδιωτικοί υπάλληλοι που έχουν ιδιωτικές ασφάλειας υγείας, τις οποίες μάλιστα πληρώνουν αποκλειστικά οι εργαζόμενοι, καθώς μετά τη λειτουργία του σχεδίου υγείας η πλειοψηφία των εργοδοτών δεν συνεισφέρει για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, αφού καταβάλλει εισφορές για το ΓεΣΥ.

Έχουν άδικο να διαμαρτύρονται οι ιδιωτικοί υπάλληλοι πως για άλλη μια φορά οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο είναι πιο ευνοημένοι από τους αυτούς; Ουσιαστικά, ακολουθούνται δύο μέτρα και δύο σταθμά εις βάρος των ιδιωτικών υπαλλήλων.

Οι κυβερνητικοί υπάλληλοι θα υποστηρίξουν πως όλα αυτά περιλαμβάνονται στα σχέδια υπηρεσίας των εργαζομένων και οι όποιες αλλαγές γίνονται θα πρέπει να είναι μετά από κοινωνικό διάλογο και διαβούλευση κυβέρνησης και εργαζομένων.

Από την άλλη, η πλειοψηφία των κομμάτων που ενέκρινε την τροπολογία του ΔΗΣΥ για αποκοπή του συγκεκριμένου ωφελήματος, υποστηρίζει πως πρέπει να υπάρξει μια ισορροπία. Διαμηνύουν πως από την στιγμή που λειτουργεί το ΓεΣΥ δεν θα πρέπει να έχουν επιπρόσθετα οφέλη οι υπάλληλοι στο δημόσιο και ημιδημόσιο τομέα από τους άλλους εργαζόμενους.

Είναι καιρός όλοι οι εργαζόμενοι να είναι ίσοι ως προς τα ωφελήματα που λαμβάνουν από το κράτος. Δεν θα πρέπει να υπάρχουν εργαζόμενοι διαφορετικών ταχυτήτων.