Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι η Κύπρος εξακολουθεί κατά τρόπο γενικό και διαρκή να μην διασφαλίζει ότι οι αρχές της υποβάλλουν σχέδια ή έργα σε δέουσα εκτίμηση, όταν το προτεινόμενο σχέδιο ή έργο ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στον τόπο, και να μην διασφαλίζει ότι τα σχέδια ή τα έργα εγκρίνονται, μόνον αφού οι αρχές βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψουν την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται.

Η δέουσα εκτίμηση είναι εργαλείο με το οποίο διασφαλίζεται ότι παρασχέθηκαν οι κατάλληλες τεχνικές και επιστημονικές πληροφορίες, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης του τόπου, ώστε «να διασκεδάζεται οποιαδήποτε εύλογη επιστημονικής φύσεως αμφιβολία όσον αφορά τις επιπτώσεις των σχεδιαζόμενων εργασιών» σε προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Natura 2000, οι οποίες προκαλούνται «είτε αυτοτελώς είτε σε συνδυασμό με άλλα σχέδια ή έργα».

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία διαβίβασε στις 13/3/2024 αιτιολογημένη γνώμη στις Κυπριακές αρχές δίνοντας προθεσμία δύο μηνών για συμμόρφωση, προτού παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπάρχει γενική τάση να εγκρίνονται έργα χωρίς η Κύπρος να έχει άρει προηγουμένως κάθε επιστημονικής φύσης αμφιβολία ότι τα έργα μπορεί να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην ακεραιότητα των επηρεαζόμενων περιοχών του δικτύου Natura 2000, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης των περιοχών αυτών (είτε στο στάδιο του προελέγχου είτε στο στάδιο της δέουσας εκτίμησης). Επίσης, εξακολουθούν να χορηγούνται εγκρίσεις για έργα, τα οποία χαρακτηρίζονται ως σημαντική απειλή/τρωτότητα για τον τόπο στο τυποποιημένο έντυπο δεδομένων του. Εγκρίνονται επίσης συστηματικά έργα, παρόλο που είχαν εντοπιστεί τέτοιες σημαντικές επιπτώσεις. Επιπλέον, υπάρχει γενική τάση οι σωρευτικές επιπτώσεις να μην εκτιμώνται δεόντως. Άλλοτε δεν διενεργείται εκτίμηση των σωρευτικών επιπτώσεων και άλλοτε οι σωρευτικές επιπτώσεις αποκλείονται με απλή δήλωση, χωρίς καν να γίνεται παραπομπή σε άλλες περιπτώσεις έγκρισης έργων στην ίδια περιοχή που επηρεάζουν τους ίδιους οικοτόπους και τα ίδια είδη.

Σε πολλές περιπτώσεις, σημειώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εγκρίθηκαν έργα μόνο βάσει προελέγχου (και χωρίς να διενεργηθεί δέουσα εκτίμηση), ο οποίος δεν περιείχε επαρκείς επιστημονικές πληροφορίες που να αποδεικνύουν ότι το έργο δεν είναι πιθανό να επηρεάσει σημαντικά μία περιοχή του δικτύου Natura 2000, καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια ή έργα. Επομένως, θα έπρεπε να είχε διενεργηθεί δέουσα εκτίμηση.

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι σαφές ότι η Κύπρος πρέπει να εξετάζει τις σωρευτικές επιπτώσεις από το στάδιο του προελέγχου. Ωστόσο, σημειώνει η υποχρέωση αυτή έχει παραβλεφθεί συστηματικά.

Εσφαλμένη και η εξέταση μέτρων μετριασμού

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι πολλά παραδείγματα αποκαλύπτουν πως η εξέταση μέτρων μετριασμού γίνεται εσφαλμένα. Ενώ το Δικαστήριο της ΕΕ έχει αποφανθεί ότι τα μέτρα μετριασμού δεν μπορούν να συνεκτιμώνται κατά το στάδιο του προελέγχου, αλλά μόνο κατά το στάδιο της δέουσας εκτίμησης, οι κυπριακές αρχές εξακολουθούν να προσδιορίζουν τα εν λόγω μέτρα κατά το στάδιο του προελέγχου, προκειμένου να αποφευχθεί η διενέργεια δέουσας εκτίμησης. Σε πολλές περιπτώσεις, οι κυπριακές αρχές διατυπώνουν θετική γνωμοδότηση για ένα έργο χωρίς τη διενέργεια δέουσας εκτίμησης, δηλώνοντας ότι το έργο μπορεί να εγκριθεί μόνον εάν εφαρμοστούν τα προσδιορισθέντα μέτρα μετριασμού και το προτεινόμενο πρόγραμμα παρακολούθησης. Ωστόσο, πέρα από το γεγονός ότι τα μέτρα μετριασμού δεν μπορούν να εξεταστούν δεόντως κατά το στάδιο του προελέγχου, το Δικαστήριο της ΕΕ έχει επίσης αποφανθεί ότι η παρακολούθηση ενός έργου μετά την έγκριση του δεν παρέχει την αναγκαία βεβαιότητα ως προς την απουσία αρνητικών επιπτώσεων στην περιοχή, η οποία απαιτείται για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις των Οδηγιών της ΕΕ για τη φύση.