Από την 1η Ιανουαρίου του 2023 η Κύπρος καθίσταται το 22ο μέλος της ΕΕ με θεσμοθετημένο Εθνικό Κατώτατο Μισθό, μετά τη χθεσινή απόφαση της κυβέρνησης, που στην τελική δεν άφησε, όπως εξάλλου αναμενόταν, σχεδόν καμία πλευρά ικανοποιημένη.

Καθώς το ύψος του Εθνικού Κατώτατου Μισθού (ΕΚΜ) που θα ισχύει με το νέο χρόνο θεωρήθηκε χαμηλό από τις συντεχνίες και υψηλό από τις εργοδοτικές οργανώσεις. Βάσει των όσων αποφασίστηκαν χθες, ο ΕΚΜ για πλήρη απασχόληση ορίστηκε στα 885 με την πρόσληψη και στα 940 ευρώ, μετά από εξάμηνη συνεχή απασχόληση στον ίδιο εργοδότη. Η απόσταση του ΕΚΜ είναι μόλις 15 ευρώ από τον υφιστάμενο, που αφορά μόνο συγκεκριμένα επαγγέλματα και που ανέρχεται στα 870 με την πρόσληψη και στα 924 μετά από ένα εξάμηνο, βάσει διατάγματος που παραμένει το ίδιο από το 2012.

Καθαρά, πάντως, τα ποσά που ορίστηκαν ως ΕΚΜ, μετά τις αποκοπές μόνο για Κοινωνικές Ασφαλίσεις και ΓεΣΥ που συμποσούνται σε 10,95%, κατεβαίνει στα 788 ευρώ με την πρόσληψη και στα 837 ευρώ μετά από έξι μήνες.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Όπως, πάντως, αναφέρθηκε, τα όσα ανακοινώθηκαν χθες δεν άφησαν καμία πλευρά ικανοποιημένη, καθώς οι συντεχνίες εξαιτίας και του αυξημένου πληθωρισμού ανέμεναν μεγαλύτερο ύψος ως ΕΚΜ, ενώ οι εργοδότες μικρότερο, θεωρώντας πως τα 940 ευρώ είναι υψηλό ποσό, καθώς ανέρχεται ήδη στο 60% περίπου του διάμεσου μισθού, βάσει όμως του διάμεσου της Στατιστικής Υπηρεσίας (1.573 ευρώ ) και όχι των ασκήσεων που παρουσιάστηκαν στους κοινωνικούς εταίρους, που ανέβαζαν τον διάμεσο στα 1.727 ευρώ.

Ο υπουργός Εργασίας, αντίθετα, εμφανίστηκε ικανοποιημένος από τα όσα αποφασίστηκαν χθες, κάνοντας λόγο για ιστορική μέρα για τα εργασιακά και το κοινωνικό κράτος στον τόπο, καθώς και για ολοκλήρωση της σχετικής προεκλογικής δέσμευσης του ΠτΔ. Υποστήριξε ότι με τη θεσμοθέτηση του ΕΚΜ επωφελούνται ουσιαστικά 40 χιλιάδες χαμηλόμισθοι συμπολίτες μας, με ένα πολύ σημαντικό ποσό, σημειώνοντας πως σε κάποιες περιπτώσεις εργαζόμενοι θα λάβουν αύξηση των απολαβών τους κατά 30%. Ανέφερε πως στο πλαίσιο του διαλόγου που στην ουσία έληξε χθες το πρωί, έγινε προσπάθεια να συγκεραστούν οι εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις των πλευρών και να καταλήξουν σε ένα σημείο, ώστε το αποτέλεσμα να είναι όσο το δυνατό πιο αποδεκτό. «Πιστεύω ότι σε μεγάλο βαθμό μπορέσαμε να συγκεράσουμε τις απόψεις και μπορέσαμε μέσα από αυτό τον παραγωγικό διάλογο να καταλήξουμε σε ένα διάταγμα, με βάση το οποίο ο Κατώτατος Εθνικός Μισθός καθορίζεται στα 940 ευρώ», είπε.

Οι εξαιρέσεις και οι εκπτώσεις

Το διάταγμα που εγκρίθηκε χθες και αναμένεται να δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα από βδομάδας, αν και θα αφορά οριζόντια το σύνολο των εργαζόμενων στον τόπο, περιλαμβάνει και σειρά εξαιρέσεων. Συγκεκριμένα, από το διάταγμα θα εξαιρούνται όσοι εργάζονται στη γεωργοκτηνοτροφία, οι οικιακοί βοηθοί και όσοι εργάζονται στη ναυτιλία. Επιπρόσθετα, εξαιρούνται άτομα τα οποία θα λαμβάνουν κατάρτιση ή εκπαίδευση για απόκτηση πτυχίου ή επαγγελματικού προσόντος. Ο υπουργός είπε ακόμα πως για εποχιακούς εργάτες ηλικίας μέχρι 18 ετών, με την εποχιακή εργασία να καθορίζεται στο ανώτατο όριο των δύο μηνών, θα μπορεί να αποκόπτεται ποσοστό 25% από τον ΕΚΜ. Μείωση της τάξης του 25% θα μπορεί να γίνεται και εφόσον ο εργοδότης προσφέρει αξιοπρεπή σίτιση (15%) και στέγαση( 10%), με τον υπουργό να διευκρινίζει πως αυτό θα είναι επιτρεπτό μόνο στην περίπτωση συμφωνίας μεταξύ των δύο πλευρών και πως ο εργαζόμενος θα μπορεί με προειδοποίηση 45 ημερών προς τον εργοδότη να απαλλαγεί από αυτήν.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ

Ωράριο και συμβάσεις

Προς διασκέδαση των ανησυχιών των συντεχνιών για τις συλλογικές συμβάσεις, ο υπουργός είπε χθες πως θα εξαιρετούνται από το διάταγμα και όσοι τυγχάνουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης μέσα από σύμβαση, έθιμο ή πρακτική. Το λεκτικό του διατάγματος που προωθείται αναφέρει πως με αυτό «δεν επηρεάζουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο οποιαδήποτε νομοθεσία ή και σύμβαση ή και άλλη συμφωνία ή πρακτική ή έθιμο που προβλέπει ευνοϊκότερες ρυθμίσεις για τους εργοδοτούμενους». Αναφορά γίνεται και στο ωράριο, χωρίς όμως να ικανοποιείται το αίτημα των συντεχνιών για καθορισμό ωριαίου κατώτατου στη βάση 38 ωρών εργασίας. Σημειώνεται συγκεκριμένα «ότι το ωράριο πλήρους απασχόλησης των εργαζομένων σε κάθε οικονομική δραστηριότητα είναι αυτό που ίσχυε κατά την έκδοση του παρόντος διατάγματος…».