Πολλοί είναι εκείνοι που προσπαθούν εδώ και μερικούς μήνες να παρουσιάσουν μια άλλη εικόνα για την Τουρκία και τον Ερντογάν, βλέποντας αλλαγές στις προσεγγίσεις και στη ρητορική του όσον αφορά το Κυπριακό. Επιχειρώντας την ίδια ώρα να πείσουν τη Λευκωσία ότι πρέπει να δει θετικά αυτή την προσέγγιση Ερντογάν.

Ωστόσο για άλλη μια φορά ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μέσα από τις τοποθετήσεις του έρχεται να εκθέσεις τους διάφορους τρίτους και όχι μόνο που βλέπουν ένα καλύτερο Τούρκο Πρόεδρο, ενώ την ίδια ώρα δικαιώνουν, κατά κάποιο τρόπο, τη Λευκωσία η οποία εμφανίζεται επιφυλακτική έναντι της Τουρκίας.

Για τον Τούρκο Πρόεδρο η εισβολή του 1974 ήταν μια ημιτελής προσπάθεια, γιατί όπως δήλωσε, αν το 1974 η Τουρκία είχε επιτεθεί στο νότιο κομμάτι της Κύπρου, η Κύπρος θα ήταν εξολοκλήρου δική της τώρα. Σύμφωνα με δημοσιεύματα στον τουρκικό Τύπο (πηγή ΓΤΠ) ο Ερντογάν ισχυρίστηκε ότι οι Τουρκοκύπριοι γλύτωσαν από μια γενοκτονία πριν από μισό αιώνα. Πιο συγκεκριμένα ανέφερε: «Κατά τη διάρκεια της ειρηνευτικής επιχείρησης του 1974 σκότωθηκαν 498 άτομα, συμπεριλαμβανομένων αξιωματικών, υπαξιωματικών και στρατιωτών απ’ όλες τις γωνιές της χώρας μας. Παρ’ όλες τις πιέσεις, αν δεν υπήρχε η επέμβαση της Τουρκίας, ούτε η ΤΔΒΚ θα υπήρχε σήμερα, ούτε Τουρκοκύπριοι. Στην πραγματικότητα, ίσως αν είχαμε επιτεθεί στο νότο, το λέω ως παιδί του σήμερα, δεν θα υπήρχε πια νότος ή βοράς και η Κύπρος θα ήταν εξ ολοκλήρου δική μας».

Στη νέα πρόκληση Ερντογάν αντέδρασαν Λευκωσία και Αθήνα ακολουθώντας, ωστόσο, διαφορετική τακτική. Η Αθήνα, προκειμένου να μην διαταραχθεί το κλίμα επαναπροσέγγισης μεταξύ των δύο χωρών, απέφυγε να τοποθετηθεί δημοσίως επί των δηλώσεων Ερντογάν τις οποίες χαρακτήρισε ως στρέβλωση της ιστορικής αλήθειας. Διπλωματικές πηγές τόνισαν ότι οι δηλώσεις Ερντογάν έρχονται σε χρόνο κατά τον οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη προσπάθεια υπό την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την επανεκκίνηση των συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού στο πλαίσιο των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Η Λευκωσία από πλευράς της σημείωσε πως «η χρονική συγκυρία που επιλέγηκε από τον Πρόεδρο Ερντογάν καταδεικνύουν την έλλειψη σεβασμού στο διεθνές δίκαιο, το ευρωπαϊκό κεκτημένο, προς τα ψηφίσματα του ΣΑ των ΗΕ, αλλά και προς τον ίδιο τον ΓΓ, η προσωπική Απεσταλμένη του οποίου βρισκόταν πριν λίγα 24ωρα στην χώρα μας, με αποστολή την δημιουργία προϋποθέσεων για επανέναρξη των συνομιλιών εντός του συμφωνημένου πλαισίου». Ο Τούρκος Πρόεδρος, είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος μετά την συνεδρία του Υπουργικού Συμβουλίου, επιλέγει να στέλνει μήνυμα διχασμού έμπρακτα παραβιάζοντας και αγνοώντας τα ψηφίσματα του ΣΑ του ΟΗΕ.

«Οι απαράδεκτες δηλώσεις Ερντογάν αποδεικνύουν για άλλη μια φορά το αυτονόητο: δεν χωρούν αναχρονιστικές εγγυήσεις σε ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό κράτος. Δεν νοείται κανένα κράτος να είναι έρμαιο των ορέξεων και των επεκτατικών διαθέσεων ξένων κρατών. Αυτό επιβάλλει το διεθνές δίκαιο. Αυτό επιτάσσει η δικαιοσύνη και η λογική». Ως ΚΔ, πρόσθεσε, «θα συνεχίσουμε να καταβάλλουμε το σύνολο των δυνάμεών μας στην προσπάθεια επανέναρξης των διαπραγματεύσεων από το σημείο που έχουν διακοπεί με στόχο την οριστική επίλυση του κυπριακού προβλήματος, στην βάση της ΔΔΟ με πολιτική ισότητα, πλήρως ευθυγραμμισμένοι και συνεπείς με τα ψηφίσματα του ΣΑ των ΗΕ. Αυτή είναι η ιστορική μας ευθύνη και αυτή είναι η ύψιστη εθνική μας προτεραιότητα».

Ερωτηθείς εάν μετά τις δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου πιστεύει ότι υπάρχει περιθώριο για επιτυχία στην προσπάθεια της κ. Ολγκίν, ο Εκπρόσωπος είπε ότι η προσπάθεια της προσωπική Απεσταλμένης του ΓΓ, ανοίγει «για εμάς μια νέα περίοδο στις προσπάθειές μας για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων». Ο διορισμός της, είπε, καταδεικνύει την προσήλωση του ΓΓ στις προσπαθείς για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων. «Δεν θα επιτρέψουμε σε κανέναν να μας αποπροσανατολίσει από αυτή την αποστολή, επίλυσης του κυπριακού προβλήματος, εντός του συμφωνημένου πλαισίου». Δεν θα λυθεί το Κυπριακό μέσα από δημόσιες δηλώσεις, πρόσθεσε, δεν πρόκειται να αποδεχθούμε τέτοιου είδους δηλώσεις από πλευράς Τουρκίας.