Με αφορμή την αυριανή συναυλία στο αθλητικό κέντρο «Τάσσος Παπαδόπουλος – Ελευθερία» στη Λευκωσία, ο σπουδαίος συνθέτης αυτοσυστήνεται μέσα από το γνώριμο παιχνίδι μονολεκτικών ερεθισμάτων-ερωτήσεων και αυθόρμητων συνειρμικών απαντήσεων.
 
Απολαμβάνω: «Όλες μου τις στιγμές τις απολαμβάνω. Απολαμβάνω τη δουλειά μου, την οικογένειά μου. Απολαμβάνω τη ζωή όπως μπορώ, γιατί με αυτόν τον τρόπο τη μεγεθύνεις. Αν ρουφάς την κάθε στιγμή, η ζωή σου μεγαλώνει».

Αγάπη: «Έζησα και ζω τη ζωή μου αγαπώντας τον Άλλον. Δεν θέλω να ζω μόνο εγώ καλά -μέσα σε αυτό το βάρβαρο σύστημα που ζούμε το οποίο παράγει πολλή φτώχεια και δυστυχία- αλλά να προσπαθώ με όλες μου τις δυνάμεις να αλλάξουν τα πράγματα, έτσι ώστε και ο συνάνθρωπός μου να ζει εξίσου καλά με εμένα, να μπορέσει να υπάρξει μια κοινωνία μέσα στην οποία κάποια στιγμή να μπορέσει ο άνθρωπος να αυτοπραγματωθεί».

Βαρβαρότητα: «Θεωρώ ότι η ανθρωπότητα έχει δύο φάσεις. Η πρώτη κράτησε 95.000 χρόνια, από την εποχή των τροφοσυλλεκτών μέχρι πριν από 5.000 χρόνια. Κατά αυτή την περίοδο, οι κοινωνίες ήταν πρωτόγονες, αλλά παράλληλα ήταν κοινωνίες ισότητας. Δεν υπήρχε ακόμα το θέμα της ιδιοκτησίας. Όταν άρχισαν να αποθηκεύουν πράγματα οι άνθρωποι και να δημιουργούνται οι πρώτες ταξικές κοινωνίες πριν από 5.000 χρόνια, είχαμε και περισσότερες εκδηλώσεις της ανθρώπινης βαρβαρότητας. Για να φτάσουμε στον 20ό αιώνα με τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους και στον 21ο αιώνα σήμερα με νέους πολέμους, μεταναστεύσεις ολόκληρων λαών πλέον, μεγάλες πληθυσμιακές μάζες απολύτως εξαθλιωμένες, ανέχεια, δυστυχία. Παρά το δυσοίωνο παρόν, όμως, θέλω να πιστεύω ότι μέσα σε αυτό το σκότος μπορεί να υπάρχει μια ρωγμή που να επιτρέπει το όνειρο».

Γεννήθηκα: «Στο σπίτι μας στην Πάτρα, στην οδό Κορίνθου και Αράτου, στις 13 Απριλίου 1947 -ήταν Κυριακή του Πάσχα. Η πρώτη λέξη που άρθρωσα ως παιδί, κατά πώς μου έχουν πει η μαμά μου και η γιαγιά μου, ήταν φως».

Δύναμη: «Είναι βασικό στοιχείο του χαρακτήρα μου από τότε που ήμουν μικρός μέχρι σήμερα και στη ζωή μου και στη δουλειά μου. Στη μουσική, συγκεκριμένα, επειδή δουλεύω κάποιες φορές σε ογκώδεις φόρμες, χρειάζεται πολλή πειθαρχία. Για παράδειγμα, όταν ετοίμαζα την όπερα “Ελένη” και οι ημερομηνίες δεν έβγαιναν, έπρεπε, για να είμαι συνεπής, να δουλεύω επί οκτώ μήνες, είκοσι ώρες καθημερινά με ξυπνητήρι στις 5.15 το πρωί. Δύναμη πολλή έπρεπε επίσης να δείξω αυτό το τελευταίο διάστημα με τον καρκίνο μου. Αισθάνομαι πολύ δυνατός, ανεξαρτήτως από το τι θα συμβεί και από το ότι ο καρκίνος λειτουργεί από μόνος του. Λέω αυτός τη δουλειά του κι εγώ τη δουλειά μου και δεν τον φοβάμαι καθόλου. Δώσε στον καρκίνο παραίτηση και κατάθλιψη, τον θρέφεις. Δώσε του το αντίθετο, τον δυσκολεύεις».

 
Επιτυχία: «Ήλθε και καλώς ήλθε. Αλλά, ειλικρινά, δεν άλλαξε τα βασικά χαρακτηριστικά του χαρακτήρα μου. Δεν καβάλησα ποτέ κανένα καλάμι. Απλώς, διευκόλυνε την επαφή μου ως καλλιτέχνη με τους ανθρώπους».

Εμμονές: «Δεν το συζητώ! Ουκ ολίγες! Συνθέτης χωρίς εμμονές είναι μη-συνθέτης! Ένα από τα οριακά μου έργα στον τομέα της κλασικής μουσικής είναι το κονσέρτο για βιολί, πιάνο και ορχήστρα. Έχει τρία μέρη, αλλά, όταν το έγραφα, το ξεκίνησα από το τρίτο μέρος που έχει ένα πολύ έντονο μοτίβο, μια συνεχή κίνηση από την ορχήστρα. Γιατί; Γιατί είχα εμμονή με τις μύγες! Αυτό το ζζζζ της μύγας που όταν το ακούω, δεν μπορώ να ησυχάσω».

Ενοχές: «Γενικά δεν είμαι πολύ ενοχικός τύπος. Αν έχω μία ενοχή, που αφορά και στο τίμημα της δουλειάς μου, είναι ότι κατά την πρώτη εξαετία της δεκαετίας του ’80, λόγω πολλών επαγγελματικών ταξιδιών στο εξωτερικό, δεν ήμουν πολύ κοντά ως φυσική παρουσία στις δύο πρώτες μου κόρες. Βέβαια, ήμουν πάντα δίπλα τους με ένα τηλεφώνημα ή ερχόμουν εμβόλιμα στην Αθήνα, ανάμεσα σε δύο ταξίδια του εξωτερικού, για να κοιμάμαι στρωματσάδα δίπλα τους στο δωμάτιό τους λέγοντάς τους παραμύθια από το μυαλό μου. Αλλά, ναι, αυτό το έλλειμμα εκείνης της περιόδου προς τα παιδιά μου το φέρω ως ενοχή».

Ήρωες: «Είχα και έχω πολλούς ήρωες, άλλους εποχικούς, άλλους διαχρονικούς. Μικρό παιδί είχα κολλήσει με τον Ρομπέν των Δασών. Από μια ηλικία και μετά, ο Κάρολος Μαρξ έγινε ο προσωπικός μου ήρωας –και δεν μιλάω πολιτικά. Έχουν υπάρξει σπουδαία πρόσωπα στην ανθρώπινη ιστορία και διανόηση, ο Μαρξ, όμως, αποτέλεσε τομή για την ανθρώπινη σκέψη, σε σημείο να αναφερόμαστε σε γεγονότα προ και μετά Μαρξ. Δεν εννοώ ότι ισχύουν σήμερα όλα όσα είπε. Ο τρόπος της διατύπωσης της σκέψης του, η σύλληψη του κόσμου, ο τρόπος που αναποδογύρισε τον ιδιοφυή Χέγκελ. Το “Κεφάλαιο” του είναι τόσο πολυσύνθετο εννοιολογικά, δεν είναι ένα κλασικό βιβλίο πολιτικής οικονομίας. Είναι ταυτόχρονα και ένα φιλοσοφικό και κοινωνιολογικό εγχειρίδιο. Για μένα ο Μαρξ είναι ένας καθολικός διανοητής και επιστήμονας, ένας άνθρωπος που είδε το όλον. Αυτό τον καθιστά ήρωά μου».

Θεός: «Δεν πιστεύω στον Θεό. Σέβομαι, όμως, απολύτως όσους πιστεύουν και έχουν ανάγκη να πιστέψουν σε αυτόν. Ίσως, επειδή ψάχνω τα πράγματα επιστημονικά, δεν μου χρειάζεται αυτό. Ίσως, με απώθησαν πολύ και οι εκπρόσωποί του επί της γης».

Θάνατος: «Μην το πάρετε ως μια ηρωική διατύπωση. Δεν τον φοβάμαι. Ούτε τώρα που αρρώστησα. Συντάσσομαι με αυτό που είχε πει ο Γούντι Άλεν πριν από 4-5 χρόνια, όταν ήταν 80 ετών, στους New York Times: “Καθόλου δεν φοβάμαι τον θάνατο. Απλώς όταν έρθει, δεν θα ήθελα να είμαι εκεί”. Συνήθως οι άνθρωποι αρχίζουν να σκέφτονται τον θάνατο από τα 50 και μετά. Πολύ νωρίτερα από τα 50 μου, είχα πει το εξής: Πόσος είναι ο μέσος όρος ζωής; Να πούμε 80; Λοιπόν, ζούμε 4.160 Σαββατοκύριακα. Και αυτό έχει ημερομηνία λήξης. Και η ημερομηνία λήξης έρχεται πολύ γρήγορα. Ό,τι και να κάνουμε. Άρα, πρέπει να συμφιλιωθούμε με αυτή τη σκέψη, όπως συμφιλιωθήκαμε με τη ζωή την ώρα που ήρθαμε σε αυτή. Είναι παράλογη οποιαδήποτε άλλη σκέψη. Τι να πούμε δηλαδή, ότι ξαφνικά εγώ θα είμαι αθάνατος; Επειδή φοβάμαι το θάνατο; Όχι, δεν τον φοβάμαι. Τον αναπαριστώ μάλιστα και στο μυαλό μου. Είμαστε σε ένα ρινγκ εγώ και αυτός. Εγώ 1,70 –τώρα πρέπει να έχω χάσει και κανά δυο πόντους- και αυτός 3 μέτρα ψηλός, φοράμε τα πυγμαχικά μας γάντια και αρχίζει ο αγώνας. Γνωρίζω απολύτως ότι στον 15ο γύρο θα με ρίξει νοκ άουτ. Το στοίχημα που βάζω είναι να τον κερδίζω σε όλους τους προηγούμενους γύρους στα σημεία».

Θαύμα: «Η ζωή είναι το απόλυτο θαύμα. Και πρέπει να δημιουργείς μικρά θαύματα στην καθημερινότητά σου, πράγμα που προσπαθώ να κάνω και ενίοτε πετυχαίνω. Τέσσερα από τα θαύματά μου είναι τα παιδιά μου».

Ιστορία: «Λατρεύω την ιστορία. Θεωρώ ότι ο άνθρωπος χωρίς ιστορική συνείδηση, χωρίς γνώση του παρελθόντος, δεν μπορεί να προχωρήσει στο μέλλον, να πάει μπροστά. Συχνά λέμε κάποιοι χάβουν εύκολα ό,τι τους σερβίρεται, είναι πιο ευάλωτοι στο να τους δημιουργήσουν διάφορες φοβίες. Αυτό συμβαίνει όταν οι άνθρωποι δεν έχουν ιστορική συνείδηση, δεν έχουν εικόνα για το πώς κινείται η ιστορία στις σύγχρονες κοινωνίες, ποιων δυνάμεων αποτέλεσμα είναι η ιστορική εξέλιξη. Αν είχαμε αυτή τη γνώση, ο κόσμος θα είχε περισσότερες πιθανότητες να αλλάξει προς το καλύτερο».

 
Καθρέφτης: «Ποτέ δεν ήμουν πολύ του καθρέφτη. Ποτέ σχεδόν δεν πρόσεχα την εξωτερική μου εμφάνιση. Είχα συμφιλιωθεί από ένα σημείο και μετά με το σουλούπι μου και τη σωματοδομή μου. Επίσης, παρότι από μικρός είχα αποφασίσει ότι θα ασχοληθώ με τη μουσική, ποτέ δεν διηύθυνα νοητή ορχήστρα μπροστά σε έναν καθρέφτη, όπως κάνουν πολλοί συνθέτες. Δεν την είχα αυτού του τύπου την αυταρέσκεια. Όμως, πριν από μήνες, μετά από μια πολύ συγκινητική για μένα συναυλία μου, όπου ο κόσμος άκουγε τη μουσική χωρίς να ακούγεται ούτε κιχ, πράγμα που μου έδωσε πολλή χαρά και δύναμη, κοιτάχτηκα το επόμενο πρωινό στον καθρέφτη και είχα ένα διάλογο με τον καρκίνο: “Καρκίνε, με λάθος άνθρωπο τα έβαλες! Θα σε πατήσω!”».

Λάθη: «Να φάνε και οι κότες! Από τη στιγμή που ζούμε και συμμετέχουμε σε ένα προσωπικό, κοινωνικό, επαγγελματικό, πολιτικό γίγνεσθαι, είναι αδύνατο να μην κάνουμε λάθη. Μόνο αν ήμουν αεροστεγώς κλεισμένος σε ένα δωμάτιο ολομόναχος, μπορεί να μην έκανα λάθη –αλλά και πάλι δεν είμαι βέβαιος. Στην ουσία, τι είμαστε; Ακροβάτες, ισορροπιστές σε ένα τεντωμένο σκοινί. Εγώ είμαι τώρα 71 ετών. Τουλάχιστον εδώ και 50 χρόνια –για να μην πω 55, λόγω δημόσιας παρουσίας, είμαι ισορροπιστής. Δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση, ένας ακροβάτης στα 55 χρόνια να μην πέσει από το σκοινί, πάνω στο οποίο προσπαθεί να ισορροπήσει και μάλιστα αρκετές φορές. Το στοίχημα είναι να μπορέσει πάλι να σηκωθεί και να ξαναπροσπαθήσει. Επομένως δεν είναι τα λάθη που έχεις κάνει ή θα κάνεις, αυτά θα είναι άφθονα, αλλά τι θα κάνεις με αυτά, πώς θα συνεχίσεις μετά από αυτά. Φυσικά και έχω κάνει λάθη στην προσωπική μου ζωή, σε κοινωνικό-πολιτικές επιλογές, καθώς και στη μουσική. Αλλά είμαι και τα λάθη μου».

Μάνα: «Η μάνα είναι βασικό στοιχείο της ύπαρξής μας υπό πολλές έννοιες –ειδικά στην Ελλάδα. Βέβαια, εγώ ήμουν πιο συνδεδεμένος με τον πατέρα μου. Ο αδερφός μου ήταν πιο κοντά στη μητέρα μας. Θα σας πω μια ιστορία όταν ήμουν 8-9 ετών. Καθόμουν στο σαλόνι, στο σπίτι μας στην Πάτρα, έβαζα τη σορντίνα στο πιάνο, για να μην ενοχλώ και έπαιζα με τις ώρες. Εκείνη την ημέρα είχα ξεκινήσει από τις 6.00 το απόγευμα και είχε πάει 10.00 το βράδυ. Δεν ακουγόμουν καθόλου και η μάνα μου δεν ήξερε πού ήμουν. Κάποια στιγμή, ρωτά τη γιαγιά μου, τη μάνα του πατέρα μου: “Είδες το παιδί;”. “Όχι, να ψάξουμε να δούμε πού είναι”, απαντά η γιαγιά μου. Εκείνη την ώρα βγαίνω από το σαλόνι και με βλέπει η μάνα μου: “Να το το παιδί!”. Και απαντά η γιαγιά μου: “Γι’ αυτό το παιδί έλεγες;”! Για τη γιαγιά μου, τη μάνα του πατέρα μου, ο 40χρονος τότε γιος της ήταν ακόμα παιδί γι’ αυτήν. Μάνα είναι μόνο μία!».
 
Ξαγρυπνώ: «Είμαι της ξαγρύπνιας άνθρωπος. Και πανκουρασμένος να είμαι, δεν μπορώ, στριφογυρίζω αρκετά προτού κοιμηθώ. Τώρα, λόγω αρρώστιας, πρέπει να ξεκουράζομαι περισσότερο, αλλά για πάρα πολλά χρόνια ο ύπνος μου ήταν μικρής διάρκειας –κοιμόμουν αργά και σηκωνόμουν σχετικά νωρίς. Δεν ήμουν ποτέ καλλιτέχνης τύπου Μάνου Χατζιδάκι. Δηλαδή να έχω στούντιο 10.00 το πρωί και να πηγαίνω 2.00 το μεσημέρι».

Ξουτ!: «Διώχνω -με την έννοια του μισώ- κάποια πράγματα, τα οποία θέλω να πάψουν να υπάρχουν. Όπως ο Ναζισμός. Θεωρώ ότι είναι ένα πράγμα έξω από την ανθρώπινη κοινωνία. Το ότι οι Ναζιστές έστειλαν 12.000.000 ανθρώπους στα κρεματόρια, είναι πέρα από κάθε ανθρώπινη λογική. Ένα άλλο πράγμα στο οποίο κάνω ξουτ, είναι η τσιγκουνιά και η υλική και η συναισθηματική. Δεν τους μπορώ καθόλου τους τσιγκούνηδες ανθρώπους. Ξέρετε, αρκετοί μεγάλοι καλλιτέχνες είναι τσιγκούνηδες. Υπάρχουν, όμως και άλλοι σπουδαίοι καλλιτέχνες που έχουν μεγάλη ψυχή. Όπως ο Χατζιδάκις και ο Ρίτσος. Γι’ αυτό τους θαυμάζω και ως καλλιτέχνες και ως ανθρώπους».

Όνειρα: «Ο Νίκος Καββαδίας στη “Βάρδια” έγραφε: “Λυπήσου αυτούς που δεν ονειρεύονται”. Αυτή είναι βασική αρχή της ζωής μου. Ακόμα και στο πιο πηχτό σκοτάδι, εγώ θέλω να ζωγραφίσω μία ρωγμή, για να έχει θέση το όνειρο. Οι άνθρωποι έχουμε ανάγκη να ονειρευόμαστε. Και αναφέρομαι κυρίως στη νέα γενιά. Με τα όνειρα απογειωνόμαστε. Μόνο αν ονειρευόμαστε μπορεί κάποια στιγμή να δημιουργήσουμε εκείνη την κοινωνία όπου ο ψαράς θα γράφει ποιήματα και ο ποιητής θα ψαρεύει».

Παιδική ηλικία: «Θυμάμαι τα πάντα από την παιδική μου ηλικία. Όταν ήμουν δυόμισι ετών, θυμάμαι απέναντι από το σπίτι μας στην Πάτρα ήταν ένα Γυμνάσιο όπου στις εθνικές εορτές έκαναν πρόβες μεγάλες μπάντες για τους σχολικούς εορτασμούς. Είχα πάρει τότε ένα παιχνίδι τυμπανάκι Αγιοβασιλιάτικο και ξεσήκωνα τον ρυθμό των τυμπανιστών στις πρόβες. Τότε φάνηκε για πρώτη φορά η κλίση μου στη μουσική».

Πατρότητα: «Όταν έγινα για πρώτη φορά πατέρας, στα 32 μου, άλλαξε κυριολεκτικά η ζωή μου. Όταν γεννήθηκε η πρώτη μου κόρη, η Σεσίλ, αισθάνθηκα να συντελείται εκείνη η τομή που αλλάζει τη ζωή ενός ανθρώπου. Από την ώρα που γίνεσαι πατέρας, εφ’ όρου ζωής, όχι μόνο δεν είσαι μόνος, αλλά έχεις και μια βαθύτατη υποχρέωση, μέχρι την τελευταία σου πνοή, να είσαι μια ανοιχτή αγκαλιά για τα παιδιά σου. Και είμαι πολύ ευτυχισμένος που έχω τέσσερα παιδιά, τη Σεσίλ, που είναι 39 ετών τώρα, την Κωνσταντίνα 37, την Αλεξάνδρα 22 και κάτι και τον Στέργιο 17 και μισό».

Ρεμβάζω: «Θυμάμαι σε ένα ξενοδοχείο στη Νορμανδία, όπου εκεί είχε γράψει ο Προυστ το “Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο”, να παρατηρώ το φαινόμενο της παλίρροιας και της άμπωτης. Την ώρα που αποσύρονταν τα νερά, ήρθαν καβαλάρηδες πάνω σε κάτι καταπληκτικά άλογα. Εγώ ήμουν στο μπαλκόνι. Κάπνιζα και ρέμβαζα. Μια άλλη έντονη εικόνα είναι από το μπαλκόνι του σπιτιού μας στα Καπετανιανά στην Κρήτη, ένα μικρό χωριό τριάντα κατοίκων στα 900 μ. υψόμετρο, να ατενίζω το αχανές Λιβυκό Πέλαγος και συχνά να πετούν αετοί στο ύψος στο οποίο βρίσκομαι».

Σημείο Μηδέν: «Για τη μουσική μου πορεία, σημείο μηδέν ήταν η θεία μου Ηλέκτρα Παπαμικροπούλου, μια σπουδαία πιανίστρια. Η θεία μου έχασε τον θείο Αριστείδη, τον οποίο αγαπούσε πολύ, το 1939. Από εκείνη την ημερομηνία μέχρι το 1951, επί 14 χρόνια, δεν άνοιξε ποτέ δύο πιάνα με ουρά που είχε σπίτι της για να παίξει. Μια μέρα το 1951, όταν ήμουν τεσσάρων ετών, η γιαγιά μου έδωσε ένα γλυκό κουταλιού να πάω στη θεία Ηλέκτρα. Όταν ανέβηκα τα εβδομήντα σκαλιά του σπιτιού της λαχανιασμένος, με κοίταξε, με πήρε από το χέρι και με πήγε στο ένα πιάνο. Άρχισε να παίζει ένα “Impromptu” του Σούμπερτ. Εγώ κοίταζα αποσβολωμένος. Τότε μου λέει: “Τώρα, θα το παίξεις εσύ”. Τοποθετεί το δεξί μου χέρι πάνω στο πιάνο και αρχίζει να καθοδηγεί τα δάχτυλά μου με τα δικά της. Ακόμα και τώρα που το αφηγούμαι ανατριχιάζω. Νιώθω την ίδια ηλεκτρική εκκένωση που με είχε διαπεράσει εκείνη τη στιγμή και δεν μου άφηνε καμία αμφιβολία για το τι δρόμο θα ακολουθούσα στη ζωή μου. Αυτή η εμπειρία με τη θεία Ηλέκτρα ήταν το σημείο μηδέν της μετέπειτα μουσικής μου πορείας».

Υποσημείωση: «Όλοι οι φίλοι και συνεργάτες μου ξέρουν ότι δεν είμαι προφορικός τύπος. Δεν παίρνω τηλέφωνα, στέλνω σημειώματα και μηνύματα. Οπότε οι υποσημειώσεις είναι σε ημερήσια διάταξη, είτε για να τονίσω είτε για να υπενθυμίσω κάτι».

Φοβάμαι: «Τις αρρώστιες για τους άλλους –όχι για μένα. Αυτός είναι ο βασικός μου φόβος. Τώρα, άλλες φοβίες, για παράδειγμα τα αεροπλάνα, τις ξεπέρασα γρήγορα, αφού επέζησα από ένα παραλίγο μοιραίο αεροπορικό ατύχημα, σε ένα ταξίδι μου από την Αθήνα προς το Παρίσι, για μια συναυλία, τη δεκαετία του ’80 και αργότερα σε ένα άλλο ταξίδι στις Βρυξέλλες. Εκπαιδεύτηκα, διά της εμπειρίας, να μη φοβάμαι τα αεροπλάνα». (γελάει)

Χρήματα: «Δεν έγινα ποτέ δούλος των χρημάτων. Θέλω να έχω τόσα όσα χρειάζομαι για να ζω εγώ και οι δικοί μου άνθρωποι αξιοπρεπώς. Πάντα ξόδευα τα χρήματα και είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό».

Ψέματα: «Σε πολλά πράγματα είμαι ειλικρινής, αλλά ας μη γελιόμαστε, υπάρχουν και τα ζωτικά ψεύδη. Βέβαια, σε κάποιες στιγμές, ενώ ήταν προς το συμφέρον μου να πω ψέματα, για κάποιο λόγο επέλεξα την άλλη οδό. Όταν ήταν να πάω στις ΗΠΑ το ’82 για να δουλέψω σε ένα μιούζικαλ, έπρεπε να υπογράψω ένα χαρτί στην εδώ Αμερικανική Πρεσβεία για να πάρω τη βίζα. Εκεί υπήρχε μια ερώτηση με πολλά σκέλη, που μάλλον είχε ξεμείνει από την εποχή του Μακάρθι: “Είστε μέλος τρομοκρατικής οργάνωσης; Είστε αναρχικός; Είστε κομμουνιστής; Παίρνετε ναρκωτικά; Ηρωίνη; Κοκαΐνη; Μαριχουάνα;”. Λέω σε μια υπάλληλο της πρεσβείας, εγώ αυτό δεν το υπογράφω. Εκείνη τη μέρα με παίρνει τυχαία η Μελίνα Μερκούρη, που ήταν τότε υπουργός Πολιτισμού και της το λέω. “Θάνο μου, υπόγραψέ το”, μου λέει, “αλλιώς δεν θα πας στην Αμερική. Κι εγώ το υπέγραψα”. Μετά έμαθα ότι το είχαν υπογράψει και κάποιοι πολιτικοί και καλλιτέχνες του ΚΚΕ με ειδική άδεια από το κόμμα. Εγώ δεν το υπέγραψα και έστειλα επιστολή σε όλες τις εφημερίδες εξηγώντας γιατί δεν θα πάω στην Αμερική να δουλέψω. Το κάνει πρωτοσέλιδο η Καθημερινή επί Ελένης Βλάχου και από εκεί το παίρνουν οι London Times και γίνεται θέμα στο εξωτερικό με τίτλο “Ο Μακαρθισμός ξαναζεί στις ΗΠΑ”. Με παίρνουν από το Associated Press και κάνω δήλωση. Μετά από αυτό, μου δόθηκε, χωρίς να υπογράψω την επίμαχη δήλωση, βίζα για 21 ημέρες. Στη συνέχεια έμαθα ότι μόνο δύο Ευρωπαίοι δεν είχαμε υπογράψει το συγκεκριμένο: εγώ και ο Ντάριο Φο».

Ώρα να…: «… κάνω την τελευταία μου συναυλία στην Κύπρο».

*Η συναυλία για τον Θάνο Μικρούτσικο διοργανώνεται από την Κ.Ε. του ΑΚΕΛ αύριο Δευτέρα, 12/11, ώρα 20:00, στο «Τάσσος Παπαδόπουλος – Ελευθερία» στη Λευκωσία. Τραγουδούν: Ρ. Αντωνοπούλου, Χ. Θηβαίος, Κ. Θωμαΐδης, Γ. Κότσιρας, Γ. Μεράντζας, Β. Παπακωνσταντίνου, Μ. Πασχαλίδης, Μ. Πολυχρονίδη.