Ο Γάλλος κοινωνιολόγος Pierre Bourdieu είχε πει, σε μια σειρά διαλέξεών του τη δεκαετία του ’90, πως οι καλλιτέχνες είναι αυτοί που δημιουργούν την πραγματικότητα. Οι καλλιτέχνες χρησιμοποιούν τη φαντασία τους για να οραματιστούν κόσμους και να τους κάνουν να υπάρξουν. Οι ιστορίες που λέμε μέσα από την τέχνη έχουν μεγάλη δύναμη. Από εδώ προέρχεται και η πραγματική αγωνία πίσω απ’ τις προσπάθειες να μείνει ζωντανή η καλλιτεχνική δημιουργία μέσα στην πρωτόγνωρη κατάσταση που βιώνουμε. Την άνοιξη που πέρασε, ο κόσμος του θεάτρου είδε σχεδιασμούς μηνών να εξανεμίζονται, όμως ελπίζαμε στην επιστροφή το φθινόπωρο. Καθώς φεύγει ο Αύγουστος, για άλλη μια φορά τα πάντα είναι ρευστά. Ανάμεσα στις πολλές αγωνίες του παρόντος, πρέπει να αναρωτηθούμε και το εξής: πώς και από ποιους/ποιες καταγράφεται η ιστορία αυτής της στιγμής; Πώς το θέατρο φροντίζει να ακουστούν όλες οι φωνές, ειδικά τη στιγμή που πλήττεται οικονομικά και μετά από χρόνια πολιτικών λιτότητας και μείωσης των επιχορηγήσεων; Ποιοι/ποιες είναι αυτοί/αυτές που θα αντέξουν να δημιουργούν έργο σε αυτές τις συνθήκες και, ακόμα πιο σημαντικό, θα συνεχίσουν να μιλούν ελεύθερα;
Ένα σύστημα που μετατρέπει τον πολιτισμό σε καταναλωτικό προϊόν και διέπεται από επιχειρηματικούς στόχους (και δυστυχώς προς τα εκεί κινούμαστε) δεν χτίζει για το μέλλον ουσιαστικά, ούτε καθιστά την τέχνη αναπόσπαστο μέρος της κοινωνίας και της παιδείας στη συλλογική συνείδηση. Η πρόσφατη δημόσια συζήτηση για την κρατική στήριξη των καλλιτεχνών αποκάλυψε, δυστυχώς, ότι πολλοί συμπολίτες μας δεν νιώθουν ότι ο πολιτισμός είναι προσφορά ή σημαντικό αγαθό, έτσι ώστε να απαιτήσουν από την Πολιτεία να το στηρίξει. Αντιθέτως, κάποιοι αντέδρασαν με θυμό στις κινητοποιήσεις για το επίδομα των καλλιτεχνών.
Συχνά, όταν γράφω για το θέατρο, συνειδητοποιώ πως οι οποιεσδήποτε γενικές δηλώσεις οδηγούν σε παράδοξα και οξύμωρα. Στην ίδια πρόταση μιλάμε για κριτική του συστήματος μέσα από την τέχνη και για απαίτηση μεγαλύτερης οικονομικής στήριξης από το ίδιο αυτό σύστημα. Αυτός είναι ένας διαχρονικός γρίφος, που ίσως μόνο στην Αθήνα του 5ου π.Χ. αιώνα είχε λυθεί.
Ως μέλος της θεατρικής κοινότητας θεωρώ πως η λύση για τη δική μας εποχή, και το μεγάλο στοίχημα, είναι να νιώσουν οι πολίτες ότι το θέατρο τους αφορά και τους ανήκει, έτσι ώστε να το υπερασπιστούν. Το πλεονέκτημα που έχουμε ως μικρός τόπος είναι πως η καλλιτεχνική δημιουργία μπορεί να έχει μεγαλύτερη απήχηση και να επηρεάσει πραγματικά τις συνειδήσεις. Αλλά για να έχουμε μια πραγματικά ζωτική σχέση με το κοινό, είναι κρίσιμη η εκπροσώπηση όλων των κοινωνικών ομάδων στη θεατρική σκηνή. Υπάρχουν ομάδες και φωνές που υποεκπροσωπούνται διαχρονικά στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι. Αυτό πιθανόν να οξυνθεί στην επερχόμενη, αναπόφευκτη οικονομική κρίση, όπου θα ισχύσει το «όποιος αντέξει». Αλλά για να νιώσουν οι πολίτες ότι το θέατρο είναι κάτι δικό τους, πρέπει να χαρακτηρίζεται από πολυφωνία και σεβασμό στη διαφορετικότητα, να θίγει θέματα που είναι επείγοντα και να στοχεύει σε μεγαλύτερη προσβασιμότητα και ευρεία συμμετοχή. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η ίση εκπροσώπηση των φύλων πρέπει να γίνει επιτέλους συνειδητός στόχος, αφού το θέατρο δυστυχώς δεν μένει ανεπηρέαστο από τη συστημική, διαχρονική ανισότητα στο θέμα αυτό, που παρατηρείται στον τομέα του πολιτισμού αλλά και στην κοινωνία γενικά.
Το άλλο παράδοξο είναι το γεγονός ότι στην παγκόσμια θεατρική κοινότητα λέξεις όπως «απήχηση», «προσβασιμότητα», «ευρεία συμμετοχή», «ενσυναίσθηση», «ταυτότητα» είναι σήμερα, την εποχή της πανδημίας, λέξεις-κλειδιά. Μετά από τις αρχικές αντιδράσεις από εμάς τους καλλιτέχνες, που θεωρούμε πως η τέχνη μας απαιτεί φυσική παρουσία, επικράτησε η σφοδρή επιθυμία μας για επικοινωνία και για μοίρασμα των ιστοριών που θέλαμε να πούμε, με όσα μέσα ήταν διαθέσιμα. Έτσι, έγιναν πειραματισμοί και καινοτομίες, δημιουργήθηκαν νέες πλατφόρμες και διεθνείς συνεργασίες και άνοιξε παράλληλα παγκοσμίως μια απαραίτητη συζήτηση για τη σημασία της τέχνης στη ζωή μας. Εδώ είναι καθοριστικός ο ρόλος της τεχνολογίας. Οι λύσεις που δίνονται για να συνεχίσουμε να μοιραζόμαστε τις ιστορίες μας άνοιξαν ένα παράθυρο για έναν κόσμο πιο συνδεδεμένο διεθνώς και για θεατρική δημιουργία που καινοτομεί χρησιμοποιώντας καινούργια μέσα για να πετύχει μεγαλύτερη προσβασιμότητα. Παραδόξως, η αποστασιοποίηση μάς έδωσε μια σπάνια ευκαιρία να υπερβούμε τα σύνορα, να ανταλλάξουμε γνώσεις και τεχνικές, να καλλιεργήσουμε συναδελφική αλληλεγγύη, να οραματιστούμε καινούργιους τρόπους και να νιώσουμε ότι ανήκουμε σε μια παγκόσμια κοινότητα. Ας ελπίσουμε πως θα διατηρηθεί αυτή η πνοή καινοτομίας, συνεργασίας και συλλογικότητας. Το θέατρο θα έχει σημαντικό ρόλο να παίξει στη διατήρηση των δεσμών που μας ενώνουν, όταν θα έρθουμε αντιμέτωποι με τις προκλήσεις της επόμενης μέρας.
Φιλελεύθερα, 30.7.2020.