«Η δυσκολία στην απόδοση της καθημερινής ζωής ήταν στην κοινωνική διαστρωμάτωση. Υπήρχαν οι πολύ πλούσιες οικογένειες, αλλά υπήρχαν και φτωχές. Όλοι όμως περνούσαν καλά».

Έχουν γραφεί πολλά βιβλία για τη Σμύρνη. Σε ποιες πτυχές της ιστορίας της πόλης εστιάζει το δικό σας; Το βιβλίο μου εστιάζει στο πολιτικό παρασκήνιο, όταν οι μεγάλοι έδωσαν την εντολή στον Ελευθέριο Βενιζέλο για την απόβαση στη Σμύρνη, χωρίς εγγυήσεις και δεσμεύσεις εκ μέρους τους για τα δίκαια της Ελλάδας, αλλά ορμώμενοι από δικά τους συμφέροντα. Ένας άλλος λόγος είναι ο πλούτος, το υψηλό επίπεδο ζωής, ο κοσμοπολιτισμός της μυθικής πόλης αλλά και το τραγικό τέλος, όταν τις ώρες της σφαγής των χριστιανών, στο κατάστρωμα του αγγλικού τορπιλικού έπαιρναν το τσάι τους, συνοδεία ορχήστρας.

Έχετε ρίζες από την πόλη;  Οι ρίζες μου είναι από την Αττάλεια και οι γονείς μου, παππούδες και γιαγιάδες, έφτασαν στην Ελλάδα θαλασσοβρεγμένοι το 1922. Ένας εξάδελφός μου γεννήθηκε πάνω στο πλοίο, γι’ αυτό τον βάφτισαν Ιορδάνη, και μία γιαγιά μου πέθανε τσαλαπατημένη κατά την έξοδο από το καράβι στον Πειραιά. Είχαν όμως πολλές σχέσεις, επαγγελματικές και άλλες, με τη Σμύρνη. Ο αδελφός της μητέρας μου, ο Ευάγγελος Τσακίρογλου, ήταν φαρμακοποιός στη Σμύρνη και σύμφωνα με τα ήθη της εποχής έπρεπε να φοράει παπιγιόν. Όταν έφτασαν στην Ελλάδα, για να ζήσει την οικογένεια έσκαβε υπονόμους στα δημόσια έργα. Τις ελεύθερες ώρες του όμως φορούσε πάντοτε παπιγιόν. Δεν το έβγαλε μέχρι 95 χρονών που πέθανε. 

Γνωρίζω σμυρνέικες οικογένειες που, όταν ύστερα από χρόνια διορθώθηκαν τα οικονομικά τους, δεν αγόρασαν σπίτι αλλά αγόρασαν πιάνο για τα παιδιά τους. Και την Πρωτοχρονιά στη βασιλόπιτα έβαζαν χρυσό φλουρί.     

Πόσο δύσκολο ήταν να αποδώσετε την καθημερινή ζωή των Ελλήνων στη Σμύρνη; Η δυσκολία στην απόδοση της καθημερινής ζωής ήταν στην κοινωνική διαστρωμάτωση. Υπήρχαν βέβαια οι πολύ πλούσιες οικογένειες, αλλά υπήρχαν και φτωχές. Όλοι όμως περνούσαν καλά. Ιδιαίτερη σημασία έχουν οι «νταήδες», λαϊκά παλληκάρια, θεματοφύλακες του ελληνισμού και του χριστιανισμού. Είναι μία λέξη παρεξηγημένη στις μέρες μας. 

Ποιες ήταν οι βασικές πηγές της έρευνάς σας; Κυρίως το «Κέντρο Μελέτης Μικρασιατικών Σπουδών» (Κ.Μ.Σ), η Εθνική Βιβλιοθήκη, η Βιβλιοθήκη της Βουλής, η Βιβλιοθήκη του Μουσείου Μπενάκη και βιβλιοθήκες από συνοικίες Μικρασιατών, π.χ. Αιγάλεω, Περιστέρι, Νίκαια, κ.ά. Χρειάστηκαν πέντε χρόνια έρευνα για να γραφτεί το βιβλίο. 

Πείτε μας μια φράση από το βιβλίο που ξεχωρίζετε. Θα μπορούσα να ξεχωρίσω πολλές φράσεις από το βιβλίο μου, για ένα θέμα βαθιάς ιστορικής μνήμης. Μία φράση όμως «κλειδί» είναι η ερώτηση του Μποδοσάκη προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο: «Για ποιο λόγο, κύριε Πρόεδρε, αποφασίσατε να καταλάβετε τη Μικρά Ασία; Με τα οικονομικά χάλια που είχε η Τουρκία, σε δέκα χρόνια θα ήταν όλα δικά μας χωρίς να χυθεί ούτε μια σταγόνα αίμα».  

 

Φιλελεύθερα, 6.9.2020.