Οκτώ καλλιτέχνες από την Κύπρο και εικοσιτρείς από την Ελλάδα συμμετέχουν στην έκθεση «In a Bright Green Field», που παρουσιάζεται στο Μουσείο Μπενάκη σε συνεργασία με το ίδρυμα ΔΕΣΤΕ και το New Museum. Ο επιμελητής του νεοϋορκέζικου μουσείου και της έκθεσης θεωρεί το έργο τους εντυπωσιακό και υποδειγματικό, στο ευρύτερο πλαίσιο των όσων συμβαίνουν στην παγκόσμια σύγχρονη τέχνη σήμερα.
Στο πλαίσιο της συνεργασίας ανάμεσα στο New Museum το Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ και το Μουσείο Μπενάκη παρουσιάστηκαν αρχικά δυο εκθέσεις. Η πρώτη το 2016 με τίτλο «The Equilibrists», η δεύτερη, «The Same River Twice» το 2019, ενώ αυτή την περίοδο παρουσιάζεται η τρίτη έκθεση με τίτλο «In a Bright Green Field». O Γκάρι Κάριον Μουραγιάρι, με την ιδιότητα του Kraus Family Senior Curator στο New Museum, συνεπιμελήθηκε την πρώτη έκθεση όπως και την τωρινή. Για την προετοιμασία της έκανε πολλή προεργασία και έρευνα, επισκέφθηκε στούντιο καλλιτεχνών στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Παρατηρεί ότι οι νέοι δημιουργοί εστιάζουν σε μια κριτική προσέγγιση για την κατανόηση του τοπίου, επαναπροσδιορίζουν τη σχέση μας με τον φυσικό κόσμο και φαντάζονται νέες κοινότητες και τοπολογίες στον κόσμο που ήδη γνωρίζουμε. Μαζί του συζητήσαμε και για τις δύσκολες συνθήκες κάτω από τις οποίες καλούνται να εργαστούν οι καλλιτέχνες. Ο ίδιος αντιπροτείνει να καλλιεργηθεί μια νέα γενιά υποστηρικτών, όχι μόνο ως συλλέκτες αλλά και ως συνεργάτες σε όλα τα επίπεδα της καλλιτεχνικής σκηνής.

-Παρακολουθείτε την καλλιτεχνική σκηνή στην Ελλάδα και στην Κύπρο εδώ και πολλά χρόνια. Ποιες είναι οι εντυπώσεις σας από τη νέα γενιά καλλιτεχνών; Δεν θα ήθελα να κάνω μια άμεση σύγκριση μεταξύ αυτής της συγκεκριμένης γενιάς καλλιτεχνών και των προκατόχων τους (δεδομένου ότι δεν υπάρχουν πραγματικά σαφείς διαχωρισμοί μεταξύ των πιο πρόσφατων γενεών), όμως έχω εντυπωσιαστεί από τη σαφήνεια με την οποία οι νεότεροι αυτοί καλλιτέχνες προσεγγίζουν την ανάγκη να χρησιμοποιήσουν τις αντίστοιχες πρακτικές τους για να επεξεργαστούν τις σύγχρονες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, η Κύπρος και ο κόσμος γενικότερα. Όλοι τους έχουν μια κριτική προσέγγιση στα μέσα τους, η οποία ίσως επιβαρύνεται λιγότερο από το βάρος της ελληνικής και κυπριακής ιστορίας με την ευρύτερη έννοια, και αντ’ αυτού χρησιμοποιούν την τέχνη ως εργαλείο για να εξερευνήσουν πιο πρόσφατες υλικές ιστορίες και πραγματικότητες. Το έργο τους είναι εντυπωσιακό, όχι μόνο σε σχέση με την προηγούμενη γενιά Ελλήνων και Κυπρίων καλλιτεχνών, αλλά είναι υποδειγματικό μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο των όσων συμβαίνουν στην παγκόσμια σύγχρονη τέχνη σήμερα.

-Με ποια κριτήρια επιλέξατε τους καλλιτέχνες για την έκθεση «In a Bright Green Field», η οποία είναι μια συνεργασία μεταξύ του New Museum, του ΔΕΣΤΕ και του Μουσείου Μπενάκη; Για τη συγκεκριμένη έκθεση αναζητούσαμε Έλληνες και Κύπριους καλλιτέχνες που ζουν τόσο στην πατρίδα όσο και στο εξωτερικό. Δεν υπήρχαν συγκεκριμένοι περιορισμοί ως προς την ηλικία, όμως γενικά επικεντρωθήκαμε σε νεότερους καλλιτέχνες που είχαν αναδειχθεί από τις προηγούμενες εκδόσεις της έκθεσης. Από εκεί και πέρα, προσέγγισα την έρευνα για την έκθεση με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διαφάνεια.
-Επισκεφθήκατε και τα εργαστήρια καλλιτεχνών στην Κύπρο; Ναι, επισκέφθηκα καλλιτέχνες στη Λευκωσία και στη Λεμεσό, συναντήθηκα επίσης με Κύπριους καλλιτέχνες που ζουν στην Αθήνα και αλλού στην Ευρώπη. Τα τελευταία δέκα χρόνια από την πρώτη μας έκθεση, το τοπίο της σύγχρονης τέχνης στην Κύπρο έχει αλλάξει δραματικά, όπως και στην Αθήνα, όπου επίσης έχει αναδειχθεί μια εξίσου εντυπωσιακή γενιά, αν και με διαφορετικές αιτίες και αποτελέσματα,.

-Ποια είναι τα θέματα που πραγματεύονται οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν στην έκθεση; Ελπίζω ότι η έκθεση μιλάει για πολλά θέματα πέρα από αυτά που ήθελα. Μερικά από αυτά που διατρέχουν την έκθεση, κατά τη γνώμη μου περιλαμβάνουν: Μια κριτική ενασχόληση με την κατανόηση του τοπίου, έναν επαναπροσδιορισμό της σχέσης μας με τον φυσικό κόσμο που είναι διαγενεακή και επανορθωτική, την ανάγκη να φανταστούμε νέες κοινότητες και τοπολογίες στον κόσμο που ήδη γνωρίζουμε, μια ευαισθησία στις πιο αθόρυβες ατομικές ιστορίες που είναι θαμμένες μέσα στις πόλεις, όπως και μια ζωντανή άποψη για τις μελλοντικές ανθρώπινες και μη ανθρώπινες σχέσεις που θα μπορούσαμε να οικοδομήσουμε.

-Βλέπουμε ότι στην έκθεση συμμετέχουν καλλιτέχνες από τους τομείς της περφόρμανς και του κινηματογράφου. Για ποιους λόγους συμπεριλάβατε καλλιτέχνες εκτός του αμιγώς εικαστικού χώρου; Η πολυδιάσπαση μεταξύ των κλάδων στην Ελλάδα δεν είναι νέο φαινόμενο, αλλά θεώρησα σημαντικό να προσπαθήσω να αντικατοπτρίσω την ποικιλία των πρακτικών που συνυπάρχουν και αλληλοτροφοδοτούνται στην τρέχουσα σκηνή. Οι καλλιτέχνες που εργάζονται στον κινηματογράφο, την περφόρμανς και την κοινωνική πρακτική, όπως και εκείνοι που εργάζονται με πιο παραδοσιακά μέσα, έχουν συνήθως σπουδάσει μαζί και παρουσιάζουν τακτικά εκθέσεις ο ένας δίπλα στον άλλο. Επίσης, οι επιμελητές που συνεργάζονται με αυτούς τους καλλιτέχνες σε τοπικό επίπεδο δεν διαχωρίζουν τις πρακτικές που δεν βασίζονται στο ίδιο αντικείμενο. Όμως είναι συχνά πιο δύσκολο για πιο παραδοσιακά καλλιτεχνικά ιδρύματα, όπως τα μουσεία, να δώσουν χώρο για τέτοιου είδους έργα σε εκθέσεις έρευνας. Τα έργα καλλιτεχνών όπως η Δέσποινα Σανίδα Crezia, η Κωνστάντζα Καψάλη, η Άννα Χουσιάδα και οι The Post Collective, ήταν θεμελιώδη στη σκέψη ορισμένων για τη θεματολογία αυτής της έκθεσης και το έργο τους συντονίζεται έντονα με τα πιο παραδοσιακά αντικείμενα που εκτίθενται στις γκαλερί.

-Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση όταν επιμελείστε μια έκθεση; Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι πάντα να παίρνεις την απεραντοσύνη του σύγχρονου τοπίου και να την εφαρμόζεις στο περιοριστικό πλαίσιο μιας επιμελητικής παραδοχής. Θα ήταν αδύνατο να κάνω μια έκθεση που να περικλείει τέλεια τη σημερινή γενιά Ελλήνων και Κυπρίων καλλιτεχνών. Ωστόσο, με την υπάρχουσα γνώση της τέχνης στις δύο χώρες, θεωρώ ότι στην πράξη μπορώ να προσφέρω μόνο έναν πιθανό τρόπο να κοιτάξω αυτό το τοπίο. Η ελπίδα μου είναι ότι το πλαίσιο αυτό έχει απήχηση και εκφράζει επίσης τις ευρύτερες κοινότητες μέσα στις οποίες δραστηριοποιούνται αυτοί οι καλλιτέχνες.

-Πόσο σημαντική θεωρείτε τη συνεργασία μεταξύ του New Museum και του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ; Αυτή η συνεργασία υπήρξε καθοριστική για το έργο μας στο New Museum τα τελευταία είκοσι χρόνια. Πέρα από τα επιτυχημένα έργα που υλοποιήσαμε μαζί, λειτούργησε ως δοκιμασία για το πώς μπορούμε να επεκτείνουμε το βάθος και το εύρος της έρευνάς μας διεθνώς και μας έδωσε επίσης την ευκαιρία να συνεργαστούμε με πολλούς καταπληκτικούς καλλιτέχνες, επιμελητές και συγγραφείς που έχουν συμβάλει στο μουσείο με πολλούς τρόπους.
-Στην Αθήνα, παρά την οικονομική κρίση, βλέπουμε την καλλιτεχνική σκηνή και τον πολιτισμό γενικότερα να ακμάζουν. Πώς το εξηγείτε αυτό; Αυτό οφείλεται στην επιμονή και το όραμα των ατόμων που παρέμειναν ενεργοί κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Η παρουσία καλλιτεχνικών χώρων, ακόμη και αυτών που είχαν μικρή διάρκεια ζωής, και το έργο των επιμελητών που έδωσαν πλαίσιο και συνδέσεις στο έργο των νέων καλλιτεχνών, συνετέλεσαν στο ότι η Αθήνα παρέμεινε μια δυναμική πόλη ακόμη και πριν επιστρέψουν οι διεθνείς επισκέπτες. Σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου, μια ανάλογη οικονομική κατάσταση σήμαινε ότι οι καλλιτέχνες που έφυγαν θα επέστρεφαν σε μια πόλη χωρίς την απαραίτητη υποδομή. Όσο και αν η ανάπτυξη της τοπικής οικονομικής υποστήριξης και του διεθνούς κριτικού ενδιαφέροντος βοήθησε, τίποτα από όλα αυτά δεν θα ήταν δυνατό χωρίς τη δέσμευση των καλλιτεχνών και των εργαζομένων στην τέχνη, που έκαναν και συνεχίζουν να κάνουν τεράστιο έργο με πολύ λίγα χρήματα.
-Σε όλο τον κόσμο οι καλλιτέχνες αντιμετώπιζαν και συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην οικονομική υποστήριξη του έργου τους. Πώς μπορούν να διοχετευθούν περισσότερα χρήματα στην τέχνη; Φυσικά, θα ήταν ιδανικό αν υπήρχε επιστροφή σε μια ισχυρή κρατική χρηματοδότηση για τις τέχνες, αλλά αυτό φαίνεται λιγότερο πιθανό παντού. Αντί αυτού, είναι ζωτικής σημασίας να καλλιεργηθεί μια νέα γενιά υποστηρικτών, όχι μόνο ως συλλέκτες αλλά και ως συνεργάτες σε όλα τα επίπεδα της καλλιτεχνικής σκηνής. Οι μεγαλύτερες ευκαιρίες για νέους καλλιτέχνες, συγγραφείς και επιμελητές όσον αφορά την υποστήριξη για διαμονή, υποτροφίες και ευκαιρίες επαγγελματικής ανάπτυξης γενικότερα, είναι αυτές που έχουν αναβαθμίσει την Αθήνα παρά τις προκλήσεις του πρόσφατου παρελθόντος, συμβάλλοντας παράλληλα στην αυξημένη αγορά σύγχρονης τέχνης τα τελευταία χρόνια.

-Σε μια δύσκολη εποχή, με την οικονομική και κλιματική κρίση, τη μετανάστευση, τους πολέμους, τι ρόλο μπορεί να παίξει η τέχνη; Η τέχνη δεν αντικαθιστά ποτέ την άμεση ενασχόληση με την πολιτική πραγματικότητα του κόσμου, και κανένας από τους καλλιτέχνες της έκθεσης δεν θα υποστήριζε ότι η τέχνη τους αποτελεί επαρκή απάντηση στην απανθρωπιά της παρούσας στιγμής. Ωστόσο, όλοι τους έχουν μια ξεχωριστή πολιτική συνείδηση (και πολιτική δραστηριότητα πέρα από την καλλιτεχνική τους δημιουργία). Το έργο που παράγουν είναι ένα ζωτικής σημασίας μέρος αυτού που απαιτείται τούτη τη στιγμή, το οποίο είναι μια μοντελοποίηση των πιθανών μελλοντικών προοπτικών που οικοδομούνται σε αντίθεση με τις απάνθρωπες και ανιστόρητες παρορμήσεις που κυριαρχούν σήμερα. Η τέχνη μπορεί να είναι μια μορφή διαμαρτυρίας και μπορεί επίσης να είναι ένα επιχείρημα ενάντια στην απελπισία. Αντλώ τόσο παρηγοριά όσο και έμπνευση από το έργο αυτών των νέων καλλιτεχνών.
Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη – «In a Bright Green Field». Από τις 11 Ιουνίου ως τις 13 Σεπτεμβρίου.
Από την Κύπρο συμμετέχουν οι καλλιτέχνες: Ραΐσσα Αγγελή, Δαμιανός Ζησίμου, Κυριάκος Μπόμπι Κυριακίδης, Μαριέττα Μαυροκορδάτου, Μαρίνα Ξενοφώντος, Ελένη Οδυσσέως, Θεόδουλος Πολυβίου, Μαρία Τουμάζου.
Από την Ελλάδα: Νίκη Αναλύτη, Ιλεάνα Αρναούτου και Ισμήνη Κινγκ, Δανάη Ηώ, Μπάυρον Καλομαμάς, Κωνστάντζα Καψάλη, Ιωάννα Λημνιού, Μαρία Λουίζου, Πολίνα Μήλιου, Νεφέλη Παπαδημούλη, Σοφία Ροζάκη, Δαυίδ Σαμπεθάι, Δέσποινα Σανιδά-Κρεζία, Μάριος Σταμάτης, Θεόκλητος Τριανταφυλλίδης, Bέρα Χοτζόγλου, Άννα Χουσιάδα, Latent Community, Ιώνιαν Μπισάι, Σωτήρης Τσίγκανος, The Post Collective, Mirra Markhaëva, Έλλη Βασσάλου.
Ελεύθερα 13.7.2025