Την κάτοψη ενός εντυπωσιακού κεντρικού κτηρίου της Μέσης Εποχής του Χαλκού, εμβαδού 220 τ.μ., με κεντρική αυλή και μεγάλους αποθηκευτικούς χώρους γεμάτους πίθους και κεραμικά αγγεία, έφερε στο φως η σκαπάνη της Ιταλικής Αρχαιολογικής Αποστολής στη θέση Ερήμη- Λαόνιν του Πόρακου.

Η ανακάλυψη φωτίζει την οργάνωση και την καθημερινή ζωή ενός οικισμού της Μέσης Εποχής του Χαλκού.

Το Τμήμα Αρχαιοτήτων του Υφυπουργείου Πολιτισμού ανακοίνωσε τη λήξη της ανασκαφικής περιόδου 2025 της Ιταλικής Αρχαιολογικής Αποστολής, όπου μια ομάδα από αρχαιολόγους, ερευνητές και φοιτητές από την Ιταλία (Πανεπιστήμιο της Σιένας) και την Κύπρο διερεύνησαν μεταξύ της 28ης Ιουλίου και 22ης Αυγούστου τον οικισμό και τη νεκρόπολη της Μέσης Εποχής του Χαλκού στη θέση Ερήμη- Λαόνιν του Ποράκου, υπό την επιστημονική διεύθυνση του καθηγητή Λούκα Μπομπαρντιέρι.

Οι ανασκαφικές έρευνες στον οικισμό εστίασαν σε τρεις περιοχές στην κορυφή του λόφου, ενώ παράλληλα πραγματοποιήθηκαν έρευνες σε μια περιοχή του νότιου ταφικού συγκροτήματος.

Η κάτοψη ενός μεγάλου κεντρικού κτηρίου αποκαλύφθηκε στην Περιοχή Α στην κορυφή του λόφου, στα νότια του εργαστηριακού συγκροτήματος. Κατασκευασμένο από μεγάλους σε διαστάσεις εξωτερικούς τοίχους και καταλαμβάνοντας εμβαδό περίπου 220 τ.μ., το κεντρικό αυτό κτήριο φαίνεται να είναι προσβάσιμο από ένα στενό πέρασμα που ακολουθεί κατεύθυνση ανατολής- δύσης.

Αναφορικά με τον εσωτερικό του διαχωρισμό σημειώνονται τα ακόλουθα: ένας στενός ορθογώνιος διάδρομος/ προθάλαμος (Τομέας 1) φέρει διπλή πρόσβαση: δια μέσω του στενού περάσματος και από μια μεγάλη ορθογώνια αυλή (Τομέας 4). Και οι δύο δίοδοι φέρουν μονολιθικά κατώφλια τα οποία δεν είναι ευθυγραμμισμένα, υποδηλώνοντας μια λοξή διαδρομή. Στα ανατολικά και δυτικά της κεντρικής αυλής εντοπίστηκε μια σειρά από έξι στεγασμένους χώρους, οι οποίοι δεν έχουν ακόμη διερευνηθεί. Επιπλέον, εντοπίστηκε ένας μεγάλος αποθηκευτικός χώρος (Τομέας 8) με άμεση πρόσβαση από την κεντρική αυλή, ο οποίος εκτείνεται προς τα νότια. Σε αυτόν, βρέθηκε ένα σημαντικό σύνολο από πίθους και κεραμικά δοχεία, ενώ κεραμικά αγγεία εντοπίστηκαν και περιμετρικά της κεντρικής αυλής.

Στο βορειότερο τμήμα του λόφου, ένας οικιστικός τομέας (Τομέας XIX) ανασκάφηκε πλήρως, συμπληρώνοντας το οικιστικό τμήμα που ήδη είχε ερευνηθεί κατά τις ανασκαφικές περιόδους 2023-2024. Επιπρόσθετα, ένα τμήμα του περιμετρικού τείχους εντοπίστηκε στην ίδια περιοχή (Περιοχή Τ7).

Σημαντική είναι η ανακάλυψη ενός μονολιθικού κλιμακωτού κατωφλιού και μιας αναβαθμίδας σε άμεση συσχέτιση με το διατηρημένο τμήμα του περιμετρικού τείχους, υποδηλώνοντας την ύπαρξη μιας βόρειας πύλης που επέτρεπε την είσοδο στον οικισμό και πιθανότατα συσχετιζόταν με κάποιο μονοπάτι που οδηγούσε στον ποταμό Κούρη.

Επιπρόσθετα, κατά την φετινή ανασκαφική περίοδο, διερευνήθηκε ένα μικρό τμήμα της νότιας νεκρόπολης που βρίσκεται εκτός των τειχών (Περιοχή Ε). Ανασκάφηκε ο θαλαμοειδής τάφος Τ.901 και ο Θάλαμος Α του σύνθετου θαλαμοειδούς τάφου Τ682 μετά από ενδείξεις σύλησης στην περιοχή. Τα σύνολα αυτά αποκάλυψαν ένα σύνθετο ταφικό πρόγραμμα, ενώ τα ταφικά κτερίσματα ταυτίζονται χρονολογικά με την ύστερη φάση χρήσης της περιοχής, στα τέλη της Μέσης Εποχής του Χαλκού.

Η έρευνα υποστηρίζεται από το Πανεπιστήμιο της Σιένας και πραγματοποιείται χάρη στη διαρκή στήριξη του Ιταλικού Υπουργείου Εξωτερικών και του Τμήματος Αρχαιοτήτων.