Εδώ και πάρα πολλά χρόνια, με διάφορους τρόπους και με διαφορετικές αφορμές, ο «Φ» δίνει στοιχεία και συγκεκριμένα περιστατικά μέσα από τα οποία αποδεικνύεται ο κακός τρόπος με τον οποίο μεταχειριζόμαστε τους ηλικιωμένους στην Κύπρο. Και δεν αναφέρομαι μόνο στις ευθύνες της Πολιτείας και των αρμοδίων αρχών αλλά και στις ευθύνες όλων μας ως σύνολο, ως κοινωνία. 

Σε πάρα πολλές περιπτώσεις, μέσα από αυτή τη στήλη ή και μέσα από δημοσιεύματα, έχω κάνει αναφορά στον απαξιωτικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τον θάνατο δεκάδων ανθρώπων, ηλικιωμένων και υπερηλίκων, κάθε μήνα από κορωνοϊό. Μάλλον πασκίζω μόνη μου, διότι η ίδια κατάσταση εξακολουθεί να επικρατεί και τώρα. Απλά έχουμε βάλει την πανδημία και τον κορωνοϊό όλοι μας, στο τελευταίο συρτάρι της μεγάλης ντουλάπας του μυαλού μας και δεν δίνουμε σημασία. 

Οι ηλικιωμένοι δεν έχουν κοινωνική δραστηριότητα για να κολλήσουν τον κορωνοϊό. Εμείς τους τον μεταφέρουμε. Δεν πειράζει, «εν γέροι σιόρ». 

Το ίδιο συμβαίνει τους τελευταίους μήνες και με δεκάδες ηλικιωμένους που εισάγονται στα νοσοκομεία με άλλες εποχιακές λοιμώξεις και οι αντιδράσεις μας ως κοινωνία δεν αλλάζουν με τίποτα. Το ζήτημα μάς αφορά μόνο όταν ο ηλικιωμένος είναι ο πατέρας ή η μητέρα μας. Μέχρι εκεί. 

Εκτός από αυτό, σε αρκετές περιπτώσεις, από την ημέρα έναρξης της ενδονοσοκομειακής φροντίδας στο ΓεΣΥ, ο «Φ» έχει δημοσιεύσει καταγγελίες πολιτών και της Ομοσπονδίας Ασθενών, για ιδιωτικά νοσηλευτήρια τα οποία δεν εξυπηρετούν ηλικιωμένους και υπερήλικες και τους παραπέμπουν στα δημόσια νοσοκομεία για περίθαλψη. Δεν συμφέρει η περίθαλψη ηλικιωμένων. Είναι παρατεταμένη και ο ΟΑΥ δεν πληρώνει πολλά. Όποιος επιθυμεί να με διαψεύσει, μπορεί να αποταθεί στο Παρατηρητήριο Ασθενών της ΟΣΑΚ και θα πάρει τις απαντήσεις του. Μοναδικό πρόβλημα η απροθυμία ή πιο σωστά η ανασφάλεια των πολιτών να προχωρήσουν σε επώνυμες καταγγελίες στον ΟΑΥ. 

Εδώ και δύο χρόνια, το φως της δημοσιότητας βλέπουν περιστατικά ηλικιωμένων οι οποίοι νοσηλεύονται δεμένοι στα κρεβάτια τους και φορτωμένοι με ένα σωρό κατασταλτικά φάρμακα. Δεν πειράζει. Τα νοσοκομεία είναι υποστελεχωμένα, ας την πληρώσουν οι ηλικιωμένοι. Όταν είναι δεμένοι και κοιμισμένοι δεν χρειάζονται και πολλά πολλά. «Εν γέροι σιόρ». 

Η κοινωνία απλά ξυπνά κάθε που θα δει ένα τέτοιο περιστατικό το φως της δημοσιότητας και την επομένη ξανακοιμάται. Όπως καλή ώρα τις τελευταίες δύο ημέρες με τη γυμνή ηλικιωμένη σε νοσηλευτική κλίνη. Όπως κάνουμε ως σύνολο για δεκάδες άλλα ζητήματα. Άσε που αρκετοί σπεύδουν σε κάθε περίπτωση να κατηγορήσουν πρώτα γιατρούς, νοσηλευτές κλπ και μετά τους συγγενείς των ηλικιωμένων που έτυχαν κακομεταχείρισης. Ο καθένας κατακρίνει τον άλλο, όμως, εσύ κύριε που δεν έστειλες τον γονιό ή τον παππού σου στο γηροκομείο και τον κράτησες στο σπίτι, δεν σημαίνει ότι του επιδεικνύεις μεγαλύτερο σεβασμό εάν δεν προσέχεις και του μεταδίδεις μια λοίμωξη που μπορεί να τον στείλει κατευθείαν στο θάνατο. 

Μια κοινωνία που ξυπνά μόνο όταν την ξυπνήσεις, δεν μπορεί να πετύχει και πολλά. Αν δεν υπήρχε ο παππούς, η γιαγιά, ο πατέρας, η μητέρα μας, εμείς δεν θα υπήρχαμε. Ούτε τα παιδιά και τα εγγόνια μας θα υπήρχαν. 

Θα αναφερθώ στο ΓεΣΥ. Ακούω συχνά συνομήλικους μου ή νεαρώτερους ή μεγαλύτερους, ανθρώπους 30-50 χρόνων που ακόμα στην πλειοψηφία τους είναι υγιείς, να διαμαρτύρονται επειδή πληρώνουν ΓεΣΥ αλλά οι ίδιοι δεν το χρειάζονται. Δεν κατανοούν ή δεν θέλουν να κατανοήσουν, ότι η ζωή γυρίζει και όλοι μεγαλώνουμε. Δεν σκέφτονται ότι πολύ σύντομα τα πράγματα θα αλλάξουν, και ο παππούς και η γιαγιά θα είμαστε εμείς. Αν είμαστε τυχεροί βεβαίως και προλάβουμε να γεράσουμε.