Άγνωστοι στο ευρύ κοινό ζωγράφοι και πίνακες που εκτίθενται για πρώτη φορά δημόσια, συμπεριλαμβάνονται στη νέα έκθεση της Λεβέντειου Πινακοθήκης. Η έκθεση έχει τίτλο «Metamorphosis, Βελγική Τέχνη 1860-1930» και μας συστήνει έργα και καλλιτέχνες που έθεσαν τις βάσεις του μοντερνισμού.
 
Το πρώτο ερώτημα στον επιμελητή Κωνσταντίνο Οικονομίδη είναι: «Υπάρχει Βελγική Σχολή που μπορεί να σταθεί αυτόνομα ως τέτοια;» Έχοντας ενδιατρίψει σε βάθος στη βελγική τέχνη του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, δηλώνει εμφατικά «βεβαίως», τονίζοντας μάλιστα πως η βελγική τέχνη είναι η μόνη που κατάφερε να ξεφύγει από την επίδραση της Γαλλικής Σχολής και να διαφοροποιηθεί, κυρίως ως προς την αντιμετώπιση του χρώματος και του φωτός, με έμφαση στο αίσθημα αντί στην εικόνα. Το αποτέλεσμα ήταν έργα που διακρίνονται από φοβερό –για την εποχή– νεωτερισμό. Εν τούτοις, για διάφορους λόγους, έμειναν στην αφάνεια. Μάλιστα, η τελευταία φορά που παρουσιάστηκε σε έκθεση στην περιοχή της Μεσογείου η βελγική τέχνη ως μία συμπαγής σχολή, ήταν το 1928 στη Βενετία. Γι’ αυτό και η έκθεση στη Λευκωσία θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική. Για να επιτευχθεί η πραγματοποίησή της, χρειάστηκε η συνεργασία αρκετών ιδιωτών, αφού πάρα πολλά έργα προέρχονται από ιδιωτικές συλλογές στην Κύπρο, την Ελλάδα και το Βέλγιο και είναι η πρώτη φορά παγκοσμίως που παρουσιάζονται στο κοινό. Ένας μικρότερος αριθμός προέρχεται από μουσεία του Βελγίου.
 
Στα πέραν των 100 έργων που θα εκτεθούν, παρουσιάζονται οι πρωτεργάτες του βελγικού ιμπρεσιονισμού, καθώς και καλλιτέχνες που ανήκουν σε μεταγενέστερα κινήματα. Ο μοναδικός Έλληνας που συμπεριλαμβάνεται στον κύκλο των Βέλγων ιμπρεσιονιστών είναι ο Περικλής Πανταζής (1849-1884), έργα του οποίου θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε δίπλα σε έργα των Félicien Rops,Théo van Rysselberghe, Guillaume Vogels, Albert Baertsoen, Médard Maertens, James Ensor, Louis Artan, Isidore Verheyden και πολλών άλλων. 
 
Η έκθεση εστιάζει επίσης στους επαναστατικούς καλλιτεχνικούς κύκλους που δημιουργήθηκαν στο Βέλγιο από τον 19ο έως τις αρχές του 20ού αιώνα, όπως τους «La Chrysalide» και «Les XX». Από κύκλους σαν αυτούς ξεπήδησε η βελγική avant-garde και ήσαν αυτοί που αποτέλεσαν τον πυρήνα ο οποίος αναζωογόνησε την καλλιτεχνική παραγωγή της εποχής, αντιδρώντας κατά της ακαδημαϊκής ζωγραφικής και όλων των μορφών τέχνης που είχαν να κάνουν με το παρελθόν. Η έκθεση παρακολουθεί τη γέννηση τολμηρών νέων ιδεών, ο οποίες κατέλυσαν τα δεσμά της «παλαιάς σχολής» και αποκαλύπτει την επιρροή εμβληματικών προσωπικοτήτων – όχι μόνο καλλιτεχνών αλλά και μαικήνων της τέχνης, κριτικών και στοχαστών.
 
Ιδιαίτερα σημαντική για το εύρος της έκθεσης είναι και η έκδοση που τη συνοδεύει. Εκεί αναλύεται –στα αγγλικά, γαλλικά και ελληνικά– η δουλειά του κάθε καλλιτέχνη ξεχωριστά, αλλά και τα ρεύματα της εποχής, φιλτραρισμένα μέσα από τις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής. Στην έκδοση αυτή, ο Pierre Loze, επιστημονικός διευθυντής της Association du Ρatrimoine Αrtistique των Βρυξελλών, σημειώνει, ανάμεσα σε άλλα, τη σημασία της πολυγλωσσίας του πληθυσμού του Βελγίου στην καλλιτεχνική έκφραση: «Αντί η γλώσσα να είναι ένα εύχρηστο εργαλείο για την έκφραση της σκέψης», εξηγεί, «παραμένει αργό, ελαφρώς ασαφές και δύσκολο στη χρήση. Ως εκ τούτου, αναπτύχθηκε από τον 15ο αιώνα στις επονομαζόμενες Κάτω Χώρες ένα είδος ζωγραφικής που εξέπεμπε το ιδιαίτερο γνώρισμα ενός σιωπηρού στοχασμού. Οι εκπρόσωποί της προσέγγισαν τις αρχές καλλιτεχνικών ρευμάτων που επικρατούσαν στην Ιταλία και στη Γαλλία σχετικά με τους νέους τρόπους εικαστικής έκφρασης. Προχώρησαν όμως στις δικές τους προσαρμογές, ενστερνίστηκαν στοιχεία των νέων αυτών κινημάτων, προσδίδοντάς τους τη δική τους διάσταση, χωρίς να αποκοπούν εντελώς από τη συνάφειά τους με αυτά. Ακολούθησαν τον Γαλλικό Κλασικισμό και εν συνέχεια υιοθέτησαν και άλλες τάσεις της γαλλικής τέχνης, διατηρώντας πάντοτε αυτή την ιδιότυπη σχέση τους με την εικόνα, που έτεινε προς την εσωτερικότητα και την περισυλλογή. Τα έργα ορισμένων από τους σημαντικότερους ζωγράφους του Βελγίου συνιστούν ένα είδος πνευματικής και σιωπηλής “συνομιλίας” με την εικόνα». 
 
 
Ο Κωνσταντίνος Οικονομίδης περιγράφει τo πώς οι διανοούμενοι, ζωγράφοι, ποιητές και περιθωριοποιημένες ομάδες, βιώνοντας την παρακμή, επαναστάτησαν ενάντια στον ακαδημαϊσμό και πώς, εξαιτίας της δράσης τους κατά την περίοδο 1840-1860, εκκολάφθηκε μία τέχνη νέα και αληθινή, βασισμένη στην ενατένιση της φύσης, η οποία όμως παρέμεινε βαθιά ανθρωποκεντρική. «Το κίνημα της πρωτοπορίας στηριζόταν στον ρεαλισμό που διατρέχει ολόκληρη τη βελγική παράδοση. Η ζωγραφική στο ύπαιθρο, η απεικόνιση ατμοσφαιρικών φαινομένων, η αναπαράσταση του ανθρώπου που προσδένεται με τη φύση, το μήνυμα της ελευθερίας που υπαινίσσεται για τον άνθρωπο ο οποίος καλείται να ζήσει σε ένα ραγδαία εκβιομηχανιζόμενο κόσμο, η ευαισθησία για το ταπεινό, ήταν οι θεματικές με τις οποίες πειραματίστηκαν οι ζωγράφοι αυτοί, ερχόμενοι σε ρήξη με την αστική τάξη και τις αξίες της, αγνοώντας και αδιαφορώντας για τα επίσημα σαλόν και τον ακαδημαϊσμό». 
 
 
Όπως εξηγεί η διευθύντρια της Λεβεντείου Πινακοθήκης, Λουκία Λοΐζου Χατζηγαβριήλ, «η έκθεση έχει στόχο να φέρει κοντά πίνακες καλλιτεχνών που, αν και γνωστοί στο Βέλγιο, έχουν λαθεμένα μικρότερη απήχηση στο διεθνές κοινό». Η επιλογή επιτρέπει σε αυτούς τους «αφανείς  ήρωες» –όπως τους χαρακτηρίζει– να αφηγηθούν τη δική τους ιστορία. Επίσης, βοηθά το κοινό να αναγνωρίσει τη σημασία της βελγικής καλλιτεχνικής σκηνής της εποχής, η οποία δεν ήταν κατώτερη από την περισσότερο γνωστή και καταξιωμένη γαλλική avant-garde. «Ήταν απλώς διαφορετική, ανοίγοντας τον δρόμο προς νέες κατευθύνσεις, νέες ιδέες και νέους καλλιτεχνικούς ορίζοντες», εξηγούν η Μυρτώ Χατζάκη και η Λουκία Χατζηγαβριήλ σε κοινό σημείωμά τους.  
 
 
Γιατί όμως μέχρι σήμερα δεν έχει αναγνωριστεί επαρκώς η ξεχωριστή σημασία της βελγικής τέχνης; Όπως συμπεραίνουν Χατζάκη και Χατζηγαβριήλ, «το πιο εντυπωσιακό στοιχείο της βελγικής καλλιτεχνικής ζωής της εποχής που εξετάζουμε (τέλη 19ου αιώνα και μεγάλο μέρος του 20ού), το οποίο ενδεχομένως να σχετίζεται και με την περιθωριοποίησή της από τον εκτός Βελγίου καλλιτεχνικό κόσμο, είναι ίσως η συγκρατημένη σχέση της με το ευρύ κοινό, ακόμη και την εποχή της ακμής της, προσδίδοντάς της έτσι μια διάσταση εσωτερικότητας. Όπως χαρακτηριστικά περιγράφει ο Κωνσταντίνος Οικονομίδης, καθ’ όλη τη δεκαετία του 1860 κορυφαίοι Βέλγοι καλλιτέχνες κάνουν διάκριση ανάμεσα στα “δημόσια” έργα τους –αυτά που απευθύνονται σε ένα ευρύτερο κοινό και τυγχάνουν εξονυχιστικού σχολιασμού από τους κριτικούς της τέχνης– και σε εκείνα τα πιο τολμηρά εγχειρήματά τους –τα πιο “ιδιωτικά” έργα, πιο ριψοκίνδυνα εικαστικά, πιο προκλητικά– τα οποία εκθέτουν σε “κλειστές εκθέσεις”, που διοργανώνονται “από καλλιτέχνες για καλλιτέχνες”. Πρόκειται για έργα που οι ζωγράφοι μοιράζονται με έναν κλειστό κύκλο άλλων δημιουργών και έναν περιορισμένο αριθμό διανοουμένων, ομοϊδεατών και εραστών της τέχνης». 
 
Ο θεατής καλείται, λοιπόν, να δει πέρα από τα «μεγάλα ονόματα» και να εστιάσει σε μεγαλύτερα ζητήματα, όπως είναι ο αγώνας ενός εικαστικού κινήματος να καθορίσει τη δική του ταυτότητα. Η έκθεση, παράλληλα, αποτελεί και μια αφορμή για νέα έρευνα· μια ευκαιρία να αντιληφθούμε πως είναι πολλά ακόμη εκείνα που δεν γνωρίζουμε για σημαντικούς Βέλγους δημιουργούς. Μας θυμίζει ακόμα, όπως σημειώνει ο πρόεδρος του Ιδρύματος Α. Γ. Λεβέντη, Αναστάσιος Π. Λεβέντης, «ότι οι νέοι δρόμοι στην τέχνη ανοίγονται από εκείνους που τολμούν να τους φανταστούν». Παράλληλα επισημαίνει ότι «στον κόσμο της πρωτοπορίας, οι έννοιες της παράδοσης και της καινοτομίας ενυπάρχουν στην τέχνη με τρόπο ήπιο και όχι απόλυτο. Εστιάζει δε σε ένα θέμα το οποίο, μέσα στην απλότητα και στη διαφορετικότητά του, δεν ακολουθεί ούτε τη λογική ούτε την τυπική αισθητική που συνήθως χαρακτηρίζει μεγάλες αναδρομικές εκθέσεις».
 
 
Στην ομάδα των επιμελητών, εκτός από τον Κωνσταντίνο Οικονομίδη (Ιστορικός Τέχνης) περιλαμβάνονται η Εβίτα Αράπογλου (επιμελήτρια της Ελληνικής Συλλογής της Λεβέντειου Πινακοθήκης) και η Μυρτώ Χατζάκη (επιμελήτρια της Συλλογής του Παρισιού της Λεβέντειου). 
 
• Διάρκεια: 31 Οκτωβρίου 2019 – 27 Ιανουαρίου 2020, καθημερινά (εκτός Τρίτης) 10:00-17:00 και Τετάρτη 10:00-22:00. Δωρεάν ξεναγήσεις το Σάββατο 2, 9 και 30 Νοεμβρίου στις 11:00 και Τετάρτη 20 Νοεμβρίου στις 18:30. Η κράτηση είναι απαραίτητη: τηλ. 22 668838 ή [email protected]
 
 
 
Φιλgood, τεύχος 244.