Χρόνια τώρα, από τότε που η κοινωνία άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι έχει δικαίωμα να αμφισβητεί τις αποφάσεις των εκάστοτε κυβερνώντων (γιατί υπήρχε και μια 20ετία που ούτε μπορούσε να διανοηθεί κάποιος να αμφισβητήσει κυβέρνηση ή υπουργούς), μετά από ένα τραγικό συμβάν ή σειρά αρνητικών εξελίξεων, μόνιμη επωδός αντιπολιτευόμενων και μη είναι η απαίτηση για παραίτηση υπουργού.
Αν πάμε πίσω τα τελευταία 40 χρόνια πολιτικής ζωής στην Κύπρο θα δούμε το ίδιο έργο να επαναλαμβάνεται συνεχώς. Οι αντιπολιτευόμενοι να απαιτούν παραιτήσεις υπουργών και οι κυβερνώντες να απορρίπτουν τα αιτήματα. Και μετά όταν αλλάξουν οι ρόλοι, το αφήγημα παραμένει το ίδιο, με τους χθεσινούς κυβερνώντες να απαιτούν, ως αντιπολιτευόμενοι πλέον, να απαιτούν παραιτήσεις υπουργών. Θυμίζουμε κάποια γεγονότα: Ήλιος, Χλώρακα, ελικόπτερο της ΕΦ, πυρκαγιές, Μαρί, τροχαία δυστυχήματα. Από την πτώση ενός αεροσκάφους μέχρι και τα τροχαία στους κυπριακούς δρόμους οι ίδιες απαιτήσεις από αντιπολιτευόμενους προς κυβερνώντες: να παραιτηθεί ο αρμόδιος υπουργός. Λες και η παραίτηση ενός υπουργού θα δώσει, δια μαγείας, λύσεις στα όποια προβλήματα.
Είναι άραγε η άρον-άρον παραίτηση ενός υπουργού η καλύτερη λύση; Και πόσες φορές άραγε η παραίτηση δεν ήταν πραγματική; Παραδείγματα υπάρχουν πολλά από την πρόσφατη πολιτική ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας:
Παράδειγμα 1ο: Μετά από ένα γεγονός μέρος της κοινωνίας και σύσσωμη η αντιπολίτευση απαιτεί παραίτηση υπουργού. Αυτός με δήλωσή του αναλαμβάνει το μερίδιο ευθύνης που του αναλογεί και θέτει την παραίτησή του στη διάθεσή του Προέδρου. Ο Πρόεδρος δεν την αποδέχεται και ο υπουργός παραμένει στη θέση του μέχρι ενδεχομένως τον επόμενο ανασχηματισμό ή τη λήξης της θητείας της κυβέρνησης.
Παράδειγμα 2ο: Κοινωνία και αντιπολίτευση απαιτούν, μετά από ένα γεγονός, την παραίτηση ενός υπουργού, αλλά ο ίδιος επιμένει ότι δεν υφίσταται λόγος παραίτησης. Ο Πρόεδρος κάτω από τη λαϊκή κατακραυγή και προκειμένου να διασώσει το σύνολο της κυβέρνησης του, τον καλεί στο γραφείο και του παρουσιάζει έτοιμη δήλωση παραίτησης που «γράφτηκε από τον υπουργό». Και ακολουθεί η επίσημη ανακοίνωση ότι ο τάδε υπουργός υπέβαλε την παραίτησή στον ΠτΔ. Κανείς δεν λέει ότι εξαναγκάστηκε και απλώς το παρασκήνιο λειτουργεί κατά τρόπο ώστε να αναδειχθεί πως ο εν λόγω υπουργός δεν έκανε για τη θέση.
Παράδειγμα 3ο: Παρά τις φωνές της αντιπολίτευσης και της κοινωνίας ο Πρόεδρος κρατά τον υπουργό στη θέση του και τον χρησιμοποιεί ως «σάκο του μποξ» για να στρέφονται όλες οι φωνές προς τον υπουργό και να προστατεύεται ο ίδιος ο Πρόεδρος.
Παράδειγμα 4ο: Ο υπουργός αντιλαμβάνεται ότι «δεν κατέχει το άθλημα» βρίσκει αφορμή από ένα συμβάν, το οποίο μπορεί να είναι και μικρής εμβέλειας, και υποβάλλει παραίτηση. Ενίοτε σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να ηρωοποιηθεί επειδή τόλμησε ή να κατακεραυνωθεί ότι έφυγε λόγω ανεπάρκειας.
Υπήρξαν και υπάρχουν υπουργεία της Κυπριακής Δημοκρατίας που αν ανατρέξουμε στην ιστορία τους θα δούμε να έχουν καταγραφεί και τα τέσσερα παραδείγματα. Σε άλλα υπουργεία μπορεί να είδαμε να συμβαίνει ένα ή δύο εκ των παραδειγμάτων. Άλλαξε κάτι σ’ αυτά τα υπουργεία;
Υπό κανονικές συνθήκες και σύμφωνα με τη λαϊκή (ή και κομματική) απαίτηση τότε μετά από κάθε αποχώρηση ή παραίτηση, τα δεδομένα θα έπρεπε να διαφοροποιούνται προς το καλύτερο. Δυστυχώς, εκείνο που διαπιστώνουμε είναι πως είτε μείνουν είτε φύγουν υπουργοί, είτε απομακρυνθούν είτε κρατηθούν, τα πράγματα δεν διαφοροποιούνται. Παραμένουν ως έχουν. Σίγουρα δεν είναι όλοι όσοι έχουν περάσει από κάποιο να ήταν ανεπαρκείς ή αδιάφοροι.
Η αποχώρηση ενός υπουργού, δεν αλλάζει τα δεδομένα. Ένας φεύγει άλλος έρχεται, οι κυβερνήσεις αλλάζουν, αλλά η κατάσταση παραμένει ως έχει. Τα καπετανάτα εντός και πέριξ των υπουργείων να παραμένουν αλώβητα, οι ενδοτμηματικές αντιπαραθέσεις και οι κόντρες μεταξύ υπηρεσιών να μένουν ως είχαν πάντοτε. Αλλά μπροστά τα όσα προκύπτουν μετά από ένα τραγικό συμβάν ουδείς ασχολείται με το εάν αυτές οι διαχρονικές κόντρες συνέβαλαν ή όχι σε μια καταστροφή.
Αν είναι λοιπόν κάτι που φταίνε, διαχρονικά, οι εκάστοτε υπουργοί είναι η αδυναμία ή η ανοχή που επέδειξαν προκειμένου το κάθε καπετανάτο να μείνει αλώβητο. Είναι γιατί δεν τόλμησαν να βάλουν ένα τέλος σ’ αυτές τις νοοτροπίες. Γι’ αυτό και οι πλείστοι στην κρατική μηχανή χρησιμοποιούν τις παραιτήσεις των πολιτικών προϊσταμένων τους είτε ως ευκαιρία να κρύψουν τις δικές τους αδυναμίες, είτε ως επιβράβευση των πράξεων τους… αφού κατάφεραν «να φάνε ακόμα έναν υπουργό».