«Είναι καιρός να πάψουμε να αντιμετωπίζουμε τη διαφάνεια ως απειλή και να την αγκαλιάσουμε ως θεμέλιο της πολιτικής ηθικής. Η διαφάνεια δεν είναι επιλογή. Είναι υποχρέωση. Είναι το κριτήριο που ξεχωρίζει τις σύγχρονες κοινωνίες από τις πελατειακές. Είναι η μόνη καθαρή οδός». Αυτά έγραφε η στήλη τον περασμένο Απρίλιο. Την επομένη της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου η οποία δικαίωνε τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη, κρίνοντας αντισυνταγματικό το νόμο που είχε ψηφίσει η Βουλή και προέβλεπε να δημοσιοποιούνται όσοι εισφέρουν ποσά άνω των 5.000 ευρώ στον Φορέα Κοινωνικής Στήριξης του οποίου προΐσταται η σύζυγος του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Μάλιστα, τονίζαμε στο άρθρο πως η νίκη στο Ανώτατο θα αποβεί στην πορεία ήττα επειδή ακριβώς δεν κυριαρχούσε η διαφάνεια. Τότε, ενδεχομένως, κάποιοι να στοχοποίησαν την στήλη ή να θεώρησαν λαϊκίστικη την προσέγγισή της.
Δυστυχώς, η χθεσινή έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας ήρθε να μας δικαιώσει. Ο Γενικός Ελεγκτής υποδεικνύει, πως «η καταβολή εισφορών προς το συγκεκριμένο Ειδικό Ταμείο, δημιουργεί συνθήκες ιδιάζουσας σχέσης, εφόσον τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που συνεισφέρουν στο ταμείο έχουν, πολύ πιθανόν, νόμιμες συναλλαγές με το κράτος, τα συμφέροντα τους επηρεάζονται άμεσα ή έμμεσα από πολιτικές αποφάσεις, νομοσχέδια ή ενέργειες της εκτελεστικής εξουσίας».
Δυστυχώς, η έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας εντόπισε και παραθέτει περιπτώσεις εταιρειών οι οποίες ενώ διεκδικούσαν από το κράτος συμβόλαια για έργα, την ίδια στιγμή κατέθεταν εισφορές στον Φορέα του οποίου προΐσταται η σύζυγος του Προέδρου.
Αυτό σημαίνει ότι οι εταιρείες αυτές ευνοήθηκαν ή μπορεί να ευνοηθούν στο μέλλον; Η αλήθεια είναι πως το ερώτημα δεν μπορεί να απαντηθεί. Ακριβώς επειδή η αδιαφάνεια δεν μας επιτρέπει να γνωρίζουμε ποιες είναι. Και αυτή ακριβώς είναι η ουσία του θέματος.
Μήπως τα ευρήματα της Ελεγκτικής Υπηρεσίας παραπέμπουν σε παρατυπίες ή αθέμιτες συναλλαγές; Η ίδια απαντά στην απορία αρνητικά. Σημειώνει, όμως, ότι «η υφιστάμενη δομή λειτουργίας δεν παρέχει επαρκείς δικλίδες για τη θεσμική ακεραιότητα, λόγω της στενής σύνδεσης μεταξύ του Φορέα, των δωρητών και της εκτελεστικής εξουσίας».
Μήπως όλος ο ντόρος που είχε γίνει αφορούσε την υποψία κάποιοι να καταχρώνται τα χρήματα του Φορέα; Ουδόλως ήταν αυτό το ζητούμενο. Άλλωστε, η διαχείριση των χρημάτων ελέγχεται από την Ελεγκτική Υπηρεσία. Ακόμη και αν δόθηκε οικονομική βοήθεια σε μερικές περιπτώσεις όπου δεν τηρήθηκαν επακριβώς τα κριτήρια, θα λέγαμε ότι δεν είναι το τέλος του κόσμου.
Άλλη είναι η ουσία, την οποία, εμφανώς, δεν επιμέτρησε σωστά το Προεδρικό. Η φιλανθρωπία, από τη φύση της, συνδέεται με την ανιδιοτελή προσφορά και τη στήριξη των ευάλωτων ομάδων. Όταν όμως, αυτή η προσφορά περιβάλλεται από μυστικότητα και αδιαφάνεια, τότε ο θεσμός επιτρέπει σε κάθε καχύποπτο να πλάθει σενάρια περί πολιτικών σκοπιμοτήτων και ενδεχόμενης συναλλαγής.
Η απόφαση του Ανωτάτου δεν αναιρεί την ωμή πραγματικότητα, ότι η απουσία διαφάνειας επιτρέπει τη δημιουργία σκιών. Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι οι εισφορές είναι κατ’ ανάγκη ύποπτες. Όμως, σε μια χώρα με βεβαρημένο παρελθόν και τραυματισμένη εμπιστοσύνη στους θεσμούς, το δικαίωμα των πολιτών να γνωρίζουν είναι αδιαπραγμάτευτο.
Το ότι ακόμα συζητάμε για τη διαφάνεια, ότι αυτή συνεχίζει να αντιμετωπίζεται ως απειλή αντί για αυτονόητο πυλώνα δημοκρατικής λειτουργίας, είναι ένδειξη βαθιάς πολιτικής παθογένειας.
Έχει λεχθεί ως επιχείρημα ότι ο Φορέας ελέγχεται. Άλλο είναι ο έλεγχος της αξιοποίησης των ποσών και άλλο το να γνωρίζει η κοινωνία ποιοι εισφέρουν. Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι πολλοί χορηγοί δεν θα συνέχιζαν τις μεγάλες εισφορές αν αποκαλυπτόταν το όνομά τους. Γιατί όμως;
Υπενθυμίζουμε το παράδειγμα της Ελλάδας που είναι αποστομωτικό. Στις 30 Δεκεμβρίου 2024, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας δημοσιοποίησε τους 103 δωρητές του για τα έτη 2023 και 2024, με συνολικές δωρεές που άγγιξαν τα 26 εκατ. ευρώ. Ανάμεσά τους και η Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου. Ούτε παραβίαση προσωπικών δεδομένων, ούτε αποτροπή χορηγιών. Αντιθέτως, ενίσχυση αξιοπιστίας και ενδυνάμωση εμπιστοσύνης.
Θυμόμαστε όλοι τη χορηγία 500.000 ευρώ από τον Σαουδάραβα φίλο του Νίκου Αναστασιάδη. Τον ίδιο που βρέθηκε με δεκάδες χρυσά διαβατήρια. Καμία διαφάνεια τότε. Καμία εξήγηση. Μόνο σιωπή και συνένοχη απάθεια. Η ευθύνη για την καχυποψία δεν βαραίνει την κοινωνία. Βαραίνει τους θεσμούς που, αντί να την απαντούν με καθαρές πράξεις, επιλέγουν την αδιαφάνεια.
Μάλιστα, το παράδειγμα της Ελλάδας δεν είναι μοναδικό. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, απαιτούν από όλες τις φιλανθρωπικές οργανώσεις να δημοσιεύουν ετήσιες εκθέσεις με στοιχεία για τις δωρεές τους. Στις ΗΠΑ, οι οργανισμοί καταθέτουν στην Εφορία αναλυτικά έσοδα, δαπάνες και πηγές χρηματοδότησης. Στη Γερμανία, η δημοσίευση είναι νόμος. Σε αυτές τις χώρες, η διαφάνεια δεν είναι ευχή. Είναι υποχρέωση. Όλα είναι δημόσια προσβάσιμα.
Η Κύπρος, όμως, ακόμη φοβάται το φως. Βάζει φραγμό στη λογοδοσία. Η διαφάνεια είναι το φίλτρο που ξεχωρίζει την ευεργεσία από την εξαγορά. Είναι ο μόνος τρόπος για να επανέλθει η εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς. Όποιος δεν έχει να κρύψει, δεν έχει τίποτα να φοβηθεί.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία εισηγείται η Επιτροπή να δέχεται στο εξής εισφορές άνω των €20.000 μόνο εφόσον ο δωρητής συναινεί στη δημοσιοποίηση του ονόματός του. Η πρόταση αυτή δεν απαιτεί αλλαγή νόμου και θεωρείται ικανή να ενισχύσει τη διαφάνεια «χωρίς να θίγει το φιλανθρωπικό έργο του Φορέα». Ας χαθούν ένας-δυο δωρητές. Το κέρδος από την καθιέρωση της διαφάνειας θα είναι πολλαπλάσιο!