Χθες, 17 Νοεμβρίου, ήταν, όπως κάθε χρόνο, μια δύσκολη μέρα για μένα. Ήμουν μαθητούδι, 15 χρονών, στην 5η Γυμνασίου Παπάγου. Εκεί αγόρασε σπίτι ο πατέρας μου το 1970, όταν ήρθαμε στην Ελλάδα από την Αφρική όπου γεννήθηκα.
Άβγαλτοι και ψαρωμένοι ήμασταν. Ελάχιστα ελληνικά ξέραμε. Φοιτούσαμε σε αυστηρά, αγγλικά σχολεία, οικοτροφεία στη Ροδεσία, που τότε ήταν αγγλική αποικία.
Η Αφρική ήταν -και παραμένει- στο αίμα μας. Είναι δύσκολο να το περιγράψεις. Για μένα, έχει να κάνει και με τους ουρανούς (δεν είναι ένας!), της Αφρικής. Εκείνης, «Under African Skies», που τραγούδησε τόσο ωραία ο Πολ Σάιμον στο εμβληματικό άλμπουμ «Graceland».
Στου Παπάγου βρεθήκαμε, γιατί ένας μεσίτης πρότεινε το σπίτι μας στον μπαμπά. Είναι συνοικία στρατιωτικών, του είπε. Καλοί, και πειθαρχημένοι άνθρωποι, οικογενειάρχες.
Στο σχολείο, δύο-τρεις φίλοι με δικές μου προδιαγραφές, δηλαδή δεν ήταν στρατιωτικοί οι γονείς τους, πρότειναν να κατέβουμε στο Πολυτεχνείο. Στα μουλωχτά, εννοείται.
Είναι εύκολο να πω τι είδαμε εκεί. Κόσμο πολύ. Νέοι οι περισσότεροι. Αρκετοί όμως και με τους γονείς τους. Ένα ποτάμι υπέροχο, που ένοιωθες ότι θα σε έβγαζε κάπου καλά. Από μέσα μας έρρεαν συνθήματα πρωτόγνωρα – ιδίως για μένα, που ακόμα δεν είχα κουμαντάρει καλά τη γλώσσα: «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία».
Τι λένε μωρέ; Τι σχέση έχει το ψωμί με την ελευθερία; Χαμένος, και εμβρόντητος εγώ.
Το «ψωμί» το καταλάβαινα. Στο δίκτυο από καταστήματα που έφτιαξε ο μπαμπάς στη Ροδεσία, είχαμε και έναν φούρνο, στην κωμόπολη του Mount Darwin.
Το «ελευθερία», όμως, κάτι μου έλεγε.
Τον Φεβρουάριο της ίδιας χρονιάς, το 1973, ο μπαμπάς με κατέβασε στην Αθήνα. Να τη μάθουμε περπατώντας.
Βρεθήκαμε στα Προπύλαια, όπου ένα ποτάμι από κόσμο ανηφόριζε προς το Πανεπιστήμιο. Μαζί και εμείς. What’s going on Dad?. Ακόμα στα αγγλικά μιλούσα στους γονείς μου. Εκείνοι, απαντούσαν στα ελληνικά.
«Έχουν ξεσηκωθεί φοιτητές της Νομικής Σχολής και ανέβηκαν στην ταράτσα. Φωνάζουν “Ελευθερία”».
«Why, Dad?».
«Cause they don’t have it – Γιατί δεν την έχουν την Ελευθερία son».
Έτσι, κάθε μέρα της καινούργια μου ζωής, μάθαινα κάτι καινούργιο. Που, από τη μία, με συνάρπαζε. Από την άλλη, με φόβιζε. Γιατί δεν τα καταλάμβανα όλα.
Υστερόγραφο, που το βρίσκω κάθε χρόνο στις ίδιες αναρτήσεις. Το προωθώ και εγώ, ως ευγενική υπενθύμιση: Η Δημοκρατία δεν είναι δεδομένη. Η προάσπιση και η προστασία της είναι καθημερινό μας χρέος. Χθες, που θα ήθελα να έχω στην εκπομπή μου «Καθρέφτης» (που πλέον είναι νυχτερινός 8-9 στο ERTNewsRadio όπως μετονομάστηκε (κακώς, για μένα) το Πρώτο Πρόγραμμα, τον συγγραφέα παλιό πολιτικό και από τα εμβληματικά πρόσωπα της εξέγερσης των φοιτητών στο Πολυτεχνείο, πριν 52 χρόνια, Μίμη Ανδρουλάκη.Έχει μεγαλώσει πια, έχει επιλέξει να μιλάει μόνο με λίγους καλούς φίλους, να γράφει τα βιβλία του και, ετούτη τη μέρα να ακούει στη διαπασών, αυτό που μου παράγγειλε χθες να παίξω στην εκπομπή, την υπέροχη, σχεδόν σπαρακτική, «Ελεγεία», του σπουδαίου Ρώσου συνθέτη, Ντμίτρι Σοστακόβιτς.
ΥΓ: Κατά «παράδοση», που ελπίζω να μην επαναληφθεί και φέτος, μετά την ολοκλήρωση της μεγάλης πορείας, από το Πολυτεχνείο μέχρι την αμερικανική πρεσβεία, υπενθυμίζοντας τον ρόλο της Ουάσινγκτον στην εδραίωση της αισχρής δικτατορίας των συνταγματαρχών, που οδήγησε και στο έγκλημα κατά της Κύπρου μας.