Η χθεσινή τηλεφωνική συνομιλία Τραμπ – Νετανιάχου δεν ξάφνιασε κανέναν στο Ισραήλ. Παρά το μόνιμο φαινόμενο της εξύφανσης σεναρίων περί σύγκρουσης ή έστω κακού κλίματος ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και την Ιερουσαλήμ, οι πληροφορίες επιμένουν ότι όπως και σε όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις, κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Εκ του αποτελέσματος άλλωστε διαφάνηκε ότι Νετανιάχου και Τραμπ, υποδύθηκαν με εξαιρετική επιτυχία ρόλους, προκειμένου να εκτονώσουν την πίεση που δέχονταν ή και να αποπροσανατολίσουν. Πάντοτε με επιτυχία.

Ο Νετανιάχου έφτασε να… ακυρώσει και το γάμο του γιού του που δεν θα γινόταν! Ένα από τα πολλά.

Αυτό που προκάλεσε κάποια έκπληξη ήταν αφενός μεν ο χρόνος της πρόσκλησης, αφετέρου δε το ότι αφέθηκε να διαρρεύσει και με έμφαση μάλιστα, μία λεπτομέρεια η οποία σχετίζεται με το ίδιο ζήτημα το οποίο αφορά και τη χρονική συγκυρία. Και το οποίο είναι βέβαια το θέμα της χορήγησης χάρης στο Βενιαμίν Νετανιάχου, στο οποίο ο Τραμπ, υπερέβη όλα τα εσκεμμένα της διπλωματίας ζητώντας πρώτα, «χαριτολογώντας», από του βήματος της Κνέσετ για τη χορήγηση χάρης στον Νετανιάχου ενώ αργότερα το επισημοποίησε με επιστολή στον ομόλογό του, Ισαάκ Χέρτζογκ.

Η δε έκπληξη αφορά το γεγονός ότι ο χρόνος της πέμπτης και πρωτοφανούς  – ως τέτοιας – πρόσκλησης του Βενιαμίν Νετανιάχου στο Λευκό Οίκο σε έντεκα μήνες είναι ξεκάθαρα μία ακόμα κίνηση στήριξης από την Ουάσινγκτον στον ισραηλινό πρωθυπουργό. Μια κίνηση η οποία ενισχύεται ακόμη περισσότερο από την επιλεκτική διαρροή της συζήτησης του θέματος κατά  την τηλεφωνική επικοινωνία των δύο ηγετών χθες.

Η πίεση δεν είναι τυχαία. Σε μια περίοδο αβεβαιότητας και πολλαπλών κινδύνων για το Ισραήλ, ο Πρόεδρος Χέρτζογκ καλείται να ζυγίσει από τη μία την αντίθεση του μεγαλύτερου μέρους της αντιπολίτευσης και της πλειονότητας των Ισραηλινών όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις αλλά και του ενδεχομένου να τελεσφορήσει μια ένσταση στη χορήγηση στο Ανώτατο Δικαστήριο και από την άλλη, τη διασφάλισε του τέλους μιας Ιστορίας η οποία έχει προκαλέσει εσωτερική ζημιά στο Ισραήλ σε πολλά επίπεδα. 

Η κίνηση της πρόσκλησης, τώρα ειδικά, του Βενιαμίν Νετανιάχου εν μέσω της όλης συζήτησης λειτουργεί και ως υπενθύμιση της επιθυμίας του Προέδρου Τραμπ να μην προχωρήσει η δίωξη. Όσο βαρύ και εάν είναι για το Ισραήλ να αποδεχθεί μια τέτοια παρέμβαση, την οποία επίσης ένα μέρος της αντιπολίτευσης έχει αποκαλέσει «υποβιβασμό σε μπανανία», ξεκάθαρο είναι πως εάν είναι αυτή η επιθυμία Τραμπ, που είναι, τότε ο Πρόεδρος Χέρτζογκ οφείλει ακριβώς λόγω της κατάστασης να τη λάβει υπόψην πολύ σοβαρά.

Το τελευταίο που θέλει το Ισραήλ είναι να έρθει – τώρα – σε ρήξη, πραγματική ρήξη, με τις ΗΠΑ με όλα τα μέτωπα ανοιχτά. Σαφώς οι ΗΠΑ κοιτάζουν τα δικά τους συμφέροντα, όμως έχουν Πρόεδρο τον Ντόναλντ Τραμπ. Και όλοι ξέρουν τι σημαίνει αυτό.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Πρόεδρος Χέρτζογκ τονίζει ξανά και ξανά, το είχε κάνει και στη συνέντευξή του στον γράφοντα για τον «Φιλελεύθερο» τις προάλλες, την ευγνωμοσύνη του Ισραήλ για τη στάση του Ντόναλντ Τραμπ και την εκτίμηση ότι όλες οι θετικές εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος, τόσο στη Γάζα όσο και στον ΟΗΕ με το «ιστορικό» όπως το αποκάλεσε ψήφισμα, οφείλονται στη «μαεστρική» κατά τη διατύπωσή του διπλωματία του αμερικανού Προέδρου.

Αυτό, στο τέλος της ημέρας, μαζί και η ασφάλεια του Ισραήλ θα κρίνουν το τι θα αποφασίσει ο Ισαάκ Χέρτζογκ ο οποίος είναι άλλωστε γνωστός για τον πραγματισμό του.

Από εκεί πέρα, διαφορετικές εκτιμήσεις σαφώς και υπάρχουν, άλλωστε το παραδέχονται και τα δύο μέρη.

Στην ατζέντα θα βρίσκεται η Γάζα και ο αφοπλισμός της Χαμάς, αν και μάλλον συγκεκριμένη στρατηγική είναι που δεν υπάρχει ακόμα σ’ αυτό, πέρα από την κάθετη άρνηση του Ισραήλ για την παρουσία Τούρκων στη Γάζα και βεβαίως την αντίθεσή= του σε ανάληψη κάποιου ρόλου από την Παλαιστινιακή Αρχή ακόμα.

Είναι επίσης το ζήτημα της εξομάλυνσης των σχέσεων Ιερουσαλήμ – Ριάντ κάτι για το οποίο ο Τραμπ άσκησε πιέσεις στον πρίγκιπα Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν κατά την επίσκεψη του τελευταίου στις ΗΠΑ χωρίς όμως μεγάλη επιτυχία, όπως όλα δείχνουν.

Είναι ακόμα το θέμα της Συρίας με τις πληροφορίες να λένε ότι ο Τραμπ θα ζητήσει μια συμφωνία για το θέμα της ασφάλειας με τη Δαμασκό από το Ισραήλ, όπως και το θέμα του Λιβάνου, με την Ιερουσαλήμ να είναι έτοιμη για μια νέα, ευρεία επιχείρηση κατά της Χεζμπολάχ η οποία προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί. 

Τέλος, στην ατζέντα της συνάντησης, είναι πολύ ψηλά το κεφάλαιο Ιράν. Η Τεχεράνη παράγει ξανά βαλλιστικούς πυραύλους, απειλεί το Ισραήλ ανοιχτά ενώ, στην κατοχή του Αμερικανού Προέδρου φέρονται να υπάρχουν στοιχεία ότι έχει βάλει ξανά μπρος το πυρηνικό της πρόγραμμα.

Με όλα αυτά, το να επιμείνει κανείς στο γράμμα του νόμου ή τη διάθεση της κοινής γνώμης ίσως να μην είναι και η πιο σοφή επιλογή. Ίσως δε να μην είναι καθόλου σοφή. Και αυτό ο Πρόεδρος Χέρτζογκ το γνωρίζει.